Αποστολικό Ανάγνωσμα Κυριακής η΄ Λουκά
(Εφεσ. β´ 14-22)
Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος
Δεν υπάρχει άνθρωπος φυσιολογικός που να αρνείται το ευλογημένο αγαθό τηςΕιρήνης. Αλλά το παράδοξο είναι ότι όσο περισσότερο ποθεί “το γλυκύ πράγμα και όνομα” κατά τον Άγιο Γρηγόριο, τόσο και περισσότερο το φάσμα των ταραχών και των πολέμων απειλούν τον κόσμο έως και αυτών των εσχατιών της οικουμένης. Και γιατί αυτό; Διότι οι άνθρωποι ψάχνουν να βρουν τον καρπό τής Ειρήνης μακριά από εκεί που φύεται και αναπτύσσεται.
Ω άνθρωποι, διψάτε την ειρήνη σε όλες της τις εκφάνσεις; Γνωρίστε και συνδεθείτε με τον Ιησού Χριστό! “Χριστός εστίν η ειρήνη ημών”, διασαλπίζει στο Απ. Ανάγνωσμα ο μεγάλος κήρυξ της κατά Θεόν ειρήνης.
Αυτή είναι η αλήθεια. Αλλά είναι ανάγκη να εμβαθύνουμε έστω και λίγο στον Ειρηνοποιό και πάροχο της θείας ειρήνης, αφού Αυτός είναι το θεμέλιο αλλά και το επιστέγασμα του κοινού μας ποθούμενου.
Και πρώτα απ’ όλα, ο ίδιος ο Ιησούς έρχεται με το κήρυγμα της ειρήνης. Πόσο ξεκάθαρα το τονίζει προς τους Εφεσίους ο θείος Παύλος: “και ελθών ευηγγελίσατο ειρήνην υμίν τοις μακράν και τοις εγγύς”. Έφερε το χαρμόσυνο κήρυγμα της ειρήνης τόσο σ’ εκείνους που βρίσκονταν μακράν τουΘεού, όσο και σ’ εκείνους που ήταν κοντά του. Μπορούμε άραγε σε μία και μόνο φράση να συνοψίσουμε το αποκαλυπτικό αυτό “ειρηνικό κήρυγμα”; Βεβαίως. Και η φράση είναι η εξής: “Όλοι οι άνθρωποι, πατέρα έχουν τον Θεό και επομένως είναι αδελφοί μεταξύ τους”! Πράγμα βεβαίως που επί της ουσίας σημαίνει ότι δεν υπάρχουν, ή μάλλον δεν μπορούν να υπάρχουν λαοί με δικαιώματα μόνο και εξουσία επί των άλλων λαών. Εφ’ όσον λοιπόνόλοι οι άνθρωποι είναι αδελφοί, άρα θα πρέπει να αποτελούν και μια οικογένεια. Να ζουν ειρηνικώς και με ομόνοια και επιπλέον ν’ αναπτύσσουν την κοινήν αγάπην.
Και για να μην παρεξηγηθεί ο λόγος μας, στο σημείο αυτό δεν αναφερόμαστε στο κίνημα του Οικουμενισμού και του Διεθνισμού. Όχι βέβαια. Μακριά από εμάς τέτοιες πλάνες που σκοπό έχουν να οδηγήσουν τα κράτη και τους ανθρώπους κάτω από το τυραννικό πέλμα μιας παγκοσμίου κυβερνήσεως με έναν κυρίαρχο δικτάτορα. Ο λόγος μας στρέφεται και αναπτύσσεται στην όμορφη ειρηνική συμβίωση των ανθρώπων όπου κατορθώνεται με τον τέλειο νόμο τού Κυρίου. Με τον χρυσούν κανόνα τής καλής και ευγενικής συμπεριφοράς ανθρώπων και λαών. “Καθώς θέλετε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι, και υμείς ποιείται αυτοίς ομοίως”. Και ομολογουμένως πόσο διαφορετική θα ήταν η παγκόσμια κατάστασις εάν τα δήθεν χριστιανικά και “κυρίαρχα” κράτη και οι “πλανητάρχες”, που δήθεν ορκίζονται στο Ευαγγέλιο, εφάρμοζαν αυτή τη λησμονημένη εντολή τού Χριστού.
Ναι, είναι αλήθεια αυτό που ετόνισε σύγχρονος ασκητής, ότι δηλαδή “δεν είναι ότι αγνοούμε το θέλημα του Θεού περί της ειρήνης, αλλά ότι επιμένουμε να “λησμονούμε” την εντολή και να ενθυμούμεθα το μίσος και τον διχασμό. Αφήνουμε να κυριαρχούν στις υπάρξεις, μας και κυρίως των κρατούντων, η φιληδονία, η φιλοχρηματία και η φιλοδοξία”.
