Την ανάγκη η όποια νομοθετική ρύθμιση για την πανεπιστημιακή φύλαξη να διέπεται «από συνταγματικά αποδεκτούς κανόνες» και να καταλήγει σε «καθαρές λύσεις», τονίζει η Σύγκλητος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) σε σχετικό ψήφισμά της.
Μεταξύ άλλων, στην ανακοίνωση του πανεπιστημίου για τη χθεσινή συνεδρίαση της Συγκλήτου του ΑΠΘ, επισημαίνεται ότι «διατυπώθηκαν διαφορετικές προσεγγίσεις σχετικά με τη μορφή που μπορεί να λάβει μια πρωτοβουλία ενίσχυσης των μέτρων διασφάλισης των Ανωτάτων Ιδρυμάτων», ωστόσο «πιστεύουμε πως η όποια νομοθετική ρύθμιση θα πρέπει να διέπεται από συνταγματικά αποδεκτούς κανόνες και να καταλήγει σε καθαρές λύσεις που θα διακρίνουν τις εξής αρμοδιότητες:
1) Η φύλαξη των χώρων μας και ο έλεγχος της χρήσης τους είναι αρμοδιότητα του πανεπιστημίου και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να διασφαλίζονται από τα αρμόδια πανεπιστημιακά όργανα, συνεπικουρούμενα από μία πανεπιστημιακή υπηρεσία φύλαξης (security), που θα υπάγεται στις πανεπιστημιακές αρχές. Επισημαίνεται η ανάγκη οικονομικής ενίσχυσης των ιδρυμάτων προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της αρμόδιας υπηρεσίας φύλαξης. 2) Η καταπολέμηση της παραβατικότητας ποινικής φύσεως ανήκει κατ’ αποκλειστικότητα στην αρμόδια δύναμη της Πολιτείας, η οποία έχει το μονοπώλιο της συγκεκριμένης αρμοδιότητας σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια, στην οποία ανήκουν και τα πανεπιστήμια».
Στο ψήφισμα υπογραμμίζεται ακόμη, πως «η έκκληση προς την Πολιτεία να αναλάβει τις ευθύνες της για την προστασία του πανεπιστημίου από προσβολές ποινικού χαρακτήρα, τις οποίες αδυνατεί να αντιμετωπίσει το ίδιο με τις δικές του δυνάμεις, αποτελεί ιστορικά ένα πάγιο αίτημα όχι μόνο της πανεπιστημιακής κοινότητας της χώρας, αλλά και της ίδιας της ελληνικής κοινωνίας».
Στο μεταξύ, σε άλλο ψήφισμά του για τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων κολλεγίων, η Σύγκλητος του ΑΠΘ «εκφράζει ομόφωνα τη διαφωνία της με τη νομοθέτηση από το υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων της υποχρεωτικής εγγραφής αποφοίτων κολλεγίων στο Τεχνικό Επιμελητήριο και στο Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδας και μάλιστα χωρίς εξετάσεις άδειας άσκησης επαγγέλματος, όπως συμβαίνει με τους αποφοίτους των ελληνικών ΑΕΙ, προκειμένου να ασκήσουν το επάγγελμα του μηχανικού και του οικονομολόγου αντίστοιχα στην Ελλάδα. Η νομοθεσία αυτή υποβαθμίζει το επιστημονικό κύρος των επαγγελμάτων αυτών, θίγει την αξιοκρατία και οδηγεί στην υποτίμηση των τίτλων σπουδών των πολυτεχνείων και των Οικονομικών Σχολών».