«Κι αν η σημερινή κοινωνία επιβάλλει τον συντηρητισμό, εμάς να μας επιτρέπετε να ονειρευόμαστε», είχε πει ένας μαθητής στη Βουλή των Εφήβων. Ποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι αυτό δεν προκύπτει από τις ανησυχίες των νέων μας;
Του Νίκου Τσούλια
Μόνο όσοι μένουν προσκολλημένοι στην παθογένεια του εκπαιδευτικού μας συστήματος και κυρίως όσοι θέλουν ένα σχολείο αναχρονιστικό. Και ευτυχώς η επιστημονική και παιδαγωγική αρτιότητα δεν κρίνεται από παρα – εκπαιδευτικές συνιστώσες. Ευτυχώς η σχολική ζωή είναι χώρος ελεύθερου και δημιουργικού διαλόγου. Ευτυχώς τα όνειρα των μαθητών θρυμματίζουν τα τείχη της πειθαναγκαστικής αντίληψης των παλιών δεκαετιών. Ευτυχώς υπάρχουν εκπαιδευτικοί που «ανάβουν μικρές φωτιές» στις καρδιές των νέων, που συνταιριάζουν την παιδαγωγική με τη εφηβική αμφισβήτηση και τη νεανική αγωνία.
Και το εκπαιδευτικό κίνημα λειτουργεί και έχει ως βασικές του αρχές ακριβώς εκείνα τα ζητήματα που προβάλλουν την αγωνιστική στάση ζωής, τη συλλογική δράση, το ριζοσπαστισμό, την αξία του οράματος και την απαίτηση για να αλλάξουμε τον κόσμο μας. Γιατί το όνειρο των νέων παραπέμπει σε μια δίκαιη κοινωνία, σε έναν πιο όμορφο κόσμο, σε έναν πολιτισμό της αθωότητας και της εξευγενισμένης συμπεριφοράς, σε έναν δημόσιο βίο που θα ανάγει τον πολίτη σε θέση υποκειμένου. Και οφείλει ο δημόσιος λόγος να τροφοδοτηθεί από αυτά τα στοιχεία της θεσμικής αγωγής και όχι να τροφοδοτεί ο παρακμιακός πολιτικός λόγος την εκπαίδευση με τα δικά του χαρακτηριστικά που οδήγησαν τη χώρα στη σημερινή κατάσταση.
Δεν μπορεί να προσεγγίζεται το σχολείο μέσα από το σύστημα πρόσβασης των μαθητών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, μέσα από τις υποδομές ή μέσα από τις ελλειμματικές εκπαιδευτικές πολιτικές που απλώς ανακατώνουν το αναλυτικό πρόγραμμα θεωρώντας ότι τέτοιες πολιτικές προάγουν την έννοια του εκσυγχρονισμού και της μεταρρύθμισης. Σήμερα όσο ποτέ άλλοτε – και με δεδομένη τη βαθιά κρίση στη χώρα μας – είναι αναγκαία μια ουσιαστική προοδευτική εκπαιδευτική πολιτική που θα παίξει αποφασιστικό ρόλο στην προαγωγή μιας άλλης κουλτούρας πέραν εκείνης του καταναλωτισμού και του παρασιτισμού, μιας κουλτούρας που θα προσδιορίζεται από τις επιταγές της κοινωνικής αλληλεγγύης, της δημοκρατικής οργάνωσης της κοινωνίας, της ισονομίας και της ισοπολιτείας και θα ανιχνεύει ένα άλλο μοντέλο ανάπτυξης. Η ανάπτυξη για τη χώρα μας τώρα είναι κρίσιμο θέμα μια τέτοια βιώσιμη ανάπτυξη οφείλει να στηριχτεί στους πραγματικούς πόρους της Ελλάδας, στο ανθρώπινο δυναμικό, στην εκπαίδευση και στον πολιτισμό και στις νέες τεχνολογίες.
Η ουσία της μάθησης μπορεί να αποτελέσει ένα πρόπλασμα για το τι κοινωνία θέλουμε. Ο διάλογος και ο προβληματισμός, οι αξίες και οι βασικές αρχές της αγωγής που αναπτύσσονται στα χιλιάδες Δημοτικά σχολεία, στα Γυμνάσια και στα Λύκεια – που είναι και η ψυχή της εκπαίδευσης – έχουν δυναμική και νόημα για την υπέρβαση του παρακμιακού κλίματος στον τόπο μας. Τα χρήματα και τα δάνεια δεν θα μας σώσουν, απλώς θα μας δώσουν μια δυνατότητα ανάσας. Αυτό που θα μας βοηθήσει είναι η αλλαγή του «πολιτικού παραδείγματος» και της κοινωνικής συγκρότησης. Εδώ είναι η καρδιά της κρίσης, εδώ και το πεδίο της υπέρβασής της.
Προφανώς δεν ισχυρίζομαι ότι η εκπαίδευση θα σώσει τον τόπο. Ισχυρίζομαι όμως ότι μπορεί να συνεργήσει αποφασιστικά, αν βέβαια είμαστε αποφασισμένοι αφενός μεν να δούμε τα πραγματικά αίτια της κρίσης και αφετέρου να επιδοθούμε σε μια εθνικού τύπου προσπάθεια ξεπεράσματος των δυσκολιών.
Στο σχολείο και στην εκπαίδευση κατατίθενται οι βαθύτερες προσωπικές και συλλογικές αναζητήσεις των νέων. Εδώ τα φτερουγίσματα των ονείρων αγγίζουν την τραχύτητα της πραγματικότητας και εξομαλύνουν τη σκληρότητα της ανούσιας καθημερινότητας. Εδώ καλλιεργείται η πίστη το μέλλον, σε ένα φωτεινό μέλλον μέσα από τη διαπαιδαγώγηση που θα αμφισβητήσει τον βαθύ πυρήνα των επιλογών που μας οδήγησαν στη σημερινή παρακμή. Πού αλλού εκτός από τα σχολεία γίνονται οργανωμένες συζητήσεις γύρω από τις μεγάλες αφηγήσεις της ιστορίας και τα πανανθρώπινα ιδανικά και οράματα; Μήπως στη ρημαγμένη από την υποκουλτούρα της τηλεόρασης οικογενειακή εστία; Μήπως στα «reality show» των τηλεοπτικών και συχνά των πολιτικών αστέρων; Μήπως στα κομματικά εκτροφεία του ανορθολογισμού και της εξουσιομανίας;
Το σχολείο δεν μπορεί να αρκείται στους εννοιολογικούς τοίχους της εγκύκλιας γνώσης, χωρίς να εισέρχεται στη ουσία της αγωγής και της παιδείας. Δεν μπορεί να προσαρμοστεί σε μια «συζήτηση» χωρίς ουσία και νόημα για την υπέρβαση της κρίσης. Το σχολείο οφείλει να τολμήσει, να τολμήσει να αγγίξει το κρίσιμο ζήτημα του «τι κοινωνία, τι πολίτη και τι άνθρωπο θέλουμε». Όλα τα άλλα είναι δευτερεύοντα…