Πριν από 2000 χρόνια περίπου, ο Αντισθένης, ο ιδρυτής των κυνικών φιλοσόφων, σημείωνε προφητικά ότι «αρχή παιδεύσεως η των ονομάτων επίσκεψις». Με άλλα λόγια, η αρχή της γνώσης, της μάθησης, της διαπαιδαγώγησης, των ιδεών και της κοσμοθεωρίας που διαμορφώνουμε, περνάει μέσα από τη γνώση «των ονομάτων», δηλαδή των λέξεων.
Όχι τόσο στο επίπεδο της αυστηρής γραμματικοσυντακτικής τους θεώρησης, όσο στο επίπεδο της διαχρονικής εννοιολογικής τους βαρύτητας ή των σημασιολογικών αποχρώσεων που περιέχουν. Έτσι, οι λέξεις γίνονται λόγος που καθορίζει τις σκέψεις μας και, συνεπώς, την πραγματικότητά μας. «Το αδιόριστον των λέξεων γεννά το ακατάστατον των ιδεών και τούτο πάλιν το ακατάστατον των πράξεων», έγραφε ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, ο Αδαμάντιος Κοραής.
Η παραπάνω θεώρηση ισχύει, πιστεύω, στην ελληνική γλώσσα, ως κατεξοχήν εννοιολογική, σε αντίθεση με άλλες σημειολογικές γλώσσες. Στη γλώσσα μας το σημαίνον (η λέξη) και το σημαινόμενο (η έννοια) βρίσκονται σε μία σχέση αλληλεξάρτησης, σχεδόν «βιολογική», όπως ο ομφάλιος λώρος που συνδέει το έμβρυο με την μητέρα του. Τα παραδείγματα ατελείωτα και χαρακτηριστικά: δημοκρατία, χειραγωγώ, ωραίος, ώριμος, αγέρωχος, άγχος (άγχω: πνίγω, σφίγγω / αγχόνη), λεωφόρος (αρχ. λαοφόρος / λεωφόρος), σύρραξη, σφυγμός, φιλαλληλία… Η ελληνική γλώσσα, λοιπόν, μας διδάσκει το προφανές: ότι, δηλαδή, ο λόγος επηρεάζει και διαμορφώνει τη σκέψη του ανθρώπου και αυτή με τη σειρά της γίνεται πράξη… Φιλία, αγάπη, έρωτας, πόλεμος…
Ωστόσο, σήμερα και παγκοσμίως το νόημα των λέξεων «ξεπέφτει» στο στόμα και στη συνείδηση των ανθρώπων. Συχνά, μάλιστα, και αυτό αποτελεί περίτρανη απόδειξη της ηθικής έκπτωσης του πολιτισμού μας, ο «ξεπεσμός» αυτός είναι εσκεμμένος και κατά το δοκούν. Οι άνθρωποι άλλα λένε και άλλα εννοούν. Μάλιστα, ο «βιασμός» των εννοιών αφορά κυρίως εκείνες που στο πέρασμα των χρόνων έχουν αποκτήσει ένα ειδικό βάρος, έχουν καταξιωθεί για την ανυπέρβλητη σημασιολογική τους εμβέλεια, έχουν νοηματοδοτήσει την ανθρώπινη ύπαρξη. Έτσι, οι άνθρωποι σήμερα λένε Δημοκρατία και εννοούν: «κάνω ό, τι γουστάρω…». Λένε ανθρωπιά και εννοούν: «εσύ είσαι άνθρωπος, αλλά εσύ δεν είσαι…». Λένε φιλία και εννοούν τη σχέση που δε θίγει τα συμφέροντά τους… Λένε αγάπη και εννοούν μία κεντρομόλο επιθυμία…
Βέβαια, πολλοί διατείνονται ότι λέξεις-έννοιες όπως οι παραπάνω, έχουν ένα τόσο ευρύ φάσμα προσέγγισης και ανάλυσης, ώστε εύκολα μπορούν να έχουν το ένα ή το άλλο νόημα. Επίσης, συνεχίζουν οι ίδιοι, τέτοιου είδους έννοιες δεν παραμένουν σταθερές, αλλά μεταβάλλονται, όπως μεταβάλλονται και οι όροι της ανθρώπινης ζωής. Κάνουν λάθος, πιστεύω. Η Δημοκρατία έχει κανόνες, η ανθρωπιά είναι κυκλική παρουσία, η φιλία στηρίζεται στην ανιδιοτέλεια και η αγάπη είναι φυγόκεντρος δύναμη. Αυτά τα νοήματα (και άλλα πολλά) δεν αλλάζουν. Εμείς έχουμε αλλάξει και αποδεικνυόμαστε κατώτεροι των περιστάσεων.
Τελικά είμαστε καταδικασμένοι στον ανοικτίρμονα νόμο της, κατά το δοκούν, φθοράς των λέξεων; Αλίμονο αν έτσι συνέβαινε… Την τιμωρία που επωμιζόμαστε αποτυπώνει χαρακτηριστικά ο Ε. Παπανούτσος σε χωρίο του δοκιμίου του «Η φθορά των λέξεων». Σας το παραθέτω: « Ο άνθρωπος είναι ένα κατ’ εξοχήν υποκριτικό ζώο που έχει καλλιεργήσει και εκμεταλλεύεται το ψεύδος όσο κανένα άλλο έμβιο ον στον πλανήτη μας, επειδή αξιώθηκε να αποκτήσει και να αναπτύξει ένα ανεκτίμητο αγαθό: το λόγο, που είναι για όλα ικανός. Όταν όμως κακομεταχειρίζεται αυτό το θαυμάσιο όργανο, τούτο τον εκδικείται: δίνει τέτοια λάμψη στα ψεύδη του που κανείς πια δεν τα πιστεύει…»