«Χάρτη» προεκλογικών υποσχέσεων… ζωγραφίζει στην Εκπαίδευση το υπουργείο Παιδείας, με ένα νέο νομοσχέδιο που καταργεί και τυπικά την αξιολόγηση δασκάλων και καθηγητών και ελέγχει για την επάρκειά τους μόνο τα στελέχη!
Γράφει η Μάρνυ Παπαματθαίου Τα Νέα
Παράλληλα όμως, το νέο σύστημα που προτείνεται για τη διοίκηση των σχολείων, οδηγεί την εκπαιδευτική κοινότητα σε διχασμό. Θεσπίζονται «ανώνυμα» ερωτηματολόγια εκπαιδευτικών που θα κρίνουν τις επιδόσεις των διευθυντών τους και προωθείται ένας κεντρικά ελεγχόμενος μηχανισμός επιλογής των 13 περιφερειακών διευθυντών της χώρας, οι οποίοι θα έχουν θητεία τριών ετών και αυξημένες αρμοδιότητες, σύμφωνα με Τα Νέα.
Με λίγα λόγια, η επόμενη κυβέρνηση της χώρας, αν δεν είναι της ίδιας ιδεολογικής κατεύθυνσης με τη σημερινή, θα αναγκαστεί να συμβιβαστεί με τους περιφερειακούς διευθυντές που θα επιλέξουν τα μέλη Συμβουλίου, το οποίο θα ορίσει ο νυν υπουργός Παιδείας (με εξαίρεση τους αιρετούς εκπαιδευτικούς του). Θεσπίζεται και ανώτατο όριο παραμονής των στελεχών στις θέσεις τους, αφού δεν θα επιτρέπεται η επιλογή για τρίτη συναπτή θητεία σε όμοια θέση στελέχους της Εκπαίδευσης.
ΑΛΛΑΓΕΣ ΕΚ ΒΑΘΡΩΝ. Ολα αυτά όταν σε όλη την Ευρώπη η τάση στην Εκπαίδευση είναι οι σχολικές μονάδες να διοικούνται από επαγγελματίες αποφοίτους σχολών διοίκησης χωρίς θητείες και με ανοικτή λογοδοσία. Το νέο σύστημα διοίκησης που εισηγείται ο υπουργός Παιδείας δε, φαίνεται ότι έρχεται σε αντίθεση με τις συμφωνίες που έχουν γίνει με τον ΟΟΣΑ και τους εκπροσώπους των θεσμών για αποκομματικοποίηση της Εκπαίδευσης και αξιοκρατικές επιλογές.
Το νέο νομοσχέδιο είναι ίσως το σημαντικότερο από πλευράς συνεπειών που έχει ώς σήμερα ψηφιστεί από το υπουργείο Παιδείας, γιατί αλλάζει εκ θεμελίων το εκπαιδευτικό τοπίο της χώρας.
Μάλιστα, η αποκέντρωση που έχει χρησιμοποιηθεί ως λέξη – κλειδί με βάση τα άρθρα του νομοσχεδίου, μεταφράζεται τελικά σε «υπερσυγκέντρωση», καθώς οι μικρές παλιές δομές μεταφέρονται σε επίπεδο περιφέρειας. Οπως λένε άλλωστε όσοι ξέρουν, «όσο απομακρυνόμαστε από το επίπεδο που κρίνουμε, τόσο προχωράμε προς περισσότερο συγκεντρωτικά συστήματα εκπαίδευσης».
Το νέο σύστημα διοίκησης της Εκπαίδευσης του Κώστα Γαβρόγλου όμως, θα είναι «γερασμένο», καθώς φαίνεται να λαμβάνονται υπόψη τα πτυχία και τα τυπικά προσόντα των υποψηφίων, αλλά στην ουσία (και όπως έχουν γράψει «ΤΑ ΝΕΑ») μοριοδοτείται η αρχαιότητα και ειδικά στη διδασκαλία.
Για να κάνει έτσι ένας εκπαιδευτικός χρήση των πτυχίων του στη διαδικασία επιλογής στελεχών, θα πρέπει να έχει περάσει τα 10 έτη διδασκαλίας (που θα του δώσουν δέκα μόρια). Εάν κάποιος σπουδάζει ενώ βρίσκεται στην Εκπαίδευση και απομακρυνθεί από την τάξη, χάνει μόρια. Τα δέκα χρόνια «στην τάξη» αποτελούν πλέον τη γενική προϋπόθεση συμμετοχής στις κρίσεις. Για τους διευθυντές σχολείων προϋπόθεση είναι τα οκτώ χρόνια. Από τις θέσεις διοίκησης ουσιαστικά αποκλείονται οι σχολικοί σύμβουλοι, καθώς ως μόρια διδακτικής εμπειρίας θα παίρνουν ένα μόριο τον χρόνο για όσα χρόνια ήταν σύμβουλοι, με ανώτερο αριθμό τα… δύο. Προαπαιτούμενο στην περίπτωσή τους (στη μόνη κατηγορία υποψηφίων για στελέχη) θα είναι η γνώση ξένης γλώσσας σε επίπεδο Β2. Συνολικά ως θεσμός, οι σχολικοί σύμβουλοι που πάντα ήταν πιο κοντά στην τάξη σε συμβουλευτικό επίπεδο, καταργούνται. Οι 840 θέσεις που είχαν πανελλαδικά μειώνονται στις 530 και μεταφέρονται σε επίπεδο περιφέρειας με τον χαρακτηρισμό του «συντονιστή».
