1. Τι είναι το bullying και πώς διαχωρίζεται από την πλάκα και το πείραγμα;
Πολλές φορές μπορεί να μπερδεύουμε την έννοια του bullying με την έκφραση επιθετικότητας, ή το πείραγμα. Είναι σημαντικό να διευκρινίσουμε τον πραγματικό ορισμό του bullying για να αποφύγουμε τυχόν υπερτίμηση ή υποτίμηση του όρου. Η Ψυχανάλυση αντιμετωπίζει την επιθετικότητα ως ψυχική ενέργεια, παράγωγο της σύγκρουσης των δυο βασικών ενστίκτων, της ζωής και του θανάτου. Η επιθετικότητα για την Ψυχανάλυση είναι άμεσα συνδεδεμένη με το ένστικτο της σεξουαλικότητας και της αυτοσυντήρησης. Σε κάθε περίπτωση αποτελεί μια αναπόφευκτη εκδήλωση της ανθρώπινης συμπεριφοράς.
Το bullying, ή αλλιώς και εκφοβισμός ή θυματοποίηση, είναι η σωματική ή λεκτική επίθεση που προκύπτει επανειλημμένα και η οποία περιλαμβάνει μια ανισότητα δυνάμεων. Τον εκφοβισμό δεν τον συναντάμε μόνο στο σχολείο αλλά και στις οικογενειακές και ερωτικές σχέσεις όπως και στον επαγγελματικό χώρο, αλλά συνήθως αυτός που εκφοβίζει στην ενήλικη ζωή, πιθανόν να έχει στο ιστορικό του συμβάντα εκφοβισμού από την παιδική ηλικία είτε από την πλευρά του θύτη ή από αυτή του θύματος. Οπότε έχει ένα μεγάλο νόημα να επικεντρωθούμε και να επιστήσουμε την προσοχή μας στον σχολικό εκφοβισμό προκειμένου να προλάβουμε και μελλοντικές καταστάσεις.
2. Γιατί κάποιοι άνθρωποι είναι bullies;
Οι bullies δεν γεννιούνται, γίνονται. Συνήθως τα παιδιά που είναι bullies (νταήδες) είναι τα πιο δημοφιλή και κοινωνικά αποδεκτά. Αλλά στην πραγματικότητα, παρά τα φαινόμενα, και τα ίδια έχουν υποστεί ή υφίστανται κάποια μορφή εκφοβισμού ή υποτίμησης από την οικογένειά τους, και έτσι διαμορφώνεται και η ανάγκη τους να επιβληθούν στον κοινωνικό τους χώρο. Η πρωταρχική σχέση με την μητέρα, παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην μετέπειτα εξέλιξη της προσωπικότητας του παιδιού. Εάν το παιδί δεν έχει αισθανθεί από βρέφος ότι είναι επιθυμητό από την μητέρα, ότι η μητέρα δεν έχει καταφέρει να φιλτράρει με αποτελεσματικό τρόπο τα εξωτερικά αρνητικά ερεθίσματα της εξωτερικής πραγματικότητας και να προστατέψει το βρέφος από αυτά, εάν η μητέρα δεν έχει επενδύσει ψυχικά με θετικό τρόπο την σχέση της με το βρέφος, και το δεν βρέφος έχει εσωτερικεύσει την μητέρα του ως ένα πρόσωπο που το επιθυμεί, το φροντίζει και το θαυμάζει, τότε πολύ πιθανό το παιδί να αναπτύξει έντονα αισθήματα χαμηλής αυτοεκτίμησης και καταθλιπτικής προσωπικότητας (πιθανόν και βαριές παθολογίες).
Αυτά τα αισθήματα μπορούν να έχουν και ως αποτέλεσμα την ανάγκη του παιδιού να επιβληθεί στους άλλους όταν το ίδιο νοιώθει μέσα του πολύ αδύναμο. Αυτός που εκφοβίζει, είναι ανίκανος να αντέξει τα αισθήματα απόγνωσης και ευαλωτότητας που κάθε άνθρωπος νοιώθει, και βιώνει ανυπόφορο άγχος ότι η μάσκα της υπεροχής του μπορεί να πέσει. Δεν αντέχει την ιδέα ότι μπορεί να κριθεί ή να απορριφθεί για τις ατέλειές του. Έτσι ο φόβος του μετατρέπεται σε οργή ως ένας μηχανισμός άμυνας επιβίωσης, απέναντι σε κάποιον που είναι διαφορετικός ή για κάποιο λόγο κοινωνικά πιο αδύναμος, ο οποίος μπορεί να γίνει εύκολο θύμα διότι κατά κάποιο τρόπο αντιπροσωπεύει τα χαρακτηριστικά τα οποία φοβάται αυτός που εκφοβίζει.
