Μπαλτάς: 20.000 τα κενά στα σχολεία
Οι μόνιμοι διορισμοί για τους οποίους έχει δεσμευθεί η κυβέρνηση έχουν καθυστερήσει
Σε 20.000 υπολογίζει το υπουργείο Παιδείας τις κενές θέσεις εκπαιδευτικών στα σχολεία και δεσμεύεται ότι θα γίνει το παν «για να αντιμετωπιστεί μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση».
Μιλώντας στην ΕΡΤ1 ο υπουργός Παιδείας Αριστείδης Μπαλτάς είπε ότι οι δυσκολίες είναι μεγάλες «γιατί τα λεφτά λείπουν» και οι μόνιμοι διορισμοί για τους οποίους έχει δεσμευθεί η κυβέρνηση έχουν καθυστερήσει.
Ο κ. Μπαλτάς τόνισε ότι απόλυτη προτεραιότητα είναι να μπει το παιδί στην τάξη την πρώτη μέρα του σχολείου και να έχει καθηγητή εκεί.
Σύμφωνα με τον υπουργό Παιδείας, οι μισές περίπου κενές θέσεις μπορούν να καλυφθούν μέσω προγραμμάτων ΕΣΠΑ. Για τα υπόλοιπα κενά θα αναζητηθούν πιστώσεις σε συνεργασία με τον υπουργό Οικονομίας Γιώργο Σταθάκη.
Ερωτηθείς αν είναι στις σκέψεις του υπουργείου η αύξηση του ωραρίου των εκπαιδευτικών, απάντησε ότι δεν θέλει να δεσμευθεί με ένα ναι ή όχι σε μια τέτοια δύσκολη ερώτηση.
«Η χώρα βρίσκεται σε κρίση όλοι πρέπει να βάλουμε τον όβολο μας για να ξεπεραστεί η κρίση. Αν χρειαστεί ένας δάσκαλος να κάνει μια ή δυο ώρες παραπάνω ως συμβολή στο ξεπέρασμα της κρίσης νομίζω ότι θα το δεχθεί. Ο καθένας οφείλει να συμβάλει με τον τρόπο του για να ξεπεραστεί η κρίση», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σχετικά με το πολυνομοσχέδιο, το οποίο εξακολουθεί να δέχεται σφοδρή κριτική από την αντιπολίτευση είπε ότι έχει σταλεί στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και πορεύεται προς την επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων, ώστε να ακολουθήσει την κοινοβουλευτική οδό.
newsbeast.gr
ΑΥΓΗ
Ειδικού Συνεργάτη
Η πρόκληση του Σεπτέμβρη ενόψει Στο φουλ οι μηχανές στο Υπ. Παιδείας παρά τις δυσκολίες
Κανείς στο Υπουργείο Παιδείας δεν έχει την παραμικρή διάθεση να αποκρύψει τις μεγάλες δυσκολίες, ούτε να εξωραΐσει τη θλιβερή πραγματικότητα. Τα προβλήματα ενόψει της έναρξης του νέου σχολικού έτους μοιάζουν βουνό απροσπέλαστο. Και επιδεινώνονται αφόρητα από τη γενικότερη οικονομική δυσπραγία. Ωστόσο, ούτε η αισιοδοξία λείπει ούτε οι δυνατότητες έχουν εξαντληθεί. Γι’ αυτό και όλοι μιλούν για ένα στοίχημα που πρέπει πάση θυσία να κερδηθεί. Είναι η μάχη για τα στοιχειώδη και τα αναγκαία. Που προηγούνται όλων των άλλων. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να υπάρξει επόμενο βήμα, αν αυτά δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα.
Με την έναρξη του νέου έτους και την τελετή του αγιασμού, που έχει προσδιοριστεί για την Παρασκευή, 11 Σεπτεμβρίου, έχει προγραμματιστεί να γίνει και η διανομή των σχολικών βιβλίων. Θα έχουν προηγηθεί οι κάθε είδους εξετάσεις, από 1 ως 10 Σεπτεμβρίου. Ήδη έχει εγκριθεί ένα σημαντικό κονδύλιο στο ύψος των 4 εκατομμυρίων ευρώ από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης για τη διανομή μικρογευμάτων σε μαθητές δημοτικών σχολείων, κατά προτεραιότητα σε περιοχές της Αττικής και της Θεσσαλονίκης που έχουν πληγεί περισσότερο από την ανθρωπιστική κρίση. Είναι ένα μέτρο αυτό, ανάμεσα σε άλλα, για την αντιμετώπιση των ακραίων συνεπειών της φτώχειας. Και ως εδώ τα πράγματα πάνε καλά. Αλλά στο επόμενο βήμα αρχίζουν οι δυσκολίες.
Πρώτη και σοβαρότερη, οι σοβαρές ελλείψεις και τα κενά στο διδακτικό προσωπικό. Δημοσιογραφικές πηγές κάνουν λόγο για έλλειψη 25.000 εκπαιδευτικών, κυρίως δασκάλων αλλά και καθηγητών βασικών ειδικοτήτων στα Γυμνάσια, τα Λύκεια και τα ΕΠΑΛ – φιλολόγων, φυσικών και μαθηματικών. Άλλοι προσθέτουν στα κενά αυτά και όσα απαιτείται να καλυφθούν για να λειτουργήσουν βασικές υποστηρικτικές δομές που υπολειτούργησαν ή καταργήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια, όπως είναι η Πρόσθετη Διδακτική Στήριξη, η Ενισχυτική Διδασκαλία κ.λπ., με αποτέλεσμα να αυξάνει ο σχετικός αριθμός.
