ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Επικήδειος λόγος του Προέδρου του Δ.Σ. του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας, Καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας, ΑΠΘ, Ι. Ν. Καζάζη, για τον Εμμανουήλ Κριαρά
Ο ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΡΙΑΡΑΣ (1906-2014) ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ
Είμαστε στα 1925: ο Ψυχάρης στο τελευταίο ταξίδι του στην Ελλάδα επισκέπτεται τα Χανιά: «Υποδεχτήκαμε [γράφει ο Κριαράς], τον Ψυχάρη μαζί με το δάσκαλό μας (τον Ιωάννη Μοσχόπουλο). Μίλησε δύο φορές στην Αίθουσα του Φιλολογικού Συλλόγου. Εκεί στο κεφαλόσκαλο της εισόδου, είδαμε συγκινημένοι το δάσκαλό μας να σκύβει και να φιλεί το χέρι του Ψυχάρη, λέγοντάς του –θυμάμαι–: «Επιτρέψετέ μου, δάσκαλε, να φιλήσω το χέρι εκείνου που τόσο δούλεψε για την προκοπή του ελληνισμού». Λαμπρό μάθημα σ’ εμάς της νέους τότε, και ιδεολογικό και ανθρώπινο.» (Κριαρά, Μακράς Ζωής Αγωνίσματα, σελ. 42)
Όταν άρχιζε η ζωή του Εμμανουήλ Κριαρά, το μικροσκοπικό κράτος δεν αριθμούσε πάνω από 75 χρόνια ζωής, και τώρα που τελειώνει, σ’ εκείνα έχουν προστεθεί άλλα 108. Ο αιώνας του Κριαρά μάς επιφύλαξε τον Πρώτο και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, Εμφύλιες συρράξεις, και δικτατορικές παρενθέσεις ∙ έγραψε ένδοξες σελίδες στην πορεία της την εθνική ολοκλήρωση ∙ έφτιαξε τη χώρα, αλλά και λίγο έλειψε να την ξεκάνει, όταν, τη μακρά ειρηνική περίοδο της μεταπολιτευτικής ανάπτυξης την διαδέχτηκε βαθιά παρακμή. Την τελευταία αυτή περιπέτεια δεν ανέμενε να τη ζήσει ο ακατάβλητος Κριαράς, και τα επακόλουθά της γέμισαν με πικρία τα τελευταία χρόνια της ζωής του.
Γιατί τα γεγονότα ο Κριαράς τα ζούσε προσωπικά και από την πρώτη γραμμή, αντιμετωπίζοντάς τα με την ορμή εφήβου και τη σύνεση γέροντα (ακριβώς όπως και ο φίλος και συνάδελφός του στο ΑΠΘ Μιχάλης Σακελλαρίου – ο διαπρεπής ιστορικός και ακαδημαϊκός, που τελείωσε τον αγώνα τον καλό λίγες μέρες πριν από αυτόν, στο 102ο έτος του). Γιατί δεν υπηρέτησε μόνο τη μεσαιωνική και τη νέα ελληνική γλώσσα και λογοτεχνία ο Κριαράς –συμμετέσχε σε όλα τα πνευματικά και τα πολιτικά κινήματα της εποχής του –και στην Αντίσταση ∙ αρκετά τα συνδιαμόρφωσε, και με την ακριβέστατη μνήμη του τα ανιστορούσε –όλα και λεπτομερώς: από το ένοπλο συλλαλητήριο των Κρητικών που παρακολούθησε μικρό παιδί, με ομιλητή τον νεαρό Ελευθέριο Βενιζέλο για την Ένωση, ως τη σκηνή με τον ώριμο Ψυχάρη και αυτόν έφηβο ακόμη, που προηγουμένως αφηγηθήκαμε με τα δικά του λόγια.