Συγκεκριμένα:
Τα κριτήρια επιλογής των στελεχών της Εκπαίδευσης αποτιμώνται με 45 μονάδες κατ’ ανώτατο όριο:
n Το κριτήριο της επιστημονικής συγκρότησης αξιολογείται ως 17 μονάδες, από τις οποίες οι τίτλοι σπουδών είναι 9 μονάδες κατ’ ανώτατο όριο.
n Το κριτήριο της διοικητικής και διδακτικής εμπειρίας αξιολογείται ως 13 μονάδες.
n Το κριτήριο της διοικητικής και εκπαιδευτικής επάρκειας αποτιμάται ως 5 μονάδες.
n Το κριτήριο της προσωπικότητας και της γενικής συγκρότησης (συνέντευξη) αποτιμάται ως 10 μονάδες.
Δεν θα υπάρχει συνάφεια σπουδών με το αντικείμενο (π.χ. ένας εκπαιδευτικός με σπουδές στη διοίκηση θα έχει τις ίδιες πιθανότητες με οποιονδήποτε άλλον).
ΟΙ «ΑΡΙΣΤΟΙ» ΚΑΙ ΟΙ «ΑΚΑΤΑΛΛΗΛΟΙ». Με το νέο νομοσχέδιο όμως, όλοι αξιολογούνται με αυστηρό σύστημα, εκτός από τους εκπαιδευτικούς στη τάξη! Τους βασικούς φορείς δηλαδή της γνώσης προς τους μαθητές και αυτούς που πρωταρχικά θα έπρεπε να κριθούν και να αξιολογηθούν. Και βεβαίως, μια τεράστια δεξαμενή ατόμων (και ψηφοφόρων).
Σύμφωνα με τις προβλέψεις του υπουργείου Παιδείας, «δικαστήρια» ενστάσεων θα κρίνουν τα θέματα που συνδέονται με τις αξιολογήσεις στελεχών. Τα όργανα που θα κρίνουν τις ενστάσεις της αξιολόγησης θα συγκροτηθούν ανά περιφέρεια.
Στην αξιολόγηση, τα στελέχη που θα συμπληρώνουν τη βαθμολογία του «άριστου» και του «πολύ επαρκούς» αποκλείονται από τη διαδικασία των ενστάσεων, αφού το δικαίωμα αυτό το έχουν μόνο όσοι έχουν μέσο όρο βαθμολογίας κάτω των 75 μορίων.
Για πρώτη φορά περιλαμβάνεται σε διαδικασία αξιολόγησης στη χώρα η κατηγορία «ακατάλληλος».
Στα σχολεία, ο κάθε αξιολογούμενος θα αξιολογείται από τον ιεραρχικά ανώτερό του (π.χ. ο υποδιευθυντής, από τον διευθυντή κ.λπ.), με τρεις διαφορετικούς τρόπους: για παράδειγμα ένας διευθυντής σχολείου θα αξιολογείται για το διοικητικό του έργο από τον διευθυντή Εκπαίδευσης της περιοχής του, για το παιδαγωγικό του έργο από τον συντονιστή (τέως σχολικό σύμβουλο) και τέλος από τους εκπαιδευτικούς της τάξης.
Προβλέπονται έξι κατηγορίες βαθμολογίας: 90-100 μόρια οι «άριστοι», 89-75 οι «πολύ επαρκείς», 74-60 οι «επαρκείς», 59-50 οι «μερικώς επαρκείς», 49-40 οι «μέτριοι», 39-25 οι «ανεπαρκείς», 24-0 οι «ακατάλληλοι».
Τα ερωτηματολόγια των εκπαιδευτικών θα συμπληρώνονται ως κριτήριο αξιολόγησης μόνο στα σχολεία, ενώ τα ανώτερα στελέχη θα αξιολογούνται απλά από τον ιεραρχικά ανώτερό τους.
Τα κριτήρια αξιολόγησης των στελεχών της Εκπαίδευσης κατατάσσονται στις εξής κατηγορίες:
n Υπηρεσιακές σχέσεις και διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού.
n Γνώση και εφαρμογή αρχών εκπαιδευτικής διοίκησης και παιδαγωγικής καθοδήγησης.
n Αποτελεσματικότητα και ποιότητα στην άσκηση καθηκόντων.
Κατά τα άλλα, στο επίπεδο της καθοδήγησης Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση για πρώτη φορά ενώνονται με κοινές δομές.