ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Ομιλία Αναπληρωτή Υπουργού Έρευνας και Καινοτομίας κ. Κ.Φωτάκη στη συνάντηση με τους εκπροσώπους του Τύπου
Η θέσπιση της θέσης Αναπληρωτή Υπουργού Έρευνας και Καινοτομίας σηματοδοτεί την πρόθεση της κυβέρνησης να δοθεί έμφαση στην Έρευνα και στην Καινοτομία. Στόχος είναι η Έρευνα να αποτελέσει μοχλό ανάπτυξης, ο οποίος όμως θα υλοποιηθεί μαζί και για την κοινωνία. Να μην είναι αποκομμένος από ό,τι συμβαίνει σε αυτήν. Βασικές προϋποθέσεις για την επίτευξη του στόχου αυτού είναι η άμεση διασύνδεση της Έρευνας με την Παιδεία και τον Πολιτισμό. Και στη βάση αυτή θα προσπαθήσουμε να υλοποιήσουμε αυτό που αποκαλείται ενιαίος χώρος Έρευνας και Παιδείας.
Για να πετύχει αυτό το εγχείρημα είναι επίσης σημαντική η επιδίωξη της επιστημονικής ποιότητας και αριστείας. Σε αυτό το σημείο μπορώ να πω ότι η ακαδημαϊκή και ερευνητική κοινότητα της χώρας, σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό, έχει πετύχει και είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστική στον διεθνή χώρο.
Από την άλλη μεριά η μετάφραση της γνώσης που προκύπτει από την επιστημονική έρευνα σε πλούτο, συνδέεται πάρα πολύ με τις πολιτικές που ακολουθούνται για να φτάσει κανείς από την έρευνα, διασχίζοντας ολόκληρη την αλυσίδα της καινοτομίας, δηλαδή από τη βασική και εφαρμοσμένη έρευνα στην τεχνολογία, να δημιουργήσει καινοτόμα προϊόντα και πλούτο. Και ταυτόχρονα συνδέεται και με τις πολιτικές που θα πρέπει να εφαρμοστούν ώστε αυτός ο πλούτος που προκύπτει να επιστρέψει στην κοινωνία.
Αυτό είναι ένα μεγάλο στοίχημα για πολλές χώρες και αποτελεί τη βάση αυτού που έχει προκαλέσει το λεγόμενο «ευρωπαϊκό παράδοξο» δηλαδή την ύπαρξη υψηλής ποιότητας επιστημονικής δραστηριότητας στην Ευρώπη αλλά ανεπαρκή αξιοποίησή της . Το φαινόμενο αυτό είναι ιδιαίτερα έντονο σε χώρες όπως η δική μας.
Είναι πολλά τα σημεία που πρέπει κανείς να προσέξει για να πετύχει αυτό το εγχείρημα. Πώς δηλαδή θα μπορέσει να δημιουργήσει η έρευνα και η καινοτομία ένα πρόσθετο πυλώνα ανάπτυξης της χώρας, έναν πυλώνα που δεν είναι αυτή τη στιγμή ορατός, αλλά που μπορεί να βασιστεί στο πολύ αξιόλογο ακαδημαϊκό και ερευνητικό προσωπικό που διαθέτει η χώρα και με τις κατάλληλες θεσμικές αλλά και οικονομικές παρεμβάσεις να προχωρήσουμε με αποτελεσματικό τρόπο σε αυτήν την κατεύθυνση, δηλαδή την αξιοποίηση του ερευνητικού προϊόντος που παράγεται. Ορισμένες πρακτικές επείγουσες ανάγκες αφορούν άμεσα την εξασφάλιση της λειτουργικότητας των ερευνητικών φορέων. Συγκεκριμένα ο νόμος για την Έρευνα που ψηφίστηκε τον Δεκέμβρη, για διάφορους λόγους παρουσιάζει σοβαρά κενά που χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης. Μέλημά μας, όπως ανέφερε και ο Υπουργός, σε έναν ενδιάμεσο νόμο που θα κατατεθεί από το Υπουργείο, ν΄ αντιμετωπίσουμε αυτά τα προβλήματα ούτως ώστε να εξασφαλιστεί η λειτουργικότητα των φορέων που επιτελούν έρευνα στη χώρα και στη συνέχεια να κινηθούμε προς τη δημιουργία ενός νέου νόμου για την Έρευνα με γνώμονα την παραπάνω προσέγγιση και τα νέα δεδομένα για την αναβάθμισή της.