Θα πάω κατευθείαν στο ερώτημα: Τι ξεχώριζε επιστημονικά τον Κριαρά από τους ομοτέχνους του; Η απάντησή μου είναι: η Αγάπη της καρδιάς του ήταν η Νέα Ελληνική, γλώσσα-και- γραμματεία ∙ η στρατηγική του όμως για να την εκφράσει περνούσε μέσα από την προσήλωσή του στον μεσαιωνικό ελληνισμό (γλώσσα και γραμματεία) – του οποίου την αξία προσπάθησε να αναδείξει, τόσο καθεαυτήν, όσο και για την εθνική συνείδηση και την ιστορική μας διαπαιδαγώγηση. Δύο παρατηρήσεις εδώ:
(1)
Συνηθίζεται ακόμη το σφάλμα, από υπέρμετρο αρχαϊστικό ζήλο, να περνούμε με ένα άλμα εκατονταετιών από τον Νέο στον Αρχαίο Ελληνισμό –παραμερίζοντας αβασάνιστα, αν όχι υποτιμητικά– τον ένδοξό μας βυζαντινισμό και τη μεσαιωνική του συνέχεια. Έτσι αφέθηκε στην Ελλάδα η ενδιάμεση αυτή, μακρά και κρίσιμη, περίοδο του γλωσσικού μας παρελθόντος ουσιαστικά αλεξικογράφητη. Δεν ήταν προφανώς μόνον η υγιής αντίδραση του ζηλωτή δημοτικιστή, αλλά και η ευσυνειδησία του απροκατάληπτου ερευνητή, που οδήγησαν τον ακαδημαϊκό δάσκαλο Κριαρά να αφιερώσει τέσσερις ολόκληρες δεκαετίες εντατικής δουλειάς στην εκπόνηση μεσαιωνικού λεξικού των υψηλότερων προδιαγραφών για τη δημώδη γραμματεία.
Προφανώς και δεν θεωρούσε τη δημοτική γλώσσα εκφυλισμό της αρχαίας. Ο Κριαράς ήξερε πολύ καλά τα κείμενα, για να τιμά την Αρχαία, αλλά και να εκτιμά ότι τις σπάνιες αρετές της (την ευπλασία, την παραγωγικότητα και την εξαιρετική ευκολία της να δέχεται και να αφομοιώνει ξένα γλωσσικά δάνεια) η Νέα Ελληνική τις όφειλε εξίσου στην αρχαία προμάμμη όσο και στη άμεση τροφό –τη μεσαιωνική. Και με το Λεξικό του της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας από το 1100 ως το 1669, αυτήν ακριβώς την πολύτιμη γλωσσική ιστορία των αιώνων από τον 12ο έως τον 17ο αγωνίστηκε να χαρτογραφήσει: πρόλαβε να συντάξει και να εκδώσει τους πρώτους 14 τόμους ο ίδιος, με το επιτελείο του, με εργασία από το 1956 (κυρίως μετά το 1968 που απολύθηκε από το πανεπιστήμιο) ως το 1997— Έκτοτε εμπιστεύτηκε τη συνέχιση του έργου στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, το οποίο, βάσει του Αρχείου του και ύστερα από πέντε τόμους (ή 7, με τη δίτομη Επιτομή) που εξέδωσε, έφτασε στο στοιχείο Σ, και μας επιτρέπει να προσβλέπουμε πια στο τέλος του έργου.
–Κι από τα λόγια στην πράξη: ο Κριαράς, ως ακαδημαϊκός δάσκαλος αγωνίστηκε, μαζί με πλειάδα λαμπρών πανεπιστημιακών συναδέλφων του της Φιλοσοφικής Σχολής, για να διαμορφωθεί ο νέος τύπος φιλολόγου που χρειάζεται η εκπαίδευσή μας, εκείνος που θα τιμά και θα καλλιεργεί εξίσου τα Νέα, τα Μεσαιωνικά και τα Αρχαία (με αυτή τη σειρά –γιατί όλα γίνονται για τη Νέα Ελληνική). Για να γίνει αυτή το πλήρες και ακριβές εκείνο όργανο που θα εκφράσει όσο αυθεντικότερα γίνεται και τον νέο ελληνισμό και τον νέο κόσμο. Και, όταν ήρθε, με τη μεταπολίτευση, η στιγμή της εκπλήρωσης του ονείρου του Ψυχάρη, εβδομηντάχρονος ήδη ο Κριαράς, μετακινήθηκε από την πανεπιστημιακή έδρα στον δημόσιο χώρο, για να καθοδηγεί τις νέες γενιές φιλολόγων και επιστημόνων στο ομαλό πέρασμα από τη «δημοτική» στη σύγχρονη «νεοελληνική». Δίδασκε και έγραφε ακαταπόνητα. Σήμερα, τα μηνύματα ανταπόκρισης του κόσμου έρχονται από όλες τις άκρες της χώρας.
