Λάβαμε και δημοσιεύουμε μια απίστευτη περιπέτεια που ζει εδώ και μήνες ο εκπαιδευτικός Διονύσης Διακουμόπουλος. Το παρακάτω υπόμνημα το έχει στείλει στην Αναπληρωτή Υπουργό Παιδείας Σία Αναγνωστοπούλου
ΥΠΟΜΝΗΜΑ
Ονομάζομαι Διονύσης Ιω. Διακουμόπουλος, είμαι καθηγητής μαθηματικών (ΠΕ03), και σας παραθέτω ακολούθως ένα μικρό ιστορικό μαζί με ένα νομικό πλαίσιο που αφορούν στην εργασιακή ομηρεία στην οποία έχω περιέλθει από τον Αύγουστο του 2012 έως και σήμερα.
Το 1992 προσελήφθην ως καθηγητής μαθηματικών στο ιδιωτικό γυμνάσιο «Εκπαιδευτήρια Λαμπίρη», το οποίο ιδρύθηκε εκείνο το σχολικό έτος και στη συνέχεια επεκτάθηκε και ως λύκειο, οπότε ανέλαβα τη διδασκαλία των μαθηματικών του λυκείου και μάλιστα τα μαθήματα της Κατεύθυνσης Γ΄ Λυκείου. Εξαίρεση υπήρξε στα χρονικά διαστήματα 2000-2002 και 2004-2005 κατά τα οποία έλειψα από το σχολείο με νόμιμη εκπαιδευτική άδεια για το μεταπτυχιακό μου δίπλωμα στη Διδακτική και Μεθοδολογία των Μαθηματικών και το Διδακτορικό μου στο Μαθηματικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Έως το 2010 ήταν εν ισχύ ο νόμος 682/1977 ο οποίος για τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου (όπως και η δική μου) επέτρεπε την καταγγελία της σύμβασής τους μόνο σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις και μάλιστα απολύτως αιτιολογημένα, η δε νομιμότητά της κρινόταν από το αρμόδιο Πρωτοβάθμιο Συμβούλιο (ΠΥΣΔΕ).
Τον Αύγουστο 2012 υπήρξε «αναιτιώδης» καταγγελία της αορίστου χρόνου σύμβασής μου από την ιδιοκτησία του σχολείου με καταβολή της προβλεπόμενης αποζημίωσης απόλυσης, σύμφωνα με το νέο νόμο 3848/2010 της κας Διαμαντοπούλου.
Άμεσα υπέβαλα ένσταση καταχρηστικότητας και μη νομιμότητας της καταγγελίας της σύμβασής μου στο αρμόδιο ΠΥΣΔΕ της Δ΄ Διεύθυνσης Δ.Ε. Αθήνας το οποίο βάσει του νόμου 1351/1983 και της Γνωμοδότησης του ΝΣΚ 4/2012 είχε την αρμοδιότητα να ελέγξει την νομιμότητα αυτής της καταγγελίας της σύμβασής μου.
Στη συνέχεια εξεδόθη η υπ. αρ. 8571/Δ1/15α/1-10-2012 Πράξη 20η/03-09-2012 του ΠΥΣΔΕ Δ΄ Αθήνας, που έκρινε την καταγγελία της σύμβασης εργασίας μου από το άνω ιδιωτικό σχολείο ως καταχρηστική και ως εκ τούτου άκυρη.
Όμως η ιδιοκτησία του σχολείου ουδέποτε έως και σήμερα μου επέτρεψε να αναλάβω υπηρεσία, δηλώνοντας ότι θεωρεί την απόλυσή μου απολύτως έγκυρη και καλώντας με να προσφύγω κατά του σχολείου μέσω της δικαστικής οδού εφόσον διαφωνούσα, κάτι το οποίο δεν έπραξα, τόσο για οικονομικούς λόγους όσο και γιατί ήλπιζα ότι τελικά η πολιτεία θα μπορούσε τελικά να επιβάλει τη βούλησή της.
Ακολούθως εισέπραξα την αποζημίωση απόλυσης προκειμένου να διαβιώσω αξιοπρεπώς έως ότου ξεκαθαρίσει το θέμα.