Απαντώντας σε ερωτήσεις ο κ. Φωτάκης τόνισε:
Το θέμα της διαμόρφωσης ερευνητικής και γενικότερα επιστημονικής κουλτούρας είναι πολύ σημαντικό να συμβαίνει από πολύ πρώιμο στάδιο. Έχει πολύ σημασία η απομυθοποίηση αυτού που λέμε επιστήμη και τεχνολογία και έχει ήδη συζητηθεί με συνεργάτες για το πώς μπορεί αυτή η κουλτούρα να δημιουργείται στα παιδιά.
Όσον αφορά συγκεκριμένες παρεμβάσεις που θα αντιμετωπιστούν σε αυτόν τον ενδιάμεσο νόμο που τον βλέπουμε σε έναν ορίζοντα ενός μήνα περίπου, αφορούν θέματα μεταβατικών διατάξεων και που αποτελούν αγκυλώσεις για τη λειτουργία των Ερευνητικών Κέντρων. Για παράδειγμα από τις 8 Δεκεμβρίου που ψηφίστηκε ο παρών νόμος έχει καταργηθεί το Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας και Τεχνολογίας χωρίς να υπάρχει αντίστοιχη πρόβλεψη για μεταβατικές διατάξεις που αφορούν το έργο που επιτελεί. Τέτοιου τύπου ατέλειες δημιουργούν καταστάσεις που εγείρουν έννομα συμφέροντα και εμπόδια στη λειτουργία των Ερευνητικών Κέντρων.
Θα ήθελα απερίφραστα να τονίσω ότι η δημόσια χρηματοδότηση της Έρευνας είναι απαραίτητο να υπάρχει και να αυξηθεί. Δεν μπορεί να υπάρχει μόνο αυτοχρηματοδότηση και το επιθυμητό είναι να υπάρχει το κατάλληλο μίγμα δημόσιας και ιδιωτικής χρηματοδότησης ανάλογα με το τι στοχεύουμε, με το τι προγράμματα αναπτύσσονται. Τέλος θα ήθελα να αναφέρω ότι παρά την διαχρονική προσπάθεια απαξίωσης των δημόσιων ερευνητικών κέντρων και πανεπιστημίων, κάποια πρόσφατα στοιχεία όσον αφορά την ανταγωνιστικότητά τους μέσα στο 7ο πρόγραμμα πλαίσιο της Ε.Ε, όπου υπάρχει έντονος ανταγωνισμός και αξιολόγηση από διεθνείς επιτροπές, οι ερευνητές της χώρας στα Πανεπιστήμια, τα Ερευνητικά Κέντρα και τον ιδιωτικό τομέα, κατάφεραν να προσελκύσουν χρηματοδοτήσεις ύψους 989 εκατομμυρίων ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί σε ένα ποσοστό 2,2 % του συνολικού προϋπολογισμού του 7ου προγράμματος πλαισίου και είναι πολλαπλάσιο αυτού που συνεισφέρει η χώρα. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει τον δυναμισμό και την ανταγωνιστικότητα της επιστημονικής κοινότητας της χώρας στην οποία μπορεί να βασιστεί, ανακόπτοντας τη διαρροή των επιστημόνων στο εξωτερικό. Για τους παραπάνω και άλλους πρόσθετους λόγους είναι σαφές ότι η Έρευνα δεν αποτελεί δαπάνη αλλά επένδυση για τη χώρα.
Για το Δελτίο Τύπου πατήστε εδώ.