(2)
Ο Κριαράς διέπρεψε κυρίως ως λεξικογράφος –Δεν ξενίζει άραγε, έστω και λίγο, η επιμονή ενός τόσο ζωντανού ανθρώπου σε μια πλευρά της μελέτης της γλώσσας που θεωρείται στεγνή λογιοσύνη, για να μην πούμε σοφολογιοτατισμός; Γιατί, στη δική μας κουλτούρα, αν ανατρέχουμε σε λεξικό, το κάνουμε όσο γίνεται αραιότερα, ίσα ίσα για να βρούμε τη σπάνια λέξη ή σημασία που μας βασανίζει, και σπεύδουμε μετά να το κλείσουμε. –Είναι όργανο βασανισμού το λεξικό;
Κι όμως, δεν είναι η γλώσσα πρωτίστως εργαλείο επικοινωνίας –ίσα ίσα μπορεί και να βλάπτει ιδιαίτερα την επικοινωνία ∙ η ανθρώπινη γλώσσα γεννήθηκε και εξελίχτηκε, για να δημιουργήσει τη σκέψη που θα εξηγήσει τον κόσμο. Οι μονάδες της, μία μία, δεν είναι ‘λέξεις’ απλές ∙ είναι έννοιες –ειδικά σμιλεμένες από τη συλλογική συνείδηση και από την τέχνη του ατομικού τεχνίτη– και όλες μαζί, συγκεκριμένο και αφηρημένο λεξιλόγιο, συνιστούν ένα σύστημα σκέψης, ικανό να ερμηνεύσει τον κόσμο.
Αλλά η δομή των εννοιών δεν αποκαλύπτεται έτοιμη ∙ την ανασυνθέτουν –μελετώντας σχολαστικά τα ίχνη λόγου (τα λεγόμενα, που εκφράζουν τα νοούμενα) τα μέλη μιας παράξενης φυλής που ονομάζονται λεξικογράφοι: αυτοί συλλέγουν τα δείγματα χρήσης της λέξης κατευθείαν από τις (γραπτές ή προφορικές) πηγές, και αποκαθιστούν τις ψηφίδες –τα εννοιολογικά σχήματα– της σκέψης, σε μια προσπάθεια να ανασυγκροτήσουν από τα μέρη το όλο –ολόκληρο τον αρχαίο, τον μεσαιωνικό ή τον νεότερο τρόπο σκέψης.
Αν έτσι δούμε τους 19 τόμους του μεσαιωνικού Λεξικού Κριαρά, καταλαβαίνουμε τι έχει θησαυριστεί εκεί: ένας πλούτος συλλογικής ιστορικής εμπειρίας και ατομικής ευαισθησίας, για την επικοινωνία μας και για να δημιουργούμε και να εκφράζουμε την ατομική και τη συλλογική μας ταυτότητα. Γιατί αυτή η γνώση, που φτιάχνει τον κόσμο, είναι που αλλάζει τον άνθρωπο.
Αυτό το μάθημα παιδείας αναμένει να αντλήσουμε από τη λεξικογραφική παρακαταθήκη που μας άφησε ο σοφός Κριαράς, που αναδίφησε για χάρη μας πολλούς σκονισμένους τόμους της Μεσαιωνικής Γραμματείας. Η αξιοποίησή του, επιστημονική και κυρίως εκπαιδευτική και κοινωνική, θα είναι ο καλύτερος φόρος τιμής στη μνήμη του. Όσο για το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, δεν πρόκειται να αφήσει ημιτελές το μεγαλύτερο λεξικογραφικό εγχείρημα του Νέου Ελληνισμού που έφτασε ποτέ τόσο κοντά στην περαίωση, και που μας εμπιστεύτηκε ο αλησμόνητος δάσκαλος. Σήμερα αρκούμαστε να φιλήσουμε « το χέρι εκείνου που τόσο δούλεψε για την προκοπή του ελληνισμού». Από αύριο, δουλεύουμε και πάλι.
Δάσκαλε, έχουμε το έργο σου –δεν θα λησμονηθείς. Αντίο!
Για το Δελτίο Τύπου πατήστε εδώ.