Επίσης οι έντονες διακρίσεις ανάμεσα στα αδέρφια από τους γονείς, η αυταρχική και εκφοβιστική γονεϊκή συμπεριφορά προς το παιδί, οι σκηνές βίας ανάμεσα στους γονείς, μπορούν να οδηγήσουν στην ανάγκη του παιδιού να εκφοβίσει άλλα παιδιά προκειμένου να διαχειριστεί τον φόβο και τον τρόμο που νοιώθει μέσα του. Αυτός που εκφοβίζει προβάλει –όπως ένας προτζέκτορας στέλνει την εικόνα σε μια οθόνη- την δική του αυτό-απέχθεια πάνω στο θύμα. Αυτό μετά μετατρέπεται σε μίσος απέναντι στο θύμα το οποίο πρέπει να τιμωρηθεί επειδή προκαλεί τέτοιο άγχος σε αυτόν που εκφοβίζει. Ο ‘νταής’ δεν αντέχει να βλέπει την δική του ανεπάρκεια και αδυναμία να ενσωματώνεται στο θύμα, και έτσι πρέπει να το καταστρέψει.
Ενώ στην επιφάνεια φαίνεται να είναι μια πράξη κυριαρχίας και υποδούλωσης, ο εκφοβισμός στην πραγματικότητα είναι μια πράξη απόγνωσης, όπου ο ‘νταής’ προσπαθεί μανιωδώς να εξουδετερώσει την φυσική εκδήλωση του μυστικού του δηλαδή, την αποκηρυγμένη αδυναμία του. Ενώ οι πράξεις του μπορεί να είναι επιθετικές και πολλές φορές βίαιες, ο νταής είναι στην πραγματικότητα ένα τρομαγμένο παιδί σε κατάσταση πανικού γύρω από την πιθανότητα να αναγνωρίσει ή να αποκαλύψει τα τρομακτικά αισθήματα της ανικανότητάς του.
Ο λόγος που το θύμα φοβάται να απευθυνθεί σε κάποιον άλλον για βοήθεια είναι είτε γιατί νοιώθει ανάξιο για βοήθεια ή γιατί μπορεί να φοβάται για τις επιπτώσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε ακόμα πιο έντονο εκφοβισμό.
3. Πως αισθάνεται αυτός που εκφοβίζεται και τι μπορεί να κάνει;
Συνήθως τα παιδιά που εκφοβίζονται είναι αυτά που για κάποιο λόγο θεωρούνται κοινωνικά αδύναμα (μπορεί να πάσχουν από κάποια ασθένεια, μπορεί να ανήκουν σε μια θρησκευτική ή φυλετική μειονότητα, να έχουν ενδιαφέροντα που δεν είναι όμοια με το σύνολο ή να έχουν μια διαφορετική σεξουαλικότητα). Τo θύμα του εκφοβισμού αισθάνεται μόνο του, αδύναμο και πολλές φορές μπορεί να νοιώθει ότι του αξίζει αυτό που του συμβαίνει. Αυτός είναι ο λόγος που μπορεί να φοβάται πολύ να απευθυνθεί σε κάποιον άλλον για βοήθεια, είτε γιατί νοιώθει ανάξιο για βοήθεια ή γιατί μπορεί να φοβάται για τις επιπτώσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε ακόμα πιο έντονο εκφοβισμό.
Ο δέκτης του bullying, βιώνει έντονο άγχος και τρόμο τα οποία με τη σειρά τους μπορεί να εκδηλωθούν είτε σε κατάθλιψη είτε σε αντίστοιχη επιθετική συμπεριφορά. Συνήθως όμως τα θύματα, παραμένουν ακινητοποιημένα και παθητικά. Επίσης μπορεί να εκδηλώσουν έντονα ψυχοσωματικά συμπτώματα , όπως διαταραχές του ύπνου, κοιλιακά άλγη, πονοκεφάλους κλπ. Ο δέκτης του bullying δεν έχει φταίξει σε κάτι. Τιμωρείται για την διαφορετικότητά του από αυτούς που δεν την αντέχουν.
Όμως όταν υπάρχει στο ψυχικό υπόβαθρο του και μια καταθλιπτική προσωπικότητα που και αυτήν με την σειρά της έχει να κάνει με το πώς έχει βιωθεί η πρωταρχική σχέση με τα γονεϊκά πρόσωπα, μπορεί το θύμα να οδηγηθεί σε ακραίες καταστάσεις αυτό-τιμωρίας μέχρι και στην αυτοκτονία. Ο δέκτης του εκφοβισμού, πρέπει να καταλάβει ότι δεν φταίει και να ζητήσει άμεσα βοήθεια. Μπορεί να απευθυνθεί στους δασκάλους, στους γονείς ή και σε ειδικούς ψυχικής υγείας.
