Το Δημόσιο καλείται να καταβάλλει αποζημίωση 7.000 ευρώ σε 7χρονο μαθητή με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες καθώς δεν τον στήριξε, ως όφειλε, με εξειδικευμένο εκπαιδευτικό προσωπικό γεγονός το οποίο έπαιξε ρόλο στη διαρκή επιδείνωση της προσαρμογής του στη μαθητική κοινότητα και τη μαθησιακή διαδικασία.
Συγκεκριμένα, η ιστορία εκτυλίχθηκε σε σχολείο του Ναυπλίου.
Εκτός των διαπιστωμένων από το Διοικητικό Πρωτοδικείο Ναυπλίου παραλείψεων και λάθος χειρισμών του κράτους, το παιδί και η οικογένειά του «στοχοποιήθηκαν» από τη σχολική κοινότητα που οδήγησε την υπόθεση μέχρι και σε εισαγγελέα ανηλίκων.
«Η παράνομη παράλειψη χορήγησης της αναγκαίας εκπαιδευτικής βοήθειας στο τέκνο των εναγόντων συνέβαλε στη διαρκή επιδείνωση των προβλημάτων προσαρμογής του στη μαθητική κοινότητα και τη μαθησιακή διαδικασία, στην αδυναμία ελέγχου των προβλημάτων της συμπεριφοράς του, στην περιθωριοποίησή του, σε πολυάριθμες αναφορές σε βάρος του από εκπαιδευτικούς και, γενικώς, στην αδυναμία ομαλής ένταξής του στο σχολικό περιβάλλον. Τα γεγονότα αυτά ήταν ικανά να επιφέρουν ηθική βλάβη στο ανήλικο τέκνο των εναγόντων λόγω προσβολής της προσωπικότητάς του, για την αποκατάσταση της οποίας πρέπει να επιδικαστεί στους ενάγοντες χρηματική ικανοποίηση. Το ύψος αυτής, ενόψει του είδους της προσβολής, του μεγέθους και της διάρκειας της βλάβης, καθώς και των λοιπών συνθηκών της συγκεκριμένης περίπτωσης, προσδιορίζεται, κατ’ εύλογη κρίση του Δικαστηρίου, στο ποσό των επτά χιλιάδων (7.000) ευρώ» αναφέρει η υπ’ αριθμ. 60/2021 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Ναυπλίου.
Ο 7χρονος τότε μαθητής, διαγνώστηκε σε ηλικία 4 ετών, με ειδική διαταραχή στην έκφραση γλώσσας και ειδική διαταραχή κινητικής λειτουργίας, ενώ κρίθηκε ότι μπορεί να φοιτήσει σε κοινό σχολείο με παράλληλη όμως στήριξη από ειδικά εκπαιδευμένο δάσκαλο και παρακολούθηση Εξατομικευμένου Προγράμματος Εκπαίδευσης.
Ωστόσο, όπως διαπιστώθηκε, η εκπαιδευτικός που έφτασε στο σχολείο και ανέλαβε υπηρεσία στις 12 Νοεμβρίου 2018, ήταν γενικής αγωγής. Λίγες ημέρες αργότερα, η διευθύντρια του σχολείου με αίτημά της ζητούσε την αποστολή κλιμακίου του ΚΕΔΔΥ για την επαναξιολόγηση της κατάστασης, την παροχή συμβουλευτικής υποστήριξης και ενημέρωσης των εκπαιδευτικών που εμπλέκονται στη μαθησιακή διαδικασία του συγκεκριμένου μαθητή και των γονέων του και την επείγουσα λήψη μέτρων.
Στο συγκεκριμένο έγγραφο επισυνάπτονταν αναφορές των εκπαιδευτικών, εκ των οποίων προέκυπτε ότι τα προβλήματα επιθετικής συμπεριφοράς του παιδιού κατά των συμμαθητών του και των εκπαιδευτικών είχαν κλιμακωθεί σε ένταση και συχνότητα. Από την γνωμάτευση του ΚΕΔΔΥ διαπιστώθηκαν σημαντικές δυσκολίες στη συμπεριφορά του παιδιού (ανυπακοή, αδυναμία συμμόρφωσης σε κανόνες, βίαιη και εναντιωματική συμπεριφορά με σωματικά χτυπήματα και υβριστικά σχόλια, μαθησιακή αποεπένδυση, περιθωριοποίηση).
Έτσι, σχεδιάστηκε βραχυπρόθεσμο εξατομικευμένο πρόγραμμα μίας εβδομάδας, το οποίο παραδόθηκε στις 23.11.2018 στην εκπαιδευτικό παράλληλης στήριξης. Σε επόμενες επισκέψεις, που έγιναν λίγες ημέρες αργότερα, αν και διαπιστώθηκε ότι μειώθηκε η συχνότητα των επιθετικών συμπεριφορών του παιδιού, η έντασή τους παρέμεινε ίδια. Ταυτόχρονα, κρίθηκε ότι κανένας εκπαιδευτικός του σχολείου δεν μπορούσε να διαχειριστεί τον μαθητή και προτάθηκε η άμεση μεταγραφή του στο Ειδικό Δημοτικό Σχολείο Άργους.
