Εν μέσω ενός πολύ ισχυρού δεύτερου κύματος της πανδημίας, όπου περιφέρειες – νομοί- δήμοι τίθενται σε καθεστώς αυστηρού περιορισμού και εκατοντάδες σχολικές μονάδες ή τμήματα βρίσκονται σε αναστολή λειτουργίας η Υπουργός Παιδείας συνεχίζει τη μονήρη πορεία της προς τις «εκλογές της 7ης Νοεμβρίου».
Του Θοδωρή Τσούχλου
Το ότι δεν υπήρξε ίχνος διαλόγου και πρόθεση ύπαρξης σύγκλισης οδηγεί σε ένα πλήρες αδιέξοδο που αφορά το μέλλον της δημοκρατικής λειτουργίας των Υπηρεσιακών Συμβουλίων των εκπαιδευτικών. Είναι πλέον πασιφανές πως ήταν απόλυτα αδύνατον να υπάρξει η δυνατότητα ενημέρωσης των συλλόγων διδασκόντων, αλλά και η πραγματοποίηση Γενικών Συνελεύσεων όπου θα αναλύονταν οι θέσεις των παρατάξεων και οι απερχόμενοι αιρετοί θα παρέθεταν το έργο που είχαν επιτελέσει.
Όλα τα ανωτέρω αποτελούν ουσιώδη συστατικά στοιχεία μιας τόσο σημαντικής διαδικασίας, όπου η ανταλλαγή απόψεων, οι θέσεις- προτάσεις και η πολύπλευρη ενημέρωση οφείλουν να πρωταγωνιστούν.
Κανείς πλέον πλην της κυρίας Κεραμέως δεν ασχολείται με την ουσία αυτών των «εκλογών». Ορθά οι Εκπαιδευτικές Ομοσπονδίες ζήτησαν την αναβολή τους και την παράταση της θητείας των αιρετών, κάτι που η κυρία Υπουργός είχε προβλέψει νομοθετικά επί οκτάμηνο. Ενώ θα έπρεπε να επικρατήσει η κοινή λογική η ηγέτιδα του ΥΠΑΙΘ ακολούθησε μια πολιτική πυγμής και έναν αφόρητο υπερσυγκεντρωτισμό.
Κατέθεσε τροπολογία, η οποία φέρεται ως εκπρόθεσμη, με την οποία όλα εκκινούν και ολοκληρώνονται αποκλειστικά από την ίδια. Έξαφνα λοιπόν οι τριμελείς εφορευτικές επιτροπές καθίστανται διμελείς, καθώς το σύνολο των ΕΛΜΕ δήλωσαν αποχή. Μια απόλυτα νέα, καινοφανής και πρωτότυπη απόφαση που χρήζει τεράστιας προσοχής. Αδικαιολόγητη και άκρως ανησυχητική η εμμονή της Υπουργού να επιβάλει «δια πυρός και σιδήρου» την άποψή της, η οποία κατόρθωσε να ενώσει το σύνολο των παρατάξεων που προσεγγίζουν σε ορισμένα σημεία με διαφορετική αντίληψη το σύνολο της προτεινόμενης διαδικασίας.
Μετά την αποχώρηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των υποψηφίων και την επικείμενη τεράστια αποχή η κυρία Κεραμέως βρέθηκε σχεδόν κατάμονη. Αντί λοιπόν να αναθεωρήσει την απόφασή της και αναγνωρίζοντας την τόσο δύσκολη επιδημιολογική κατάσταση να προχωρήσει στην αναβολή των εκλογών προχωρά ακάθεκτη. Υφέρπει πλέον η θέση, όπου οι υποψήφιοι δεν έχουν τη δυνατότητα να αποχωρήσουν.
Καθίστανται λοιπόν εικονικοί και «υπό κράτηση» υπήκοοι ενός ηλεκτρονικού συστήματος, όπου τους αφαιρείται το μέγιστο δικαίωμα της ελεύθερης βούλησης και της άσκησης ή μη του εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Το όλο αυτό αφήγημα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ένας αριθμός από αυτούς θα εκλεγεί, μολονότι έχουν δηλώσει πως δεν συμμετέχουν ως υποψήφιοι αλλά και ως εκλογείς.
Η κυρία Κεραμέως έχει όλα τα επιχειρήματα να αναστείλει την εκλογική διαδικασία και να παρατείνει τη θητεία των αιρετών. Οποιαδήποτε άλλη επιλογή διαταράσσει τη δημοκρατική τάξη και οδηγεί σε εκτροπή. Δια των πράξεων και όχι των επικοινωνιακών, αφοριστικών λόγων καλείται να αποδείξει ότι επιθυμεί την ύπαρξη και συμμετοχή των αιρετών του κλάδου οι οποίοι υπερασπίζονται τα δίκαια αιτήματα των συναδέλφων .Ισχυρών αιρετών όμως που θα προέλθουν από συλλογικές, ανοικτές και μαζικές διαδικασίες, οι οποίες όμως είναι αδύνατον να υπάρξουν τη δεδομένη στιγμή.