Είναι σημαντικό να μην παραμείνει απομονωμένος με την ντροπή του. Να μιλήσει ανοιχτά για αυτό που του συμβαίνει σε ένα ασφαλές περιβάλλον. Θα πρέπει όμως να τον προστατέψουν και οι γύρω του με διάφορους τρόπους που θα αναφερθούν παρακάτω.
Εάν ένας γονιός αντιληφθεί ότι το παιδί του εκφοβίζει θα μπορούσε να λάβει ανάλογη δράση, όπως να το διαβεβαιώσει ότι το αγαπά , να μην κρίνει το ίδιο αλλά την μη αποδεκτή συμπεριφορά του και να του εξηγήσει τις καταστροφικές επιπτώσεις του εκφοβισμού.
4. Μπορεί ο διαδικτυακός εκφοβισμός να επηρεάσει όσο ο παραδοσιακός εκφοβισμός;
Ο διαδικτυακός εκφοβισμός είναι και αυτός μια σοβαρή μορφή εκφοβισμού και μπορεί να έχει σοβαρές και αντίστοιχες συνέπειες με αυτές του παραδοσιακού εκφοβισμού. Παρόλο που μπορεί να μην συμπεριλαμβάνει την σωματική επίθεση και βία, η βία εξακολουθεί να υφίσταται σε σοβαρή ψυχολογική μορφή. Ο διαδικτυακός εκφοβισμός μπορεί να περιλαμβάνει:
αποστολή κειμένων, e-mail, ή άμεσων μηνυμάτων με κακόβουλο ή/και προσβλητικό, για το όνομα ή/και την ταυτότητα του λήπτη, περιεχόμενο
ανάρτηση προσβλητικών για το θύμα φωτογραφιών, ή άλλου υλικού σε ιστοσελίδες, δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης,
διαδικτυακή παρακολούθηση των αναρτήσεων του θύματος με ανάρτηση εχθρικών σχολίων ή μηνυμάτων
ανακοίνωση, διανομή ή/και αποστολή σε τρίτους προσωπικών ή εμπιστευτικών μηνυμάτων, βίντεο ή φωτογραφιών ονόματος ή/και της προσωπικότητας του θύματος
γνωστοποίηση προσωπικών πληροφοριών ή προσωπικών δεδομένων σε πολλαπλούς παραλήπτες
Ο θύτης βιώνει τα αντίστοιχα αισθήματα που περιγράφηκαν παραπάνω. Έχει ανάγκη για κυριαρχία και επιβολή για να κατευνάσει τα δικά του επιθετικά αισθήματα προς τον εαυτό του. Υπάρχει η πιθανότητα ο διαδικτυακός εκφοβισμός να πάρει ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις και από τον παραδοσιακό εκφοβισμό γιατί υπάρχει μικρότερη δυνατότητα ελέγχου και περιορισμού αν δεν εντοπισθεί έγκαιρα. Μπορεί να επηρεάσει την ζωή του θύματος διαταράσσοντας την διάθεσή του, την αυτό-εικόνα του και την αξιοπρέπειά του. Προσβάλλεται η ιδιωτικότητά του και η υπόληψή του. Μπορεί να επιφέρει κοινωνική απομόνωση, αποχή από τα μαθήματα ή την εργασία, αίσθηση ανασφάλειας, τρόμο και κατάθλιψη αλλά και σωματοποίηση του άγχους, μέχρι και αυτοκτονικές τάσεις.
Η αντιμετώπιση, οφείλει να γίνει εγκαίρως και μπορεί να περιλαμβάνει:
την αγνόηση των ενοχλητικών μηνυμάτων
τον αποκλεισμό του αποστολέα των απειλητικών/ενοχλητικών μηνυμάτων
την προειδοποίηση του αποστολέα για τη λήψη νόμιμων μέτρων προστασίας
την αναφορά των περιστατικών στις αρμόδιες αρχές (π.χ. αστυνομία, υπηρεσία δίωξης ηλεκτρονικού εγκλήματος) και λήψη προληπτικών μέτρων, σε περίπτωση απειλών ή προσωπικής ζημίας
Ως προς τους γονείς που αντιλαμβάνονται ότι το παιδί τους εκφοβίζεται ηλεκτρονικά αυτό που πρέπει να κάνουν κατ’ αρχήν είναι το διαβεβαιώσουν λεκτικά και συναισθηματικά ότι είναι ασφαλές και άξιο αγάπης, να τα συμβουλέψουν να είναι σε επαγρύπνηση και να έχουν αυτοπεποίθηση , να τα ενημερώσουν λεπτομερώς για τους τυχόν κινδύνους και τους τρόπους πρόληψης ή και να επισκεφθούν έναν ειδικό ψυχικής υγείας σε περίπτωση ψυχοσωματικών συμπτωμάτων.
