Οι περισσότεροι γονείς, ξεκινώντας το παιδί τους το Νηπιαγωγείο, επιθυμούν να του προσφέρουν τα καλύτερα, ενώ έχουν αγωνία για το αν το παιδί τους θα καταφέρει να ανταποκριθεί σε όλα όσα θα του ζητηθούν σε αυτό τον νέο χώρο. Στο πλαίσιο της ολόπλευρης ανάπτυξης του παιδιού, ένας από τους ρόλους του Νηπιαγωγείου είναι η σταδιακή προετοιμασία και η προσαρμογή των παιδιών στις μελλοντικές απαιτήσεις που θα συναντήσουν στο Δημοτικό.
Σε τι, όμως, έγκειται η σωστή προετοιμασία; Ένα από τα θέματα που συζητείται αρκετά είναι το θέμα της Γραφής και της Ανάγνωσης. Ας δούμε τι έχουν να μας πουν οι ειδικοί για αυτό το θέμα.
Πρέπει να μάθει να γράφει και να διαβάζει ένα παιδί από το Νηπιαγωγείο; της Έρης Πιπεράκη
Είναι ένα ερώτημα που απασχολεί τους γονείς και προβληματίζει αρκετούς εκπαιδευτικούς, αφού αρκετά συχνά οι γονείς ανησυχούν, θεωρώντας ότι δεν πρέπει να χάνεται χρόνος και ότι το παιδί τους πρέπει ήδη από το νηπιαγωγείο να μάθει ν’ αναγνωρίζει αλλά και να γράφει τα γράμματα κι έτσι συνθέτοντάς τα να γράφει και να διαβάζει λέξεις.
Είναι όμως έτοιμα τα παιδιά αυτής της ηλικίας να εκπαιδευτούν στη γραφή και ανάγνωση ή μήπως εκπαιδεύοντάς τα παραβλέπουμε όλους αυτούς τους παράγοντες που πρέπει να έχουν αναπτυχθεί επαρκώς, ώστε ένα παιδί να ενταχθεί αβίαστα και φυσικά αποτελεσματικά στο γραπτό λόγο;
Ο προφορικός λόγος είναι εγγενές συστατικό της ανθρώπινης φύσης. Όλα τα παιδιά κατακτούν τη γλώσσα του άμεσου περιβάλλοντός τους και αποκτούν προφορικό λόγο, εφόσον δεν υπάρχουν σοβαρά αισθητηριακά ή νευρολογικά προβλήματα. Ο προφορικός λόγος δε διδάσκεται αλλά κατακτιέται μέσα σ’ ένα πλαίσιο όπου υπάρχει επικοινωνία και αλληλεπίδραση.
Αντίθετα, ο γραπτός λόγος δεν αποτελεί μέρος της υπόστασης του ανθρώπου. Για ν’ αποκτήσουν τα παιδιά γραπτό λόγο πρέπει να διδαχθούν συστηματικά και να εξασκηθούν, αλλά πρώτα πρέπει να έχουν φτάσει σ’ ένα τέτοιο σημείο αισθητηριακής και νευρολογικής ωρίμανσης που θα τους επιτρέψει ν’ αναπτύξουν ομαλά αυτήν την ικανότητα, χωρίς να δυσκολευτούν και ν’ απογοητευτούν.
Για να μπορέσει ένα παιδί να γράψει και να διαβάσει χρειάζεται να έχει αναπτύξει:
Καλή αντίληψη του χώρου και δεξιότητες προσανατολισμού στο χώρο, ώστε να κατανοεί οδηγίες που αφορούν χωρικές έννοιες.
Ικανότητες παρατήρησης και οπτικής διάκρισης.
Ικανότητες ακουστικής διάκρισης.
Οπτική και ακουστική μνήμη.
Ικανότητες σειροθέτησης.
Μνήμη αλληλουχιών.
Επαρκές λεξιλόγιο και κατανόηση των νοημάτων που εκφέρονται μέσω
των λέξεων.
Ικανότητα αναγνώρισης των μερών ενός όλου.