Στη συνέχεια εξεδόθη η υπ. αριθμ. Φ17/133657/Δ5/29-10-2012 του Ειδικού Γραμματέα του ΥΠΕΠΘ κου Σωτ. Γκλαβά (την οποία σας επισυνάπτω), η οποία καλούσε τις αρμόδιες Διευθύνσεις Εκπαίδευσης όπως μεριμνήσουν για να επανέλθουν στην εργασία τους τέσσερις εκπαιδευτικοί (μεταξύ των οποίων και ο υποφαινόμενος) οι οποίοι είχαμε ακριβώς το ίδιο πρόβλημα. Όμως ούτε και αυτή έγινε σεβαστή από το ιδιωτικό σχολείο μου.
Όλο αυτό το διάστημα έως και σήμερα, όπως φαίνεται από την πρόσφατη βεβαίωση προϋπηρεσίας μου που επίσης σας επισυνάπτω, η Διοίκηση και συγκεκριμένα η Προϊσταμένη της Δ΄ Διεύθυνσης Αθήνας κα Μαρία Ιατρίδου θεωρεί ότι ανήκω ακόμη στο εν λόγω ιδιωτικό σχολείο. Παρά ταύτα όμως η Διοίκηση αποδέχεται εν τοις πράγμασι τη λειτουργία του σχολείου αυτού με αντικαταστάτη στη θέση μου τον κο Παπαευθυμίου Ευθ., εγκρίνει τη συμμετοχή του στις μισθοδοτικές καταστάσεις που υποβάλλονται προς έγκριση στην αρμόδια Διεύθυνση, το διοριστήριό του, ωρολόγια Προγράμματα, απουσιολόγια, Βιβλία Ύλης και Απολυτήρια μαθητών στα οποία υπογράφει, καθώς και διόρθωση γραπτών των Πανελληνίων Εξετάσεων από τον ίδιο, γεγονός που αντιφάσκει πλήρως με το ότι θεωρούμαι ως ανήκων στο εν λόγω ιδιωτικό σχολείο.
Τέλος με το νόμο 4254/2014 του κου Αρβανιτόπουλου καταργήθηκε η αρμοδιότητα των Υπηρεσιακών Συμβουλίων (ΠΥΣΔΕ) να κρίνουν τη νομιμότητα των απολύσεων των ιδιωτικών εκπαιδευτικών και οι προϊστάμενοι των αντιστοίχων Διευθύνσεων οφείλουν να προβαίνουν απευθείας σε Διαπιστωτική Πράξη απόλυσής τους για όσους απολύθηκαν μετά τον εν λόγω νόμο.
Ως εκ τούτου, στερούμενος εργασίας και των απαραιτήτων χρημάτων για την επιβίωσή μου, εφέτος όπως και πέρυσι, έχω υποβάλλει αίτηση να συμπεριληφθώ στους πίνακες των αναπληρωτών προς διορισμό σε δημόσιο σχολείο, δεδομένου ότι έχω αναγνωριστέα και στο Δημόσιο 18-χρονη προϋπηρεσία στην ιδιωτική εκπαίδευση.
Όμως, αν και έχω υποβάλλει την με αρ. πρωτ. 11209/35507/9-9-2015 αίτησή μου, ώστε να ενταχθώ και καταταγώ στους συντασσόμενους πίνακες αναπληρωτών, σύμφωνα με τις διατάξεις του αρ. 9 παρ. 6 του ν. 3391/2005 (ΦΕΚ 240 Α) και του άρθρου 5 παρ. 1 του ν. 3194/2003, τις προϋποθέσεις των οποίων διατάξεων πληρώ, ώστε να ενταχθώ και καταταγώ στους ανωτέρω πίνακες, εντούτοις δεν εντάχθηκα στους συνταχθέντες πίνακες, γεγονός για το οποίο ενίσταμαι, αιτούμαι δε την ένταξη και κατάταξή μου για τους κατωτέρω νομίμους, αληθείς και βάσιμους λόγους:
Ενώ, εν τοις πράγμασι, έχω απολυθεί και είναι γεγονός ότι η εργασιακή μου σχέση έχει λυθεί από 31/12/2012, εντούτοις, έως και σήμερα δεν έχει εκδοθεί σχετική πράξη απόλυσής μου από την κα Μαρία Ιατρίδου, αρμόδια Προϊσταμένη της Δ΄ Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Αθήνας (ούτε όμως και απόρριψης της υποβληθείσας απολύσεως μου), η οποία εκ του περισσού αναζητείται ως προϋπόθεση της ένταξης και κατάταξής μου στον εν λόγω Πίνακα, αφού λόγω του χρόνου της καταγγελίας δεν είναι αυτή απαραίτητη, όπως κατωτέρω θα αναπτύξω.