Εάν ένας γονιός αντιληφθεί ότι το παιδί του εκφοβίζει ηλεκτρονικά θα μπορούσε να λάβει ανάλογη δράση, όπως να το διαβεβαιώσει ότι το αγαπά , να μην κρίνει το ίδιο αλλά την μη αποδεκτή συμπεριφορά του και να του εξηγήσει τις καταστροφικές επιπτώσεις του εκφοβισμού, ή και να επισκεφθούν οικογενειακά έναν ειδικό ψυχικής υγείας.
5. Πώς μπορούν να βοηθήσουν οι γύρω και πώς μπορεί να ‘σπάσει’ ο κύκλος του bullying;
Για να αντιμετωπιστεί ο εκφοβισμός πρέπει να υπάρχει ένα ολόκληρο σύστημα στήριξης και πρόληψης. Σχολικοί ψυχολόγοι σε κάθε σχολείο, ομάδες και διαλέξεις ψυχο-εκπαίδευσης γονέων και δασκάλων από ψυχολόγους, ειδικά προγράμματα σε μορφή τάξεων στα σχολεία όπου αντιμετωπίζεται ο εκφοβισμός εκ των έσω όπου τα παιδιά αναλαμβάνουν ρόλους και ευθύνες σχετικά με τον εκφοβισμό που μπορεί να εντοπίζουν (όπως ο ρόλος του διαμεσολαβητή).
Να ενσωματώνεται στο Αναλυτικό Πρόγραμμα η επίλυση συγκρούσεων. Να οργανώνονται συνελεύσεις ή παιχνίδια ρόλων με συμμετοχή μαθητών. Να ανατίθεται στους μαθητές να μιλήσουν για σχετικά θέματα στους γονείς ή ακόμη να προσφέρουν υπηρεσίες παρέμβασης για επίλυση συγκρούσεων σε συλλόγους και άλλες οργανώσεις. Οι μαθητές να αναλαμβάνουν να εκπαιδεύσουν άλλους πιο μικρούς συμμαθητές τους στην αντιμετώπιση των συγκρούσεων. Να βοηθούν μικρότερους μαθητές πώς να μάθουν να επιλύουν τις διαφορές τους με διαπραγμάτευση ή με συναινετική λήψη αποφάσεων. Κάποια από αυτά ήδη εφαρμόζονται, αλλά χρειάζεται να γίνει σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό και να γίνει σε όλα τα σχολεία..
Ο σχεδιασμός μιας παιδαγωγικής στρατηγικής που στοχεύει στην αντιμετώπιση της επιθετικότητας στο σχολείο θα πρέπει να είναι πολυδιάστατος και να λαμβάνει υπόψη του τους ποικίλους παράγοντες, που έχει αποδειχτεί ότι άμεσα ή έμμεσα εμπλέκονται στην εμφάνιση του φαινομένου. Οι παράγοντες αυτοί έχουν σχέση με την κατάλληλη διαμόρφωση του φυσικού χώρου, τις σχέσεις των εμπλεκόμενων προσώπων και τη μαθησιακή διαδικασία. Η σωστή αντιμετώπιση όλων αυτών των παραγόντων στο σύνολο τους μπορεί να φέρει πολύ θετικά αποτελέσματα και βελτίωση της σχολικής ζωής, παραμερίζοντας βίαιες καταστάσεις. Όλο το σχολικό περιβάλλον θα πρέπει να συντελεί στη δημιουργία θετικού κλίματος και καθημερινά να δίνει την εικόνα της φροντίδας, του σεβασμού, της επικοινωνίας, της υπευθυνότητας.
Όλοι μας, προκειμένου να ζήσουμε μια καλή ζωή, θα πρέπει τελικά να μπορούμε κατά την διάρκεια της ψυχολογικής μας ανάπτυξης να αναγνωρίζουμε και να αποδεχόμαστε την δική μας εγγενή μας τρωτότητα, ανικανότητα και ανεπάρκεια. Πρέπει όλοι να συμβιβαστούμε με τις αδυναμίες μας και τις ατέλειες μας. Πρέπει να μπορούμε, όπως λέει και ένας μεγάλος Άγγλος ψυχαναλυτής, ο Adam Phillips, ‘να αντέχουμε να μας μισούν’ και να ξεπεράσουμε το δικό μας μίσος για τα περίεργα και μη αποδεκτά κομμάτια του εαυτού μας.
Θα είναι αδύνατον να εξαλείψουμε τον εκφοβισμό εάν δεν καταλάβουμε από πού προέρχεται. Πέρα από το να ενδυναμώνουμε τα θύματα και να αποδοκιμάζουμε τους θύτες, είναι σημαντικό να απευθύνουμε τους βαθιά εγκατεστημένους φόβους και την αυτό-απέχθεια εκ μέρους αυτών που παρουσιάζουν τέτοιες συμπεριφορές.
Κατερίνα Βαλαβανίδη ψυχολόγος