ΔΕΙΤΕ ΚΑΙ ΒΙΝΤΕΟ
Επίτιμος Διδάκτωρ Θεολογίας στο ΑΠΘ ο Αρχιεπίσκοπος
Επίτιμος Διδάκτωρ της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης αναγορεύθηκε το απόγευμα ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος.
Ο Αρχιεπίσκοπος έφτασε στην Θεσσαλονίκη σήμερα το πρωί συνοδευόμενος από τον Πρωτοσύγκελλο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών Αρχιμανδρίτη Συμεών Βολιώτη και τον Γενικό Αρχιερατικό Επίτροπο π. Αδαμάντιο Αυγουστίδη.
Το απόγευμα στο Α.Π.Θ. τον υποδέχθηκαν οι Πρυτανικές Αρχές και ο Υφυπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων κ. Κώστας Ζουράρις, όπου σε ειδική εκδήλωση στην αίθουσα τελετών του Πανεπιστημίου αναγορεύθηκε επίτιμος Διδάκτορας, κατόπιν ομοφώνου αποφάσεως των δύο Τμημάτων, της Θεολογίας και της Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας.
Στην τελετή παρέστησαν οι Μητροπολίτες Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμος, Γουμενίσσης, Αξιουπόλεως και Πολυκάστρου κ. Δημήτριος, Ξάνθης και Περιθεωρίου κ. Παντελεήμων, Δημητριάδος και Αλμυρού κ. Ιγνάτιος, Διαυλείας κ. Αλέξιος, Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας κ. Θεόκλητος, Θερμοπυλών κ. Ιωάννης, Κασσανδρείας κ. Νικόδημος, Σερρών και Νιγρίτης κ. Θεολόγος, Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως κ. Βαρνάβας, Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος, Θηβών και Λεβαδείας κ. Γεώργιος, Ιλίου, Αχαρνών και Πετρουπόλεως κ. Αθηναγόρας, Λαγκαδά, Λητής και Ρεντίνης κ. Ιωάννης, Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας κ. Γαβριήλ. Ιερισσού Αγίου Όρους και Αρδαμερίου κ. Θεόκλητος, Μαρωνείας και Κομοτηνής κ. Παντελεήμων, Ιωαννίνων κ. Μάξιμος, Γρεβενών κ. Δαβίδ, Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς κ. Ιουστίνος, οι Επίσκοποι Θερμών κ. Δημήτριος και Αμορίου κ. Νικηφόρος. Εκπρόσωποι του Ελληνικού Κοινοβουλίου, ο Περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας κ. Απόστολος Τζιτζικώστας, οι Τοπικοί Άρχοντες της Πόλεως της Θεσσαλονίκης, εκπρόσωποι των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας, Ακαδημαϊκοί, φοιτητές και φοιτήτριες, κληρικοί και λαϊκοί.
Κατά την έναρξη της ειδικής τελετής, ακούσθηκαν Ύμνοι από τον Βυζαντινό Χορό της Θεολογικής Σχολής «Οι Τρεις Ιεράρχες», ενώ στην συνεχεία απηύθυναν χαιρετισμούς ο Κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ. κ. Μιλτιάδης Κωνσταντίνου και ο Πρύτανης του Α.Π.Θ. κ. Περικλής Α. Μήτκας, καθώς επίσης και οι Πρόεδροι των δύο Τμημάτων της Σχολής, κ. Κωνσταντίνος Χρήστου και κ. Παναγιώτης Σκαλτσής, οι οποίοι και αναφέρθηκαν στην προσωπικότητα του Μακαριωτάτου, καθώς και στο πλούσιο εκκλησιαστικό, κοινωνικό, φιλανθρωπικό και συγγραφικό έργο του, τόσο ως Μητροπολίτη Θηβών και Λεβαδείας, όσο και ως Αρχιεπισκόπου. Ο κ. Μήτκας χαρακτήρισε τον Αρχιεπίσκοπο παράδειγμα ενότητας, ενώ έκανε λόγο για ευεργετικά αποτελέσματα της δράσης του, τα οποία, όπως είπε, «αναγνωρίζει ολόκληρη η ελληνική κοινωνία».