Νομικό Πλαίσιο
1. Έχει ήδη εκδοθεί η 2633/2014 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας σε αίτηση ακυρώσεως κατά του με αρ. Φ.18/93893/Δ5/12.7.2013 εγγράφου της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Ιδιωτικής Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, το οποίο απευθύνεται στις Διευθύνσεις και τις Περιφερειακές Διευθύνσεις Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης του Υπουργείου Σας, που κατέληγε (το έγγραφο του Υπουργείου Σας) ότι: «Με βάση τις προπαρατιθέμενες διατάξεις: α) του Ν. 4046/2012. β) της υπ’ αριθμ. 6/2012 Π.Υ.Σ. και γ) του Ν. 4093/2012, που συνιστούν πλήρεις κανόνες δικαίου, επιτακτικού χαρακτήρα και δημοσίας τάξεως και εν ταυτώ, κανόνες ειδικού σκοπού, καθολικής εφαρμογής και νεότερου νόμου, ως προς όλους τους παρέχοντες την εργασία τους με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου συνάγεται ότι δεν είναι ανεκτή πλέον, στο πλαίσιο των ως άνω διατάξεων, οποιαδήποτε αντίθετη ρύθμιση στα ζητήματα που αυτές ρυθμίζουν (τροποποίηση συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου χρόνου, κατάργηση υποκρυπτόμενων ρητρών μονιμότητας, καταγγελία κατά τις διατάξεις του Ν. 2112/1920, όπως ισχύει, προθεσμίες προειδοποιήσεως και ύψος αποζημιώσεως) και, συνεπώς, και αυτές του Ν. 682/1977 και των λοιπών συναφών που ρυθμίζουν τα ίδια θέματα»
Η εν λόγω απόφαση έκρινε ότι:
«Επειδή, οι ανωτέρω διατάξεις των μνημονίων, έχουν την έννοια ότι με αυτές καταργούνται οι όροι εργασίας, με τους οποίους παρέχονται σε κατηγορίες εργαζομένων με σύμβαση ή σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου διαδικαστικές και ουσιαστικές εγγυήσεις έναντι των απολύσεων αυξημένες σε σχέση με αυτές που παρέχονται από την κοινή εργατική νομοθεσία, ιδίως δε το ν. 2112/1920 (Α΄ 67), ως ισχύει, ήτοι έγγραφη προειδοποίηση ή γνωστοποίηση της απόλυσης και αποζημίωση. Οι διατάξεις αυτές, οι οποίες, όπως συνάγεται από το κείμενο των μνημονίων (βλ. Παράρτημα V 1 ΕΛΛ του ν. 4046/2012 «II. Ελλάδα – Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής», ιδίως παρ. 28 και 29) δεν αποσκοπούν στη δημοσιονομική προσαρμογή, αλλά στην επίτευξη ευελιξίας στην αγορά εργασίας, με στόχο την τόνωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, καταλαμβάνουν τους εργαζόμενους τόσο στο δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας και, συνεπώς, καταλαμβάνουν, εφόσον δεν γίνεται σχετική διάκριση, και το διδακτικό προσωπικό των ιδιωτικών σχολείων γενικής εκπαίδευσης που υπηρετεί με σύμβαση ή σχέση εργασίας αορίστου χρόνου, διότι, σύμφωνα με τις, ισχύουσες μέχρι το ν. 4046/2012, ειδικές για τους εργαζόμενους αυτούς, διατάξεις των άρθρων 30 και 33 του ν. 682/1977 που παρατίθενται στη σκέψη 6, η καταγγελία της ανωτέρω σύμβασης ή σχέσης εργασίας του προσωπικού αυτού (με την επιφύλαξη της ανωτέρω ειδικής, περιορισμένης εμβέλειας, διάταξης του άρθρου 30 παρ. 3 υποπαρ. α΄ παρ. iv του ν. 682/1977, που προστέθηκε με το άρθρο 47 παρ. 16 του ν. 3848/2010) μπορούσε να χωρήσει μόνο για τους προβλεπόμενους στο νόμο λόγους και μάλιστα με την τήρηση ειδικών, κατά περίπτωση, διαδικαστικών εγγυήσεων. Περαιτέρω, με τις προαναφερθείσες διατάξεις του ν. 4093/2012 καταργήθηκαν οι διατάξεις των άρθρων 30 παρ. 5 του ν. 682/1977 και 7 παρ. 2 του ν. 817/1978, οι οποίες περιείχαν ειδικές, ευνοϊκότερες για τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς, ρυθμίσεις. Επομένως, το προσβαλλόμενο έγγραφο ουδεμία νέα ρύθμιση εισάγει και ουδεμία έννομη συνέπεια επάγεται σε σχέση με τα ζητήματα αυτά, οι δε συνέπειες που κατά τους αιτούντες προκαλούνται από το έγγραφο τούτο επέρχονται ευθέως από τις προαναφερόμενες διατάξεις των ν. 4046/2012 και 4093/2012».
