Αυτό που χαρακτηρίζει ένα παιδί, είναι η έντονη διάθεσή του για παιχνίδι. Αν πραγματικά αναρωτηθούμε ‘’για ποιο λόγο παίζουν τα παιδιά;’’, η πρώτη απάντηση που θα μας έρθει στο μυαλό είναι για την ευχαρίστηση.
Γράφει η Μαρία Σκαμπαρδώνη
Είναι όμως μόνο αυτό; Το παιχνίδι για ένα παιδί δεν είναι μόνο ξεγνοιασιά, είναι ένας τρόπος κοινωνικοποίησης, μία βαθιά εσωτερική ανάγκη που το βοηθάει να χτίζει την αντίληψή του για την πραγματικότητα.
Το παιχνίδι είναι μία φυσική ανάγκη; τα παιδιά είναι ιδιαίτερα ενεργητικά και βρίσκουν σε αυτό την εκτόνωση της ενέργειάς τους. Το παιχνίδι είναι κοινωνική ανάγκη; βοηθάει τα ίδια να έρθουν σε επαφή μεταξύ τους και να γίνουν μέλη μίας ευρύτερης ομάδας. Παίζω σημαίνει στην πραγματικότητα, ανακαλύπτω τον κόσμο.
Το παιχνίδι υπάρχει από τότε που υπάρχει μαρτυρία για την ύπαρξη του ανθρώπου. Στις πρωτόγονες κοινωνίες τα παιδιά μάθαιναν να παίζουν τα επαγγέλματα που θα ακολουθούσαν στην ενήλικη ζωή για την επιβίωσή τους; έπαιζαν τον κυνηγό, τον ψαρά, τον τεχνίτη.
Το παιδί μέσα από το παιχνίδι μαθαίνει όχι μόνο να ανακαλύπτει τον κόσμο αλλά και να χρησιμοποιεί τη φαντασία του. Και πάνω από όλα, μαθαίνει να είναι ελεύθερο και να στηρίζεται στις δικές του δυνάμεις; μέσα από το παιχνίδι μαθαίνει να προσπαθεί, αποφασίζει με ποιον θα παίζει καλλιεργώντας την κρίση του, δεν πιέζεται περισσότερο από τις δυνάμεις του, μαθαίνει να σέβεται τα όρια και την ελευθερία του άλλου μέσα από τους κανόνες που θεσπίζονται.
Να αφήνουμε τα παιδιά να παίζουν, να τους δημιουργούμε το χρόνο και τις προϋποθέσεις ώστε να παίζουν. Και φυσικά, να σεβαστούμε την ανάγκη της ψυχής ενός παιδιού για παιχνίδι και χαλάρωση, δίχως να την καταπνίγουμε σε υπερβολικές εξωσχολικές υποχρεώσεις και δραστηριότητες. Το παιχνίδι από μόνο του διδάσκει στα παιδιά πολλές σημαντικές αξίες και τα εξοικειώνει με τις αρχές μίας οργανωμένης κοινωνίας.