Οι γονείς του 7χρονου δεν αποδέχτηκαν την πρόταση και κατέθεσαν ένσταση ενώπιον της Περιφερειακής Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Πελοποννήσου.
«Παράλληλα, ενόψει συνέχισης της επιθετικής συμπεριφοράς του τέκνου των εναγόντων πριν από τις γιορτές των Χριστουγέννων του επίμαχου σχολικού έτους και κατόπιν αλλεπάλληλων διαμαρτυριών γονέων και κηδεμόνων των συμμαθητών του που ανησυχούσαν για τη σωματική τους ακεραιότητα, ο Διευθυντής Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Αργολίδας απέστειλε στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Ναυπλίου αναφορά με θέμα “επιθετική συμπεριφορά μαθητή”, με την οποία ενημέρωσε τον Εισαγγελέα ότι το τέκνο των εναγόντων παρουσιάζει ιδιαίτερα επιθετική συμπεριφορά με αποτέλεσμα να είναι επικίνδυνος για την ασφάλεια και σωματική ακεραιότητα του ίδιου και των συμμαθητών του, καθώς και ότι οι γονείς του αρνούνται να συνεργαστούν, αφού δεν αποδέχονται τη σχετική γνωμάτευση του ΚΕΣΥ Αργολίδας περί μεταγραφής του τέκνου τους στο Ειδικό Δημοτικό Σχολείο Άργους» περιγράφεται στην απόφαση.
Ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών Ναυπλίου διέταξε τη διενέργεια επείγουσας κοινωνικής έρευνας προκειμένου να διαπιστωθεί εάν οι γονείς του παιδιού είναι σε θέση να ανταποκριθούν στο λειτούργημά τους και ειδικότερα εάν είναι σε θέση να αντιληφθούν την αναγκαιότητα μεταγραφής του ανηλίκου τέκνου τους στο Ειδικό Δημοτικό Σχολείο Άργους και αν έχουν τη βούληση να ενεργήσουν προς την κατεύθυνση αυτή, ενώ «σε κάθε περίπτωση ζητήθηκε να εντοπιστούν πρόσωπα από το ευρύτερο συγγενικό περιβάλλον του ανηλίκου (πέραν των γονέων του) τα οποία κρίνονται ικανά διαχείρισης υποθέσεων του ανηλίκου».
Τελικά, η υπόθεση μπήκε στο αρχείο όταν οι αρμόδιες υπηρεσίες συνέταξαν Εξατομικευμένο Πρόγραμμα Εκπαίδευσης, το οποίο εφαρμόστηκε στο 7χρονο παιδί, και σύμφωνα με μετέπειτα πόρισμα «η φοίτησή του στο σχολείο δεν παρουσιάζει προβλήματα στον ίδιο ή στους συμμαθητές του». Μάλιστα, στο τέλος της σχολικής χρονιάς, η εκπαιδευτικός παράλληλης στήριξης συνέταξε έκθεση, στην οποία όπως αναφέρεται στην απόφαση:
«Στην αρχή του σχολικού έτους δεν ήταν πρόθυμο να συνεργαστεί, πετούσε πράγματα σε συμμαθητές του και τους ενοχλούσε, έβγαινε έξω από την τάξη χωρίς άδεια ή παρεμπόδιζε τη μαθησιακή διαδικασία. Μετά τις διακοπές των Χριστουγέννων άρχισε να την εμπιστεύεται και να ζητά την παρουσία της, ενώ βελτιώθηκε προς όλους η συμπεριφορά του».
Το δικαστήριο στο οποίο προσέφυγαν οι γονείς του 7χρονου έκρινε ότι η συγκεκριμένη εκπαιδευτικός «μη νομίμως τοποθετήθηκε, καθώς δεν ήταν εκπαιδευτικός ειδικής αγωγής ούτε είχε άλλωστε λάβει σχετική εξειδίκευση ή επιμόρφωση και, συνεπώς, δεν είχε την απαραίτητη επιστημονική κατάρτιση προκειμένου να ανταποκριθεί επιτυχώς στο έργο της. Τυχόν δε αδυναμία της Διοίκησης να καλύψει τις αιτήσεις των ενδιαφερομένων για παροχή ειδικής εκπαίδευσης λόγω εξάντλησης του πίνακα αναπληρωτών δασκάλων Ειδικής Αγωγής δεν αίρει τον παράνομο χαρακτήρα της εν λόγω πράξης». Το αποτέλεσμα ήταν να επιδικάσει στο ανήλικο παιδί αποζημίωση ύψους 7.000 ευρώ για την ηθική βλάβη που του προκάλεσε.