2. Από την ανωτέρω κρίση του Συμβουλίου της Επικρατείας συνάγεται ότι πλέον δεν είναι απαραίτητη η υποκρύπτουσα ρήτρα μονιμότητας απόφαση του Διευθυντή Εκπαίδευσης περί εγκρίσεως της απόλυσης σε περίπτωση καταγγελίας σύμβασης εργασίας ιδιωτικού εκπαιδευτικού.
3. Εξάλλου, με τις διατάξεις του άρθρου πρώτου υποπαρ. Ζ΄ του ν. 4254/2014 ρητά καταργήθηκαν τα άρθρα 30 & 33 του ν. 682/1977 στο σύνολό τους.
4. Αντίστοιχα, και προ της καταργήσεως των άρθρων 30 & 33 του ν. 682/1977 με τις ανωτέρω διατάξεις των ν. 4046/2012, β) της υπ’ αριθμ. 6/2012 Π.Υ.Σ. γ) του ν. 4093/2012 και δ) 4254/2014, γινόταν δεκτό, όπως έχει κριθεί σχετικά από την 1882/2014 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, που σημειωτέον εξεδόθη προ της ανωτέρω 2633/2014 απόφασης του ΣτΕ, που είναι ανώτερο ιεραρχικά Δικαστήριο, ότι:
«Επειδή, μετά την τροποποίηση της παρ. 3α του άρθρου 30 του ν. 682/1977 με την παρ. 16 του άρθρου 47 του ν. 3848/2010, επανήλθε το δικαίωμα αναιτιώδους καταγγελίας των συμβάσεων εργασίας αορίστου χρόνου των εκπαιδευτικών από τους ιδιοκτήτες των ιδιωτικών σχολείων, το οποίο υπήρχε υπό προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς (άρθρο 33 παρ. 4 παρ. στ΄ ν. 682/1977) και καταργήθηκε με το άρθρο 13 παρ. 2 παρ. ε΄ του ν. 2986/2002. Όπως δε είχε κριθεί, η καταγγελία σύμβασης εργασίας αποτελούσε αναιτιώδη και όχι αιτιώδη δικαιοπραξία, διότι ως προς το ζήτημα αυτό ο ν. 682/1977 υιοθέτησε τον κανόνα του εργατικού δικαίου, ο οποίος εισήχθη για πρώτη φορά στην Ελλάδα με το ν. 2112/1929 (Α΄ 67) για τις συμβάσεις εξηρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου (ΣτΕ 1998-9/2001 7μ., 2401/2000). Ως εκ τούτου, εφόσον γινόταν στον προβλεπόμενο για κάθε περίπτωση χρόνο και συνοδευόταν από την καταβολή της σχετικής αποζημιώσεως, η καταγγελία συνιστούσε ιδιαίτερο λόγο απόλυσης του διδακτικού προσωπικού σύμφωνα με την περίπτωση στ΄ της παρ. 4 του άρθρου 33 του ν. 682/1977 και υποχρέωνε τη Διοίκηση σε έκδοση πράξης απόλυσης, αποτελούσε όμως δικαίωμα που υπέκειτο, σε κάθε περίπτωση, στον περιορισμό τον οποίο επιβάλλει γενικώς στην άσκηση παντός ενοχικού δικαιώματος η διάταξη του άρθρου 281 του Αστικού Κώδικα, που ορίζει ότι: “η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος” (ΣτΕ 622/2010, 1998-9/2001 7μ., 2495/2002). Μετά την ως άνω τροποποίηση της παρ. 3α του άρθρου 30 του ν. 682/1977 με την παρ. 16 του άρθρου 47 του ν. 3848/2010, οι ιδιοκτήτες των ιδιωτικών σχολείων δικαιούνται να καταγγέλλουν, για περιορισμένο όμως αριθμό, τις συμβάσεις εργασίας των ιδιωτικών εκπαιδευτικών αναιτιωδώς, χωρίς δηλαδή να υποχρεούνται να αναφέρουν στη σχετική δήλωση της βουλήσεώς τους την αιτία για την οποία ασκούν το δικαίωμα της καταγγελίας. Ωστόσο με γνώμονα τα όσα είχαν νομολογιακά θεσπιστεί, καθώς και τα όσα γίνονται δεκτά, κατ΄ ερμηνεία του άρθρου 669 του Αστικού Κώδικα, αναφορικά με την καταγγελία των συμβάσεων εργασίας αορίστου χρόνου εν γένει (βλ. ενδεικτικά ΑΠ 31/2013), η άσκηση του, έστω περιορισμένου, αυτού δικαιώματος δεν είναι ανέλεγκτη, αλλά υπόκειται στον περιορισμό του παραπάνω άρθρου 281 του Αστικού Κώδικα. Τούτο τελεί υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρξει αμφισβήτηση εκ μέρους των ως άνω εκπαιδευτικών για υπέρβαση των ορίων που θέτει το εν λόγω άρθρο 281 ΑΚ στο δικαίωμα της καταγγελίας, με προβολή συγκεκριμένων ισχυρισμών (πρβλ. ΣτΕ 2495/2002) ενώπιον του Υπηρεσιακού Συμβουλίου και, ακολούθως, ενώπιον του αρμόδιου Δικαστηρίου, για όσο τουλάχιστον χρόνο οι παραπάνω διατάξεις του άρθρου 30 του ν. 682/1977 έχουν ακόμη εφαρμογή, πριν δηλαδή την πρόσφατη κατάργησή τους, οπότε αν η καταγγελία έγινε κατά κατάχρηση του οικείου δικαιώματος είναι άκυρη και θεωρείται ως μη γενομένη (πρβλ. ΑΠ 31/2013, 61/2012). Διαφορετικά, αν δηλαδή δεν υπάρξει αμφισβήτηση εκ μέρους των εκπαιδευτικών, η Διοίκηση οφείλει να δεχθεί την καταγγελία ως έγκυρη από την άποψη αυτή και, περαιτέρω, να προβεί στην έκδοση της σχετικής πράξης απόλυσης».
5. Δηλαδή, όπως εκρίθη με την ανωτέρω απόφαση, για να κριθεί οριστικά ως άκυρη λόγω καταχρηστικότητας η καταγγελία σύμβασης εργασίας ιδιωτικού εκπαιδευτικού, θα πρέπει ο εκπαιδευτικός να προτείνει την ακυρότητα της σύμβασης κατά πρώτον στο αρμόδιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο και κατά δεύτερον στο αρμόδιο (Πολτικό) Δικαστήριο, που λόγω της φύσεως της διαφοράς (ιδιωτικού δικαίου) είναι αρμόδιο να κρίνει περί των ζητημάτων αυτών.
