: Σε μια επταετία άλλαξε η εικόνα για τον εκπαιδευτικό – Ο ρόλος του εξεταστικού συστήματος και το επίπεδο των γνώσεων.

Το 2009 η στο Τμήμα Παιδαγωγικής Εκπαίδευσης της Αθήνας ήταν 18.856 μόρια – σχεδόν όσο θα είναι εφέτος οι Ιατρικές Σχολές της επαρχίας. Η προσφώνηση «δάσκαλος» συμπύκνωνε τον σεβασμό στον εκπαιδευτικό που ήταν ο φορέας της πολιτισμικής, ιστορικής και επιστημονικής κληρονομιάς μας προς τα νέα της μέλη.

Εφέτος, και σε περίοδο γενικής επίθεσης κατά της αριστείας, η βάση εισαγωγής στα τμήματα Παιδαγωγικής Εκπαίδευσης της επαρχίας πιθανότατα θα κατρακυλήσει κάτω από τα 9.000 μόρια και η νέα γενιά δασκάλων θα είναι η χειρότερη, από πλευράς επιδόσεων εισαγωγής, των τελευταίων δεκαετιών…

Στην ίδια κατεύθυνση, οι υποψήφιοι των Ανθρωπιστικών Σπουδών (Γλώσσα, Ιστορία, Αρχαία) που έδωσαν στις πανελλαδικές εξετάσεις γραπτά με βαθμολογία «κάτω από τη βάση» εφέτος φτάνουν το 40%. Σχεδόν οι μισοί απέτυχαν παταγωδώς στα μαθήματα που εκπροσωπούν τον ελληνικό πολιτισμό και την εθνική ταυτότητά μας. Αυτό σε περίοδο κατά την οποία το υπουργείο Παιδείας προβληματίζεται όχι για τα κίνητρα προς τους νέους να ακολουθήσουν το λειτούργημα του εκπαιδευτικού, αλλά για το αν θα κόψει μία ώρα από τη διδασκαλία των Αρχαίων Ελληνικών ή της Πληροφορικής.

Είναι αυτή η θεαματική ήττα αποτέλεσμα της κρίσης και μόνο; Σίγουρα όχι. Είναι σε μεγάλο βαθμό, όπως λένε εκπαιδευτικοί που μίλησαν στο «Βήμα», αποτέλεσμα πρόχειρων και αποσπασματικών αλλαγών στο εξεταστικό σύστημα. Το χιλιομπαλωμένο «ύφασμα» των πανελλαδικών εξετάσεων άρχισε να σκίζεται. Αποκορύφωμα δε της αποτυχίας των αλλαγών που έγιναν πέρυσι είναι το ότι οι υποψήφιοι για τα Παιδαγωγικά Τμήματα περιορίστηκαν εφέτος σε ένα επιστημονικό πεδίο, το 4ο.

Στα Παιδαγωγικά μόνο οι άριστοι
Τέσσερις δεκαετίες νωρίτερα, όταν οι Παιδαγωγικές Ακαδημίες ήταν ακόμη διετείς, ο νομοθέτης είχε εισαγάγει στο σύστημα μια «πικάντικη» λεπτομέρεια που ανέβαζε το επίπεδο του ενδιαφέροντος: οι μαθητές με απολυτήριο που έφερε τον χαρακτηρισμό «άριστα» μπορούσαν να εγγραφούν στα προγράμματά τους για να γίνουν δάσκαλοι χωρίς εξετάσεις, μόνο με τους βαθμούς τους. Ετσι προσείλκυε τους καλύτερους.

