Του Πρωτοπρεσβυτέρου Βασιλείου Θερμού
«῾Η ἐφηβεία εἶναι μιά ἐποχή μπερδεμένων καί νέων ἔντονων συναισθημάτων. Αὐτά περιλαμβάνουν σεξουαλικές ἐπιθυμίες, φαντασιώσεις, μεγαλομανιακές φιλοδοξίες, ὄνειρα, θυμό πού τόν μεταχειρίζονται…
σάν παιδί, παράξενα συναισθήματα γιά τίς ἀλλαγές τοῦ σώματος. Μόνο ὅταν ὁ ἔφηβος ταυτίσει αὐτά τά συναισθήματα μέ λέξεις θά ἀρχίσει νά τά χειρίζεται μέ ἕνα λογικό καί ὥριμο τρόπο».
Τελικά, τό πῶς θά αἰσθάνονται γιά τόν ἑαυτό τους θά ἀποτελέσει συνισταμένη τῶν προηγούμενων ἐμπειριῶν, τοῦ τρόπου μέ τόν ὁποῖο ἡ ψυχική ἐξέλιξη πού προηγήθηκε στίς ἄλλες φάσεις εἶχε γίνει ἀποδεκτή ἀπό τούς γονεῖς. ᾿Εμπλοκές πού ἔλαβαν χώρα κατά τήν ἀνάπτυξη, ἄγχη καί ἄμυνες πού εἶχαν δομηθῆ, ἀντιλήψεις καί ἀναπαραστάσεις γιά τόν ἑαυτό πού εἶχαν ὀργανωθῆ, ὅλα αὐτά θά ἐπηρεάσουν τήν κατανόηση τῆς ἐφηβείας τήν ὁποία περνοῦν καί θά δώσουν νόημα (σωστό ἤ λάθος, περισσότερο ἤ λιγώτερο ἰδιωτικό) στή νέα κατάσταση…
Καθώς οἱ ψυχοσωματικές ἀλλαγές τους εἶναι γρήγορες οἱ ἔφηβοι δέν προλαβαίνουν νά ἐξοικειωθοῦν τόσο μέ τήν εἰκόνα τοῦ σώματός τους ὅσο καί μέ τήν προσωπικότητά τους. Τό ἀποτέλεσμα εἶναι ὅτι νοιώθουν ἐκτεθειμένοι στά μάτια τῶν ἄλλων καί μάλιστα σέ βαθμό ντροπιαστικό. Τό καθρέφτισμά τους σέ ὅσους τούς περιβάλλουν τούς ἐπιστρέφει μιά εἰκόνα τήν ὁποία ἀδυνατοῦν νά γνωρίζουν καί νά ἐλέγξουν· «πῶς μέ βλέπουν οἱ συμμαθητές, τά κορίτσια (ἤ ἀγόρια, ἀντίστοιχα), οἱ ἄγνωστοι στόν δρόμο κτλ.; Μέ θεωροῦν χαζό ἤ ἔξυπνο; ῾Υγιῆ ἤ περίεργο;» κ.ο.κ…
᾿Επειδή αἰσθάνονται πώς ὑστεροῦν σέ σύγκριση μέ ὅ,τι θά ἤθελαν γιά τόν ἑαυτό τους, νομίζουν ὅτι καί οἱ ἄλλοι τό γνωρίζουν αὐτό· στήν πραγματικότητα νοιώθουν διαφανεῖς, νομίζουν πώς οἱ ἄλλοι μποροῦν νά δοῦν μέσα τους πράγματα πού δέν θά ἐκτιμοῦσαν καθόλου, γι’ αὐτό καί υἱοθετοῦν συμπεριφορές (πειράγματα, σκληρότητα, θόρυβο) μέ τίς ὁποῖες νομίζουν ὅτι προστατεύονται καί καλύπτονται.