6. Γιατί, το άρθρο 6 του ν. 3198/1955 ορίζει ότι: «πάσα αξίωσις μισθωτού πηγάζουσα εξ ακύρου καταγγελίας της σχέσεως εργασίας τυγχάνει απαράδεκτος, εφ’ όσον η σχετική αγωγή δεν εκοινοποιήθη εντός τριμήνου ανατρεπτικής προθεσμίας από της λύσεως της συμβάσεως εργασίας». Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, χωρίς δηλαδή να προταθεί η ακυρότητα με αγωγή, ανταγωγή, ένσταση ή αντέσταση (ΟλΑΠ 1338/1985 ΕΕργΔ 1986, 58), η καταγγελία καθίσταται ισχυρή και τόσο το δικαίωμα επίκλησης και προσβολής της ως άκυρης, όσο και οι αξιώσεις του εργαζομένου που προϋποθέτουν την ακυρότητα αποσβέννυνται (ΑΠ 161/1997, ΔΕΝ 1997, 763, ΑΠ 12/1998, ΔΕΝ 1998, 619, ΑΠ 251/1995 ΔΕΝ 1996, 41).
7. Η ακυρότητα της καταγγελίας, σε περίπτωση μη τήρησης των προϋποθέσεων που θέτει ο νόμος είναι σχετική και έχει ταχθεί υπέρ του εργαζομένου, ο οποίος μπορεί να θεωρήσει έγκυρη την καταγγελία και να παραιτηθεί από το δικαίωμα να προσβάλλει το κύρος της (ΑΠ 811/2006, ΔΕΝ 2007, 229). Η παραίτηση μπορεί να είναι ρητή ή σιωπηρή.
8. Επομένως, σε περίπτωση που δεν ασκηθεί η ανωτέρω αγωγή ενώπιον του αρμοδίου Πολιτικού Δικαστηρίου, ή σε περίπτωση που ο εκπαιδευτικός ζητά, όπως εγώ ζητώ, αφού έχω υποβάλλει αίτηση να ενταχθώ στους εν λόγω πίνακες και μάλιστα και κατά τα παρελθόντα έτη να κριθεί έγκυρη η καταγγελία της σύμβασης εργασίας του, τότε η Διοίκηση οφείλει να δεχθεί την καταγγελία ως έγκυρη και, περαιτέρω, να προβεί στην έκδοση της σχετικής πράξης απόλυσης.
Συμπέρασμα
Από τις ανωτέρω διατάξεις και πραγματικά περιστατικά προκύπτει ότι:
1. Το ως άνω ΠΥΣΔΕ έχει γνωμοδοτήσει ότι η από 31.8.2012 καταγγελία από το σχολείο Λαμπίρη της συμβάσεως εργασίας μου ήτο άκυρη ως καταχρηστική, σύμφωνα με την ήδη τότε καταργηθείσα με τους ν. 4046/2012 και 4093/2012 και την 6/2012 Π.Υ.Σ. διάταξη του άρθρου 30 του ν. 682/1977, όπως σημειώνεται στο υπ’ αριθμ. Φ.18/93893/Δ5/12.7.2013 έγγραφο του Υπουργείου Σας.
2. Έχει παρέλθει η τρίμηνη αποσβεστική προθεσμία, που ορίζει ο Νόμος, από την καταγγελία της συμβάσεως εργασίας μου, δεν έχω ασκήσει αγωγή ενώπιον του αρμοδίου Πολιτικού Δικαστηρίου και δεν έχω πλέον δικαίωμα να προσβάλλω την εγκυρότητα της γενόμενης καταγγελίας.
3. Εξάλλου, σιωπηρά, αφού υποβάλλω φέτος, αλλά είχα υποβάλλει και τα παρελθόντα έτη, σχετική αίτηση να ενταχθώ στους Πίνακες Αναπληρωτών, αλλά και ρητά έχω δηλώσει ότι αναγνωρίζω ως έγκυρη την γενόμενη καταγγελία και ζητώ από την Διοίκηση να εκδώσει σχετική πράξη, έχοντας ήδη υποβάλλει και τις με αρ. πρωτ. 13799/13-07-2015 και 16288/18-9-2015 αιτήσεις μου στην Δ΄ Δ/νση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Αθήνας.
4. Είναι ευθύνη της Διοίκησης και όχι δική μου να προβεί στην έκδοση πράξης απόλυσης μου από 31.8.2012, αφού σε σχετικές βεβαιώσεις προϋπηρεσίας μου, που εκδίδει η Διοίκηση, αναφέρεται ότι εργάστηκα στο ιδιωτικό σχολείο Λαμπίρη από 26.11.1992 έως και 31.8.2012, οπότε και καταγγέλθηκε από τον ιδιοκτήτη του Σχολείου η σύμβαση εργασίας μου.