Είναι γεγονός πως από το 2010 ως το 2014 αποχώρησαν από την πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση περίπου 25.000 εκπαιδευτικοί, στους οποίους πρέπει να προστεθούν και 5.000 περίπου που συνταξιοδοτούνται εφέτος. Στο ίδιο διάστημα οι αντίστοιχοι διορισμοί ήταν ελάχιστοι. Η δημόσια εκπαίδευση υπέστη μια συνεχή, ακατάσχετη αιμορραγία, που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί σύντομα και μάλιστα σε μια τόσο δύσκολη συγκυρία. Πολύ περισσότερο, δεν μπορούμε να συζητούμε σε αυτές τις συνθήκες για βελτιωτικά μέτρα που ούτε την περίοδο της «ευημερίας» δεν τολμούσαν κάποιοι να προβάλουν, αλλά τα διεκδικούν τώρα προκλητικά προσβάλλοντας την κοινή λογική και τη νοημοσύνη μας. Χρειάζεται όμως να λειτουργήσει έστω και στοιχειωδώς η εκπαίδευση, με τις ελάχιστες δυνατές αρνητικές επιπτώσεις, αμβλύνοντας τις ανισότητες στον τομέα της μόρφωσης και ενισχύοντας τα κοινωνικά στρώματα που πλήττονται περισσότερο από την κρίση.
Το Υπ. Παιδείας κατέβαλε εργώδεις προσπάθειες για να «ξεκλειδώσει» πόρους από τα κοινοτικά προγράμματα που θα εξασφάλιζαν έναν σημαντικό αριθμό αναπληρωτών/-τριών για τις τρέχουσες ανάγκες. Παρά τον μειωμένο αριθμό των προς διάθεση κονδυλίων μέσω του προγράμματος ΕΣΠΑ, φαίνεται πως ένας ικανός αριθμός εκπαιδευτικών, από 10.000 ως 12.000, μπορούν να εξασφαλιστούν. Αν σε αυτούς προστεθούν και οι μόνιμοι διορισμοί, που υπολογίζονται ως 2.500 για όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, τότε μπορούμε να μιλάμε για μια μάλλον διαχειρίσιμη κατάσταση. Πάντοτε υπάρχουν και συμπληρωματικές δεξαμενές, όπως για παράδειγμα αυτή των αποσπασμένων σε άλλες υπηρεσίες, όπου μπορεί να προσφέρουν πραγματικά πολύτιμες υπηρεσίες, αλλά οι ανάγκες της δημόσιας εκπαίδευσης πρέπει να προηγούνται.
Εξαντλώντας όλες τις δυνατότητες, η κυβέρνηση μπορεί να κοντρολάρει την κατάσταση χωρίς να χρειαστεί να προσφύγει σε πιο επώδυνα μέτρα, όπως είναι η περαιτέρω αύξηση του ήδη επιβαρημένου διδακτικού ωραρίου των εκπαιδευτικών ή η αύξηση του ανώτατου ορίου του αριθμού των μαθητών σε κάθε σχολικό τμήμα. Σε αυτά τα ζητήματα ήδη ασκείται σκληρή, αλλά πάντως βιαστική κριτική από πολλές πλευρές, παρόλο που είναι γνωστό ότι οι ρυθμίσεις που θα ισχύσουν το επόμενο σχολικό έτος είναι κατά βάση ίδιες με εκείνες που ίσχυαν τα δύο τελευταία χρόνια. Ειδικά σε ό,τι αφορά τον αριθμό των μαθητών στις σχολικές αίθουσες, ισχύουν οι ίδιες ρυθμίσεις από το 2013, που προβλέπουν ότι ο αριθμός των μαθητών δεν θα ξεπερνά το 27, ενώ μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, και πάντοτε με απόφαση του οικείου Διευθυντή, μπορεί να γίνει προσαύξηση του αριθμού αυτού κατά 10%».
Κλείνοντας, αξίζει να κάνουμε μια γενικότερη παρατήρηση, που αφορά τις εκπαιδευτικές δαπάνες. Όπως είναι γνωστό, η Ελλάδα έχει κατρακυλήσει τελευταία στην τελευταία θέση ανάμεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ό,τι αφορά το ποσοστό των δαπανών που διατίθενται για την εκπαίδευση. Το γεγονός αυτό επηρεάζει αναπόφευκτα επί το δυσμενέστερο όλες τις πλευρές και τις παραμέτρους της εκπαιδευτικής λειτουργίας. Σε καμιά περίπτωση όμως δεν πρέπει να αποτελέσει το άλλοθι, ώστε να αποδεχτούμε μια περαιτέρω υποβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Η νεολαία αυτού του τόπου δέχτηκε απανωτά, ισχυρά πλήγματα από την πρόσφατη οικονομική κρίση και τα βάναυσα νεοφιλελεύθερα μέτρα που επιβλήθηκαν ως συνταγή για το ξεπέρασμά της. Δεν υπάρχουν πια περιθώρια για άλλες εκπτώσεις, για μεγαλύτερες θυσίες, για περισσότερες στερήσεις. Το οφείλουμε αυτό στις επόμενες γενιές, το οφείλουμε στο μέλλον αυτού του τόπου.
ΑΥΓΗ