του Νίκου Τσούλια (πρώην Πρόεδρος ΟΛΜΕ).
Η διδασκαλία πάντα έχει στο πλευρό της την αξιολόγηση και τη βαθμολόγηση των μαθητών. Γιατί η βαθμολογία είναι το πιο ισχυρό κριτήριο για να επαναξιολογηθεί και κυρίως για να επαναπροσδιοριστεί η ίδια η διδασκαλία με βάση τη διαπιστωμένη μαθησιακή πορεία των μαθητών. Και η αξιολόγηση των μαθητών και η εν συνεχεία επαναξιολόγηση της διδασκαλίας πρέπει να είναι συνεχείς τόσο για να κρατάνε σε «επαγρύπνηση» τους μαθητές όσο και για να παρέχει στον εκπαιδευτικό τη δυνατότητα να κρίνει και να επανασχεδιάζει όποτε κρίνεται αναγκαίο το όλο έργο του.
Ο μαθητής στο λύκειο οφείλει να είναι καθημερινά διαβασμένος – φυσικά υπάρχουν και οι αιτιολογημένες περιπτώσεις μη διαβασμένων μαθητών – και το σχολείο είναι και αυτό υποχρεωμένο να διαμορφώνει εν τοις πράγμασι μια πρακτική καθημερινής αξιολόγησης. Γιατί αν η βαθμολόγηση γίνεται κάθε τόσο ή με κάποιο σποραδικό τρόπο, τότε οι μαθητές αρχίζουν να αποστασιοποιούνται από την καθημερινή τους υποχρέωση. Και μια τέτοια στάση και συμπεριφορά διαμορφώνει μαθησιακά κενά, τα οποία εύκολα πολλαπλασιάζονται στη συνέχεια και το όλο έργο της διδασκαλίας γίνεται όλο και λιγότερο αποδοτικό.
Σήμερα με την εισαγωγή του διάχυτου λαϊκισμού στο λύκειο η όλη διαδικασία της διδασκαλίας και της βαθμολόγησης γίνεται πολύ χαλαρή με αποτέλεσμα την υστέρηση στην όλη εκπαιδευτική στοχοθεσία. Διαμορφώνεται ένα πλαίσιο δήθεν προοδευτικού χαρακτήρα, το οποίο τελικά απομειώνει την εκπαιδευτική προσπάθεια των εκπαιδευόμενων. Για ποιο λόγο έγιναν όλα αυτά; Υπήρξε κανένα αίτημα από την εκπαιδευτική κοινότητα να χαλαρώσει η μαθησιακή λειτουργία; Έχουμε αναρωτηθεί αν όλη αυτή η εξέλιξη συμβάλλει στην αύξηση του ούτως ή άλλως μεγάλου ήδη ποσοστού «λειτουργικού αναλφαβητισμού» στους αποφοίτους του λυκείου; Υπάρχει άλλη χώρα της Ευρώπης, που έχει λύκειο τόσο εύκολης φοίτησης και απόκτησης του απολυτηρίου λυκείου με ενδοσχολικές μόνο εξετάσεις; Γνωρίζουν οι φωστήρεςτου Υπουργείου Παιδείας ότι ένα τέτοιο απολυτήριο δεν λαμβάνεται υπόψη από τα υψηλά στην αξιολογική κατάταξη πανεπιστήμια των άλλων ευρωπαϊκών χωρών και ότι θα έχουν σαν «κριτήριο» μόνο τα τέσσερα πανελλαδικά εξεταζόμενα μαθήματα;
Είχαμε τέσσερις παρεμβάσεις δημαγωγικού χαρακτήρα που μετατρέπουν το λύκειο σε «δημοτικό σχολείο για μεγάλα παιδιά». Συγκεκριμένα είχαμε τις εξής αντιπαιδαγωγικές παρεμβάσεις. α) Το απολυτήριο του Λυκείου υποβαθμίζεται, γιατί μετατρέπεται σε μια ενδοσχολική υπόθεση, χωρίς να υπεισέρχονται οι βαθμοί των Πανελλαδικών εξετάσεων, που αντιστάθμιζαν και «συγκρατούσαν» τις όποιες βαθμολογικές αυθαιρεσίες. Έτσι, σε λίγο διάστημα θα δούμε τα βαθμολογικά εκτρώματα που ζήσαμε στη δεκαετία του 1990 με τον πληθωρισμό των εικονικών αριστούχων και με τα ιδιωτικά σχολεία να έχουν μόνο απολυτήρια αριστούχων μαθητών! β) Η επαναφορά των Δεσμών – με την προώθηση τεσσάρων πανελλαδικών εξεταζόμενων μαθημάτων – διαλύει το συνολικό ιστό του μαθησιακού πεδίου του λυκείου και ωθεί τους μαθητές σε μονομερές διάβασμα. Πρόκειται για μια εξέλιξη που δυναμιτίζει την λειτουργία του λυκείου αφού αφαιρεί βίαια το χαρακτήρα του θεσμού Γενικής Παιδείας.