Ικανότητα διάσπασης του όλου σε μέρη.
Ικανότητα σύνθεσης του όλου από τα μέρη που αποτελείται.
Ικανότητες ομαδοποίησης και ταξινόμησης πληροφοριών.
Αυτοέλεγχο για να διατηρεί την προσοχή του.
Φωνολογική επίγνωση.
Όλες αυτές τις ικανότητες, το νήπιο τις κατακτά κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσής του στο νηπιαγωγείο ενώ παράλληλα, σταδιακά, αποκτά φωνολογική επίγνωση.
Για να μάθει ανάγνωση και γραφή ένα παιδί πρέπει πρώτα να έχει αποκτήσει φωνολογική επίγνωση. Να κατανοήσει δηλαδή ότι οι λέξεις αποτελούνται από μικρότερες μονάδες χωρίς νόημα (συλλαβές – φωνήματα) και ν’ αρχίσει να σκέφτεται πάνω στη γλώσσα, διακρίνοντας αρχικά τις συλλαβές και μετά τα φωνήματα από τα οποία αποτελείται μια λέξη.
Αν ένα παιδί δεν μπορεί να μας πει από ποιες συλλαβές αποτελείται η λέξη «γάλα» τότε δεν θα καταφέρει να μάθει να τη διαβάζει όσο κι αν του διδάξουμε ανάγνωση και μόνο όταν καταφέρει να την αναλύσει στα φωνήματα που την αποτελούν, τότε πλέον θα μπορέσει ν’ αντιστοιχίσει τα φωνήματα με οπτικά σχήματα δηλαδή γράμματα.
Ένα παιδί μπορεί να καταλάβει ότι τη λέξη μπορούμε να τη χωρίσουμε όχι μόνο σε συλλαβές αλλά και σε φωνήματα, να κάνει δηλαδή φωνημική ανάλυση και σύνθεση, γύρω στην ηλικία των 6 ετών.
Μόνο αφού έχει κατακτήσει αυτή την ικανότητα, μπορούμε να προχωρήσουμε στην αντιστοίχηση, δηλαδή στη σύνδεση των φωνημάτων με την εικόνα τους (γράμματα) και στη γραφή των λέξεων. Μέχρι τότε, τα νήπια μπορεί ν’ απεικονίζουν κάποια γράμματα, ακόμα και το όνομα τους ή και λέξεις που βλέπουν, αλλά στην πραγματικότητα απεικονίζουν κάποια σύμβολα χωρίς να έχουν κατανοήσει το γλωσσικό τους φορτίο.
Στο Νηπιαγωγείο, όλες οι δραστηριότητες λαμβάνουν υπόψη τις ατομικές διαφορές από νήπιο σε νήπιο, δεδομένου ότι κάποια νήπια κατακτούν ορισμένες ικανότητες νωρίτερα από κάποια άλλα, τα οποία με τη σειρά τους επιδεικνύουν καλύτερη επίδοση σε άλλους αναπτυξιακούς τομείς.
Στην εξελικτική τους πορεία, όλα τα παιδιά θα κατακτήσουν ικανότητες απαραίτητες για να αντιμετωπίσουν τις μελλοντικές απαιτήσεις στο Δημοτικό.
Η εξέλιξη κιναισθητικών, αντιληπτικών, μνημονικών, γλωσσικών και μεταγλωσσικών ικανοτήτων που γίνεται στο Νηπιαγωγείο, καθιστά ένα νήπιο έτοιμο να εκπαιδευτεί αβίαστα και αποτελεσματικά, χωρίς να δυσκολευτεί/πιεστεί/απογοητευτεί, στην εκμάθηση ανάγνωσης και γραφής ένα χρόνο αργότερα, στην Α΄ Δημοτικού.
Η Έρη Πιπεράκη εργάζεται ως ψυχολόγος και ειδική παιδαγωγός στα Εκπαιδευτήρια Δούκα. Είναι κλινική ψυχολόγος και κάτοχος master ειδικής αγωγής από το Northern Illinois University / USA.