Αξιολόγηση: Οι εκπαιδευτικοί στη συντριπτική τους πλειοψηφία δίνουν εδώ και χρόνια, μέσα στην τάξη, τον καλύτερό τους εαυτό προκειμένου να εμπνεύσουν, να καλλιεργήσουν και να διαπαιδαγωγήσουν τους μαθητές και τις μαθήτριες, αναφέρει η Ομοσπονδία Καθηγητών.
Η ανακοίνωση
Το παρόν έγγραφο αποσκοπεί να σας μεταφέρει την αγωνία της Ομοσπονδίας μας αναφορικά με το μέλλον της εκπαίδευσης των παιδιών μας. Σκεφτήκαμε πως θα πρέπει να απευθυνθούμε σε εσάς τους γονείς και κηδεμόνες, όπως κάνουμε πάντα στην καθημερινή πρακτική κατά τη διάρκεια της σχολικής λειτουργίας. Είστε εσείς που βοηθάτε αγόγγυστα στο εκπαιδευτικό μας έργο προς όφελος των παιδιών μας και γενικότερα της παιδείας της χώρας μας, έχοντας αναλάβει πολύ βαρύ και δυσανάλογο με τις δυνατότητες σας φορτίο. Αισθανόμαστε πως η πολιτεία συνειδητά και στοχευμένα μας έχει εγκαταλείψει και έχει εναποθέσεις τις ελπίδες της για περάτωση της σχολικής χρονιάς αποκλειστικά στην άοκνη προσπάθειά σας, την αέναη οικονομική σας συνδρομή, την ιώβεια υπομονή σας, αλλά και στη δική μας φιλοτιμία, στο δικό μας επαγγελματισμό και στη δεδηλωμένη κοινή μας αγάπη για τους μαθητές και τα παιδιά μας.
Η Ομοσπονδία Καθηγητών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης (Ο.Κ.Π.Ε.), όπως θα γνωρίζετε, εκπροσωπεί τους εκπαιδευτικούς ειδικοτήτων που εργάζονται στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Δηλαδή, αυτούς τους εκπαιδευτικούς που με την είσοδό τους στα δημοτικά σχολεία κατάφεραν να φέρουν έναν άνεμο πολιτιστικής αφύπνισης, ψηφιακού εγραμματισμού, δια βίου σωματικής άσκησης και πολυγλωσσικής αντίληψης. Στοιχεία τα οποία συνεπαίρνουν τους μαθητές μας και ενισχύουν το στόχο να τους καταστήσουν σύγχρονους ευρωπαίους πολίτες του 21ου αιώνα.
Η Ο.Κ.Π.Ε. είναι το μόνο δευτεροβάθμιο όργανο που εκπροσωπεί εκπαιδευτικούς το οποίο εμμένει πεισματικά, σταθερά και ακλόνητα να εργάζεται μακριά από κομματικές εισδοχές και κομματικές ταυτότητες. Ως εκ τούτου, μπορεί πάντα να εκφράζει τις απόψεις της ελεύθερα χωρίς δεσμεύσεις και χωρίς υστερόβουλες σκέψεις που πηγάζουν από πιθανά ανταποδοτικά κομματικά οφέλη.
Οι εκπαιδευτικοί στη συντριπτική τους πλειοψηφία δίνουν εδώ και χρόνια, μέσα στην τάξη, τον καλύτερό τους εαυτό προκειμένου να εμπνεύσουν, να καλλιεργήσουν και να διαπαιδαγωγήσουν τους μαθητές και τις μαθήτριες.
Θα σας θυμίσουμε πως, κατά τη διάρκεια της καραντίνας με το κλείσιμο των σχολικών μονάδων και την έναρξη της τηλεκπαίδευσης, γίνατε και εσείς πολλές φορές αυτόπτες μάρτυρες των ποικίλων προβλημάτων που παρουσιάστηκαν και παρατηρήσατε πως οι εκπαιδευτικοί εξ’ ολοκλήρου μόνοι τους, με την παγερή αδιαφορία των διοικούντων και με δική τους υλικοτεχνική υποδομή, κράτησαν όρθια την εκπαίδευση και συνέβαλαν τα μέγιστα για τη ψυχική και συναισθηματική υγεία των μαθητών.