γ) Αντί να εκλογικευτεί η Τράπεζα Θεμάτων καταργήθηκε αφαιρώντας έτσι από τα σχολεία τη δυνατότητα να εμπλουτίζουν τη διδασκαλία τους και να ανταλλάσσουν ιδέες και θέματα αλλά και να ενοποιούν τη βαθμολογική τους συμπεριφορά σε εθνική κλίμακα. δ) Έγινε συνένωση στη διδασκαλία δύο εντελώς διαφορετικών μαθημάτων Προσανατολισμού, των Μαθηματικών και της Βιολογίας, και αυτό συνιστά μια άκρως αντιεκπαιδευτική και αντιεπιστημονική πρακτική. Πιο απλά, καλούνται οι μαθητές που εξετάζονται πανελλαδικά «Μαθηματικά Προσανατολισμού» να συνδιδάσκονται και να συναξιολογούνται μαζί με τους μαθητές που εξετάζονται πανελλαδικά «Βιολογία Προσανατολισμού», και αντιστρόφως. Όμως ακόμα και οι αριστούχοι μαθητές δεν μπορούν στοιχειωδώς να ανταποκριθούν ούτε και στις πιο απλές απαιτήσεις του μαθήματος Προσανατολισμού. Ποιο είναι το τελικό αποτέλεσμα, να μην μπορεί ο εκπαιδευτικός (ούτε ο μαθηματικός ούτε ο βιολόγος) να κάνει μάθημα αλλά και να αξιολογήσει και να βαθμολογήσει με κάποιο ορθολογικό τρόπο. Ήδη σε πολλά σχολεία της χώρας έχουμε «τριβές» μεταξύ εκπαιδευτικών και μαθητών για ένα πρόβλημα που έχει δημιουργήσει αυθαίρετα το Υπουργείο Παιδείας. Πρόκειται για μια εκτρωματική σύλληψη, που μόνο άνθρωποι εκτός κάθε έννοιας σχολικής πραγματικότητας θα μπορούσαν να συλλάβουν.
Όλη αυτή η λαϊκίστικη και αντιεκπαιδευτική αντίληψη του Υπουργείου Παιδείας της συγκυβέρνησης ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – ΑΝ.ΕΛ. φέρνει το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας – αφού το λύκειο είναι ο «εκπαιδευτικός κόμβος» – σε πλήρη οπισθοδρόμηση, σε αντίφαση με τις ανάγκες και τις προτεραιότητες των εποχών μας. Και το χειρότερο όλων είναι ότι διαμορφώνει μια υποκουλτούρα στους νέους και στις νέες ότι δεν απαιτείται ιδιαίτερη προσπάθεια στη ζωή τους, ότι στους σημερινούς γνωσιοκεντρικούς καιρούς η εκπαίδευση είναι μια πολύ εύκολη διαδικασία, ότι το λύκειο μπορούν να το τελειώσουν διαβάζοντας χαλαρά…