Οι δύο έπαινοι του τιμωμένου ανεγνώσθησαν από τον Μητροπολίτη Προύσης κ. Ελπιδοφόρο, Αναπληρωτή Καθηγητή του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας και από τον Μητροπολίτη Αρκαλοχωρίου, Καστελλίου και Βιάννου κ. Ανδρέα, Καθηγητή του Τμήματος Θεολογίας.
Αμέσως μετά ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, εξέφρασε θερμές ευχαριστίες και την ιδιαίτερη ευγνωμοσύνη του, για την τιμητική αυτή διάκριση χαρακτηρίζοντας την σημερινή ημέρα κομβικό σημείο στη ζωή του. Μίλησε για τα προβλήματα της εποχής, τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε, υπογραμμίζοντας πως «η οικονομική κρίση είναι αποτέλεσμα της πνευματικής κρίσης» και αναφέρθηκε στην αξία της συνεργασίας και του εθελοντισμού. Αναφέρθηκε στο κοινωνικό έργο της Εκκλησίας λέγοντας πως στηρίζεται στους ανθρώπους που προσφέρουν και αυτούς χρειάζεται να τιμήσουμε. Ο Αρχιεπίσκοπος σε άλλο σημείο του χαιρετισμού του αναφέρθηκε στο παράδειγμα του Κυρίου ότι δεν ήρθε για να διακονηθεί, αλλά για να διακονήσει και επεσήμανε ότι μας κατηγορούν ότι ανακατευόμαστε στα αλλότρια επειδή ζητάμε εξουσία «δεν ζητάμε εξουσία. Υπάρχει μια διαφορά, άλλο να ζητάς εξουσία, αυτή που δεν επιτρέπεται, και άλλο να είσαι παιδαγωγός, που οδηγείς τους ανθρώπους και να μην έχεις λόγο για τις καταχρήσεις, την αλαζονεία την υπερφλύαρη. Πρέπει να ξεκαθαριστεί αυτό. Άλλο η διακονία, άλλο η αγάπη και άλλο η εξουσία ή η ειλικρινής παρατήρηση».
Στη συνέχεια ανέπτυξε την άκρως τεκμηριωμένη επιστημονική εισήγησή του με τίτλο «Η Θήβα της Βοιωτίας στον 16ο μ.Χ. αιώνα». Άλλωστε, το αντικείμενο σπουδών του Αρχιεπισκόπου είναι η Αρχαιολογία, και είναι γνωστές οι γνώσεις και η αγάπη του για αυτήν την επιστήμη, καθώς και για την Βυζαντινολογία και την αγιογραφία.
Στην επιστημονική του έρευνα μεταξύ άλλων αναφέρθηκε στην ιστορία της Βοιωτίας, της Τοπικής Εκκλησίας, αλλά και στο εμπόριο της περιοχής, αφού «η Βοιωτία ήταν από τις σημαντικές περιοχές παραγωγής δημητριακών καρπών, λόγω των σημαντικών της πεδινών περιοχών καλλιεργουμένων εκτάσεων και επομένως ετύγχανε ιδιαιτέρας προσοχής.
Έπειτα η συγκριτικά μικρότερη απόσταση που υπήρχε μεταξύ Ραγούζας και Βοιωτίας σε σχέση με άλλες πιο απομακρυσμένες σιτοπαραγωγικές περιοχές της Ελλάδος και ακόμη, ότι τα λιμάνια της Βοιωτίας βρίσκονταν πολύ κοντά στα δρομολόγια των ραγουζαίικων πλοίων προς και από την Ανατολή, αποτελούσαν βασικές προϋποθέσεις για την ανάπτυξη των εμπορικών σχέσεων μεταξύ Ραγούζας και Βοιωτίας».