«Αυτό που χρειάζεται κατ’ εξοχήν η χώρα μας για να υπάρξει ανάπτυξη και για να βγούμε από κάθε μορφή ύφεσης είναι η ποιότητα της παιδείας μας» λέει ο πρώην πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών, πρώην υπουργός Παιδείας, καθηγητής κ. Γεώργιος Μπαμπινιώτης. «Επειδή η εξίσωση που ισχύει διαχρονικά είναι ότι σχολείο=δάσκαλος, πρέπει να μας προβληματίσει σοβαρά τα επίπεδο, τα κίνητρα και το εξεταστικό σύστημα των εισαγωγικών εξετάσεων που πάει να καθιερωθεί στην εκπαίδευσή μας» συνεχίζει.
«Το να μην προτιμούν νέοι, ταλαντούχοι, άριστοι τις Παιδαγωγικές Σχολές των πανεπιστημίων είναι εκπαιδευτική και πολιτισμική κατάντια της χώρας μας»
λέει ο κ. Μπαμπινιώτης. «Οσο μειώνονται τα κίνητρα προσέλευσης στις παιδαγωγικές μας σχολές τόσο μειώνεται το επίπεδο της Παιδείας μας. Και αυτό είναι μια οδυνηρή κατάσταση που πρέπει να αντιμετωπιστεί αμέσως και χωρίς καμία καθυστέρηση από το υπουργείο Παιδείας» καταλήγει χαρακτηριστικά.Κίνητρα και επιβράβευση
Οι… παλιοί στον χώρο της εκπαίδευσης δηλώνουν ότι δύο είναι οι τρόποι για να προσελκύσεις τους καλούς δασκάλους: κίνητρα και επιβράβευση. Τι επιβράβευση μπορεί όμως να δοθεί σε ένα σύστημα που δεν αξιολογεί καν τους εκπαιδευτικούς του; Ως σήμερα τα δημόσια δημοτικά σχολεία ήταν κατά γενική ομολογία σε καλό εκπαιδευτικό επίπεδο. Στη συνέχεια βέβαια η «θρυμματισμένη» βαθμίδα του γυμνασίου έστελνε τα παιδιά σε ένα προεξεταστικού τύπου λύκειο για τις τελικές εξετάσεις.Ποιο είναι το αποτέλεσμα που εισπράττουμε για όλα αυτά ως κοινωνία;

«Η επένδυση σε εκπαιδευτικό προσωπικό είναι ζωτικής σημασίας: οι υπουργοί συμφώνησαν ότι τα κράτη-μέλη πρέπει να βελτιώσουν την ποιότητα του επαγγέλματος του εκπαιδευτικού, καθιστώντας το πιο ελκυστικό και ενισχύοντας το κύρος του» αναφέρει ο επίτροπος Παιδείας, Πολιτισμού και Αθλητισμού της ΕΕ κ. Τίμπορ Νάβρατσιτς σε έκθεσή της που δημοσιεύθηκε πριν από μερικούς μήνες.

«Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να επιλέγουν προσεκτικά τους εκπαιδευτικούς που θα στελεχώσουν τα σχολεία, να τους παρέχουν αποτελεσματική εκπαίδευση, να διασφαλίζουν την παραμονή τους στο επάγγελμα, να τους προσφέρουν στήριξη από την αρχή της σταδιοδρομίας τους και να τους δίνουν τακτικά ευκαιρίες να ανανεώσουν τις δεξιότητες και τις ικανότητές τους, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που βασίζονται στις νέες τεχνολογίες»αναφέρει ο κ. Νάβρατσιτς.

Σχεδιασμοί και ελπίδες
Μοριοδότηση ή νέες ακαδημίες

«Θα δούλευε πραγματικά θαυμάσια να μοριοδοτούνται όσοι θέλουν να γίνουν εκπαιδευτικοί ώστε να έχουν ευκολότερη πρόσβαση στα Παιδαγωγικά Τμήματα» δηλώνει σχετικά ο καθηγητής κ. Αντώνης Λιάκος και πρόεδρος της επιτροπής διαλόγου του υπουργείου Παιδείας που πρότεινε πρόσφατα μια νέα εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Επίσης ο κ. Λιάκος προτείνει Σχολές Εκπαίδευσης στα ελληνικά ΑΕΙ, αυτοδύναμες και πολυδύναμες, αλλά μέσα στον σχεδιαστικό μηχανισμό τους (σχεδόν όπως οι πολυτεχνικές σχολές στην επαρχία). Αυτές θα μπορούσαν ακόμη να απευθύνονται σε δασκάλους, καθηγητές και στελέχη της εκπαίδευσης, αναφέρει.