Γι’ αυτό επί της ουσίας ο μεν κόσμος, όταν αγνοεί τον Χριστό, χρειάζεται ευαγγελισμό, ο δε λεγόμενος Χριστιανικός κόσμος έχει ανάγκη από ένα ουσιαστικό επανευαγγελισμό.
Δεν είναι όμως μόνο το κήρυγμα και ο λόγος τού Χριστού περί ειρήνης. Ακολούθησε και η απολυτρωτική θυσία Τουυπέρ της ειρήνης. Αλλά, για να εννοήσουμε τι είναι αυτή η θυσία και ποίος είναι ο ουσιαστικός εχθρός τηςειρήνης τουΧριστού, θα πρέπει να τονίσουμε πως δεν είναι άλλος από την αμαρτία. Όταν ο άνθρωπος με την θέλησή του αφήνει το κράτος τής αμαρτίας να εισχωρήσει μέσα στην ύπαρξή του, τότε ο ανόητος άνθρωπος με τα ίδια του τα χέρια σχίζει και καταστρέφει το συμβόλαιο της ειρήνης που του πρόσφερε δωρεάν η Σταυρική θυσία τού Θεανθρώπου Χριστού.
Αποτέλεσμα αυτής της πρωτόγνωρης και μοναδικής θυσίας είναι η συμφιλίωση. Ο άνθρωπος μπορεί να συμφιλιωθεί με τον Θεό και να απαλλαγεί από την τυραννία τουκακού και της αμαρτίας, αρκεί ο ίδιος να το επιθυμεί και να θέσει σε εφαρμογή την μετάνοια. Τώρα, πλέον, όποιος θέλει μπορεί. Και εννοείται, πως όσο περισσότεροι άνθρωποι αποφασίζουν να ζήσουν την ειρήνη τού Χριστού, τόσο και περισσότερο η χάρη αυτής της ειρήνης θα επισκέπτεται τις κοινωνίες των ανθρώπων και τα έθνη.
Χρειάζεται άραγε να τονίσουμε ότι αυτή η ζωή της Χάριτος συντελείται εντός της Ορθοδόξου Εκκλησίας και μόνο; Αλλοίμονο αν το αγνοούμε και τρισαλλοίμονο εάν οι καθ’ ύλην αρμόδιοι αρνούνται να κηρύξουν ή, και το ακόμα χειρότερο, εάν φθάσουν να αλλοιώνουν αυτή την καίρια αλήθεια, χαρίζοντας “πιστοποιητικά εκκλησίας” στις πλάνες και τις αιρέσεις.
Πράγματι, λοιπόν, αδελφοί, ο Χριστός και μόνο είναι η ειρήνη μας, “ο άρχων της ειρήνης” όπως ονομάζεται και στην Παλαιά Διαθήκη.
Επομένως, για να έλθει η εξωτερική ειρήνη μεταξύ των ανθρώπων, καθίσταται ανάγκη το κάθε πρόσωπο στον χώρο τής Εκκλησίας να βιώσει αυτή την εσωτερική ειρήνη. Την θεία ειρήνη, που δεν είναι αποτέλεσμα ανθρωπίνης και εύθραυστης συμφωνίας, αλλά της Ειρήνης τουΑγίου Πνεύματος.
Να γίνει βίωμα στα βάθη τηςψυχής η “ειρήνη η πάντα νουν υπερέχουσα”. Και αυτή την ειρήνη που σφράγισε ο Θεός διά του αίματος του Υιού Του, είναι ανάγκη να την συνυπογράψει ο κάθε άνθρωπος δια της εις Χριστόν πίστεως, αλλά και αυτών των έργων Του. Τότε μόνο η ειρήνη γίνεται κατάστασις μόνιμη και αναφαίρετη. Μέσα δε σε αυτό το πνεύμα ο,τιδήποτεκι αν συμβεί, ο πιστός ψάλλει μετά του Προφητάνακτος “Ου φοβηθησόμεθα εν τω ταράσσεσθαι την γήν”!
Ας κάνει λοιπόν ο μακράν τού Θεού κόσμος ό,τι θέλει. Ας κοάζουν οι βάτραχοι της αθεΐας και της απιστίας και ας καυχώνται οι παράφρονες και διεστραμμένοι νόες για το ότι αρνούνται την αγάπη του Θεού. Εμείς, ευλογημένοι αδελφοί, ας κρατούμε στον μυστικό θάλαμο της καρδιάς μας την ευλογία που μας χάρισε Αυτός ο ίδιος ο Κύριος και Θεός μας.
Και πόσο πράγματι τα Θεϊκά του λόγια μας ενισχύουν και βεβαίως μας συγκινούν.
“Ειρήνην αφίημι υμίν· ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν. Ου καθώς ο κόσμος δίδωσιν, εγώ δίδωμι υμίν”.
Ναι, Κύριε Ιησού,ελθέ, ειρήνευσον, εξάγνισον και σώσον ημάς. Αμήν.