Αναφέρθηκε, επίσης, στα μοναστήρια της περιοχής που κτίσθηκαν στο διάστημα 1540-1570. «Κατά τις πληροφορίες ένα ήταν του Παπαγιώργη, το άλλο του Παπανικόδημου, που βρίσκονταν στο χωριό Παναγία, το τρίτο του Αγίου Νικολάου βρισκόταν στο Μουρίκι, του οποίου μάλιστα η ίδρυση συνδέεται με τον Μητροπολίτη Θηβών Ιωάσαφ τον Α΄». Μίλησε για την ιστορική μονή του Οσίου Λουκά, για τα προβλήματα που αντιμετώπιζε, αλλά και για την σημαντική συμβολή της. «Τα βάσανα και οι συμφορές της Μονής του Οσίου Λουκά και των πατέρων αυτής στα χρόνια της σκλαβιάς δεν είχαν τελειωμό. Το έτος 1568 αναγκάσθηκε για δεύτερη φορά το Μοναστήρι να αγοράσει τα κτήματά του για να έχει δήθεν «ιδιοκτησία» υπογράμμισε ο Αρχιεπίσκοπος και ανέγωσε ένα ιστορικό κέιμενο που αποδεικνύει την πολύτιμη εισφορά της Μονής. Το κείμενο αυτό είναι μια μαρτυρία και ἀπάντηση σε όσους αβασάνιστα φλυαρούν: πού βρήκαν τα μοναστήρια την περιουσία τους.
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στον Μητροπολιτικό Ναό Αγίου Στεφάνου, όπου σύμφωνα με μαρτυρία «στο κέντρο των Θηβών λειτουργεί ως Μητροπολιτικός Ναός εκείνος του Αγίου Στεφάνου. Φαίνεται ότι και η ανάγλυφη εικόνα του αγίου Στεφάνου που διασώζεται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο των Θηβών προέρχεται από τον ναόν αυτόν».
Μιλώντας για την αγιογραφική σχολή των Θηβών ο Αρχιεπίσκοπος σημείωσε πως «τρεις αγιογράφοι από την Θήβα, ο Φράγγος Κατελάνος, οι αδελφοί Γεώργιος ιερεύς και εκκλησιάρχης Θηβών και Φράγγος Κονταρής με την αγιογραφική τους αριστοτεχνική τέχνη ανέδειξαν το εργαστήρι τους ως «Σχολήν αγιογραφίας» των Θηβών», ενώ σε αλλο σημείο συμπλήρωσε πως «έχει τεθεί πιστεύω μια απορία. Ποια είναι τα έργα της «Σχολής των Θηβών» στην πόλη των Θηβών και την ευρύτερη περιοχή της. Απάντηση στο ερώτημα αυτό μας δίδει η αρχαιολόγος Χαρίκλεια Κοιλάκου. «Πρέπει να επισημάνουμε ότι η Θήβα είναι δυστυχώς από τις ελάχιστες πόλεις του Ελλαδικού χώρου που οι ιστορικές της περιπέτειες και οι φοβεροί σεισμοί, κυρίως του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ου αι., είχαν ως αποτέλεσμα την ολοσχερή καταστροφή του μνημειακού της πλούτου, όπως τον γνωρίζουμε από τις πηγές και όπως αποκαλύπτεται από τα ευρήματα των ανασκαφών. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι τα τελευταία χρόνια έχουν έρθει στο φως τα ερείπια δεκαπέντε ναών μερικοί από τους οποίους τοιχογραφημένοι». Ωστόσο με βεβαιότητα μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι έργα της σχολής αυτής είναι οι τοιχογραφίες της Παλαιοπαναγιάς Στενής Ευβοίας, της Μονής Γαλατάκη Ευβοίας, της Μονής Οσίου Μελετίου Κιθαιρώνος, του αγίου Γεωργίου Ακραιφνίου, του αγίου Νικολάου και Αγίου Αθανασίου Κόκκινου Βοιωτίας, της Αγίας Μαρίνης Μουρικίου».
Η Τελετή έκλεισε με τον μουσικό επίλογο, από το Εργαστήρι Παραδοσιακής Μουσικής του Ιερού Ναού της Αναλήψεως του Κυρίου Θεσσαλονίκης.
Αποστολή: Μάκης Αδαμόπουλος
Φωτογραφίες: Χρήστος Μπόνης