«Εμείς είχαμε διαφωνήσει από την αρχή με τον περιορισμό των δασκάλων σε ένα μόνο επιστημονικό πεδίο»
λέει από την πλευρά του ο πρόεδρος της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδος (ΔΟΕ) κ. Θανάσης Κικινής. «Οι εκπαιδευτικοί έτσι οδηγούνται στην απαξίωση»προσθέτει.

«Οι χαμηλές βάσεις εισαγωγής οφείλονται, σε μεγάλο βαθμό, σε επιμέρους αδυναμίες του εξεταστικού συστήματος, π.χ. το να εξετάζονται στο ίδιο επίπεδο Μαθηματικών όλοι οι υποψήφιοι, δηλαδή και αυτός που θέλει να γίνει λογιστής και αυτός που θέλει να περάσει στο Πολυτεχνείο»
λέει ο εκπαιδευτικός κ. Κώστας Θεριανός. «Αντίστοιχα, στα Αρχαία και στα Λατινικά να εξετάζονται όλοι οι υποψήφιοι των ανθρωπιστικών και κοινωνικών σπουδών. Είτε για να γίνει κάποιος/α κλασικός/ή φιλόλογος είτε για να γίνει κοινωνικός/ή λειτουργός, να πρέπει να δίνει Αρχαία Ελληνικά και Λατινικά με την ίδια ύλη και τα ίδια θέματα!» συνεχίζει.

«Το επίπεδο των δασκάλων στο παρελθόν ήταν υψηλό» λέει η κυρία Μαρία Τουλιάτου, διευθύντρια του Αρσακείου δημοτικού σχολείου στην Πάτρα. «Δεν ξέραμε ποιον να πρωτοδιαλέξουμε από τους υποψηφίους που βλέπαμε. Οι δάσκαλοι αυτοί ήθελαν να είναι άριστοι και αυτό το περνούσαν στους μαθητές τους» λέει η κυρία Τουλιάτου. «Το αποτέλεσμα των εφετινών αποτελεσμάτων πιστεύω ότι θα είναι τραγικό» συνεχίζει. «Πώς να κινητοποιήσεις νέα παιδιά να αγαπήσουν τη γνώση όταν εσύ δεν το αισθάνεσαι καν;»αναρωτιέται. «Απαξιώνοντας την Παιδεία, συρρικνώνουμε την ελπίδα…» καταλήγει χαρακτηριστικά η κυρία Τουλιάτου.

«Σκούπα» χωρίς κίνητρα
Οι εκπρόσωποι του υπουργείου Παιδείας, που ακούραστα συντάσσουν τροπολογίες επί μήνες για σειρά θεμάτων, καταθέτουν μέσα στο επόμενο δεκαήμερο στη Βουλή και νέο «νομοσχέδιο -σκούπα» που θα παρεμβαίνει για μία ακόμη φορά στα θέματα των ΑΕΙ αλλά και των σχολείων, χωρίς όμως καμία διάταξη που να στηρίζει ή να δίνει κίνητρα στον κλάδο των εκπαιδευτικών. Δεν θα περιλαμβάνεται το θέμα των μεταπτυχιακών σπουδών και των διδάκτρων τους (μία ακόμη ιδιότυπη εμμονή της αρμόδιας αναπληρώτριας υπουργού κυρίας Σίας Αναγνωστοπούλου), το οποίο μετατίθεται για τον Σεπτέμβριο.

ΤΟ ΒΗΜΑ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025