Ωστόσο, μέσα στο πλαίσιο της υγειονομικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα μας, της ελλιπούς χρηματοδότησης της παιδείας, των απαρχαιωμένων και επικίνδυνων κτηριακών εγκαταστάσεων, της ανεπαρκούς υλικοτεχνικής υποδομής, των ελλείψεων σε εκπαιδευτικό προσωπικό, της συγχώνευσης τμημάτων και του επακόλουθου στοιβάσματος 25 και πλέον μαθητών σε μια αίθουσα ή σε ένα προκάτ λυόμενο, έρχεται η υπουργός κ. Κεραμέως και επιχειρεί, με πρωτοφανή αδιαλλαξία και έλλειψη διάθεσης για διάλογο, να εισάγει το έκτρωμα που ονόμασε «αξιολόγηση της σχολικής μονάδας και των εκπαιδευτικών»
Καταρχάς, θα θέλαμε να κάνουμε σαφές ότι η Ο.Κ.Π.Ε. δεν είναι αρνητική στην εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου και επίσημα θεσμοθετημένου συστήματος αξιολόγησης. Πιστεύουμε σταθερά και ακλόνητα, πως η αξιολόγηση, ως μια διαδικασία εξ ορισμού σύμφυτη με την εκπαίδευση, πρέπει να στοχεύει πραγματικά (όχι μόνο σε επίπεδο ρητορικής) στη βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας της εκπαιδευτικής διαδικασίας, συνδεδεμένη άρρηκτα με την επιμόρφωση και την επαγγελματική ανάπτυξη των λειτουργών της. Είναι επιβεβλημένο να πραγματοποιείται με τη συναίνεση και τη συμβολή των ιδίων των εκπαιδευτικών, να μην εστιάζει απόλυτα στους εκπαιδευτικούς και στο έργο τους, αλλά να αφορά όλο το φάσμα λειτουργίας της εκπαίδευσης (υλικοτεχνική υποδομή, αναλυτικά προγράμματα, προγράμματα διδασκαλίας, οικονομικοί πόροι, διοικητική οργάνωση, κ.ά).
Με βεβαιότητα που πηγάζει από τη γνώση και την εμπειρία επάνω στα εκπαιδευτικά θέματα, εκφράζουμε την αγωνία μας ότι οι συγκεκριμένες διαδικασίες αξιολόγησης, θα οδηγήσουν μελλοντικά σε σχολεία διαφορετικών ταχυτήτων, ενώ ταυτόχρονα θα δημιουργήσουν ένταση, άγχος, και φόβο στους εκπαιδευτικούς, κάτι που θα αντανακλάται σε όλες τις πτυχές της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Ο ανταγωνισμός που θα προκύψει θα έχει αρνητική χροιά και θα βασίζεται πιθανόν σε όρους και συνθήκες «ελεύθερης αγοράς» όπου θα κυριαρχεί το «δίκιο του ισχυρού». Το κλίμα της χαράς, της ασφάλειας και δημιουργικότητας που χτίστηκε με κόπο τις τελευταίες δεκαετίες δεν θα θεωρείται πια δεδομένο μέσα στο σχολείο.
Όλα τα παραπάνω οδήγησαν σύσσωμες όλες τις ομοσπονδίες των εκπαιδευτικών να προκηρύξουν απεργία-αποχή από τις συνελεύσεις που αφορούσαν την αξιολόγηση. Δυστυχώς, η ηγεσία του ΥΠΑΙΘ έκρινε ότι πρέπει να τις οδηγήσει στα δικαστήρια (όπου φρονεί, και όχι αδίκως, ότι έχει το «πάνω χέρι») αντί να δεχτεί να συζητήσει σοβαρά και διεξοδικά για να βρεθεί η βέλτιστη λύση.
Τελειώνοντας, θα θέλαμε να διατρανώσουμε την πίστη μας ότι το σχολείο και γενικότερα η παιδεία θα είναι ο τελευταίος θεσμός που θα μπορούσε να ανεχτεί τον αυταρχισμό, την αδιαλλαξία και την τακτική του «αποφασίζουμε και διατάζουμε». Ακόμη, δηλώνουμε με βεβαιότητα ότι εμείς οι εκπαιδευτικοί θα είμαστε πάντα εδώ για να θυμίζουμε προς όλες τις κατευθύνσεις ότι όλοι μας έχουμε ευθύνη για το μέλλον που ετοιμάζεται για τα παιδιά μας