῾Ο κόσμος πού ἀξίζει γι᾿ αὐτούς εἶναι τῶν συνομηλίκων καί ὄχι τῶν μεγάλων…
Σίγουρα ἐκτιμᾶ τή γνώμη κάποιων μεγάλων (τῶν γονέων του συμπεριλαμβανομένων) ἀλλά ἡ γνώμη αὐτή τοῦ χρειάζεται γιά νά πάει μπροστά· ἡ γνώμη τῶν συνομηλίκων τοῦ χρειάζεται γιά νά σταθῆ στά πόδια του. Καί ἡ δεύτερη τοῦ εἶναι προφανῶς ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά νά μπορέσει νά προχωρήσει.
Αὐτές οἱ ἰδιαίτερες εὐαισθησίες τῶν ἐφήβων ἐνισχύονται ἀπό ἕνα ἰδιάζον χαρακτηριστικό στόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἀντιλαμβάνονται τόν ἑαυτό τους μέσα στόν κόσμο. Δομοῦν τόν λεγόμενο προσωπικό μῦθο ὁ ὁποῖος τούς κάνει νά πιστεύουν ὅτι ζοῦν κάτι τό μοναδικό, ὅτι κανείς δέν μπορεῖ νά τούς καταλάβει, ὅτι αὐτά πού περνοῦν δέν τά ἔχει ζήσει ἄλλος· πεποιθήσεις πού αὐξάνουν τήν ὀδύνη καί τή ντροπή. Μπροστά σέ αὐτές τίς ραγδαῖες καί πρωτόγνωρες ἀλλαγές οἱ ἔφηβοι δοκιμάζονται ἀπό δύο εἰδῶν ἀμφιβολίες· μήπως εἶναι ψυχικά ἄρρωστοι καί μήπως εἶναι κακοί.
῞Ενα συνηθισμένο ἐρώτημα πού ἀπευθύνουν σέ εἰδικούς καί κληρικούς εἶναι· «σᾶς τά ἔχει πεῖ ἄλλος αὐτά;» ἤ «συμβαίνουν καί σέ ἄλλους;» Μέ τίς ψυχικές μεταπτώσεις στό ἀπόγειό τους ἀναρωτιοῦνται «ἄν εἶναι στά καλά τους», γι’ αὐτό καί οἱ περισσότεροι ἀποφεύγουν νά συμβουλευθοῦν ψυχολόγο ἤ ψυχίατρο μήπως καί ἐπιβεβαιώσει αὐτή τή φρικτή ὑποψία. ᾿Από τήν ἄλλη, ἡ ἀνάδυση σεξουαλικῶν καί ἐπιθετικῶν ἐνορμήσεων τούς δημιουργεῖ ἐνοχή καί ντροπή, ἐξωθώντας τους τελικά νά νομίσουν πώς εἶναι κακοί χαρακτῆρες ἤ διεστραμμένοι. Τελικά, ὅλα τά παραπάνω δύσκολα συναισθήματα καταλήγουν στόν ψυχικό πόνο τῆς ἐφηβείας…
῾Ο τρόπος σκέψης ἀναπτύσσεται ἔτσι ὥστε νά καταστήσει ἐπίκεντρο τόν ἔφηβο καί τά συναισθήματά του. Αὐτό δέν γίνεται γιά νά διεκδικήσει ὀφέλη ἐγωιστικῆς φύσης, ἀλλά γιά ἀναπτυξιακούς λόγους. Χρειάζεται νά περάσει ἀπό αὐτό τό στάδιο ὑπερβολῆς προκειμένου νά συγκροτήσει τήν ταυτότητά του ὡς ξεχωριστή ἀπό τήν ταυτότητα τῶν ἄλλων. Μεγαλώνοντας, ἀπό τό δεύτερο μισό τῆς ἐφηβείας καί ἑξῆς, μαθαίνουν πώς ὑπάρχουν κοινά ἀνθρώπινα χαρακτηριστικά καί ἐμπειρίες, μειώνοντας ἔτσι τόν προσωπικό μῦθο, τήν αἴσθηση ὀδύνης καί ντροπῆς πού τόν συνοδεύει, ἀλλά καί τίς ἀπερίσκεπτες συμπεριφορές.
Πηγή