5. Ως εκ τούτου δεν είναι σύννομη η μη ένταξη μου στους Πίνακες λόγω μη εκδόσεως της ανωτέρω πράξεως απόλυσης από την Διοίκηση, της έκδοση της οποίας – για μία κόμη φορά- αιτούμαι και με την παρούσα μου.
Για τους λόγους αυτούς, ενίσταμαι για την μη ένταξη μου (εχω δε καταθέσει εμπρόθεσμα και τη σχετική ένσταση με Αρ. Πρωτ. 149191/23-09-2015) και συνακόλουθα μη κατάταξη μου στους πίνακες αναπληρωτών και αιτούμαι:
1. Να ενταχθώ και καταταγώ στους πίνακες αναπληρωτών σχολικού έτους 2015 – 2016, σύμφωνα με τις διατάξεις του αρ. 9 παρ. 6 του ν. 3391/2005 (ΦΕΚ 240 Α) και του άρθρου 5, αφού έχω εργαστεί ως εκπαιδευτικός Μαθηματικός (ΠΕ03) στο ιδιωτικό σχολείο «Λαμπίρη» από 26.11.1992 ως και 31.8.2012, όταν και καταγγέλθηκε από τον ιδιοκτήτη του άνω σχολείου η σύμβαση εργασίας μου, έχοντας δηλαδή προσμετρούμενη κατά νόμο προϋπηρεσία δεκαοκτώ (18) ετών και
2. Εάν κριθεί ότι είναι απαραίτητο για την ένταξή και κατάταξή μου στον ανωτέρω πίνακα η έκδοση πράξης απολύσεως, τότε να εκδοθεί αρμοδίως η μη εισέτι εκδοθείσα πράξη εγκρίσεως της απολύσεως μου από το ιδιωτικό σχολείο «Λαμπίρη», δεδομένου ότι –για μία ακόμη φορά- αιτούμαι τούτο.
3. Εάν θεωρηθεί από την Υπηρεσία ότι υπάγομαι στον προηγούμενο νόμο 1351/1983 και την προαναφερθείσα Γνωμοδότηση του ΝΣΚ 4/2012 ζητώ να συνεδριάσει το αρμόδιο ΠΥΣΔΕ και να εγκρίνει την απόλυσή μου, την οποία άλλωστε και εγώ ο ίδιος έχω ζητήσει εγγράφως από την εν λόγω Διεύθυνση Δ.Ε., άλλως να θεωρηθεί ότι με καλύπτει ο έως και σήμερα νόμος 4254/2014 και ζητώ η κα Προϊσταμένη της Δ΄ Διεύθυνσης Δ.Ε. Αθήνας να εκδώσει άμεσα Διαπιστωτική Πράξη απόλυσής μου ώστε να μπορέσω να τη χρησιμοποιήσω για την ένταξή μου στους Πίνακες των αναπληρωτών.
4. Η κα Ιατρίδου Μαρία, Προϊσταμένη της Δ΄ Διεύθυνσης Δ.Ε. δεν υπέγραψε πέρυσι, αλλά ούτε υπογράφει και εφέτος, την απόλυσή μου ισχυριζόμενη ότι δεν υπάγομαι ούτε στο νόμο 4254/2014 που ψηφίστηκε μετά την απόλυσή μου ώστε να μπορεί να εκδώσει άμεσα Διαπιστωτική Πράξη Απόλυσής μου, αλλά ούτε και στο νόμο 1351/1983 ώστε να μπορεί – κατόπιν δικού μου εγγράφου αιτήματος πλήρους αποδοχής της απόλυσής μου – να συνεδριάσει εκ νέου το ΠΥΣΔΕ Δ΄ Αθήνας και να με απολύσει. Τότε που υπάγομαι; Είναι δυνατόν να βρίσκομαι εσαεί εγκλωβισμένος σε αυτή την εργασιακή ομηρεία; Δεν είναι δυνατόν (για τη Διοίκηση) να είμαι απολυμένος και μη απολυμένος ταυτόχρονα!
Με τιμή
Διονύσης Διακουμόπουλος
Καθηγητής Μαθηματικών Δ.Ε. (ΠΕ03)