Από τις πρώτες ημέρες που ήλθαν στο λύκειο είχαμε αντιληφθεί την ποιότητα των μαθητών / μαθητριών αυτής της τάξης. Φτάναμε στο σημείο να προοικονομούμε – τι άλλο στους καιρούς της επαγγελματοποιημένης ζωής μας… – τον «τελικό θρίαμβο» στις Πανελλαδικές εξετάσεις.
Μπορεί αυτό να κυριαρχούσε στο χρησιμοθηρικό μέρος της σκέψης μας, αλλά η εικόνα τους ήταν αρτιωμένη. Οι χαρακτήρες τους ήταν άψογοι. Η συμπεριφορά τους βαθιά συναισθηματική και συνάμα ξεχωριστά ορθολογική. Η μαθησιακή τους ετοιμότητα και προπάντων η δίψα τους για γνώση βρίσκονταν σε επίπεδα έντασης και κορύφωσης. Οι φιλοδοξίες τους και τα όνειρά τους φώλιαζαν για τα καλά στα ανήσυχα βλέμματά τους.
Αναρωτιόμουνα το πώς γίνεται να έχεις τόσο θαυμαστά ρεύματα μαθητών και ποια είναι η αρχική πηγή τους. Γιατί η συνέχεια του καλού ξεκινήματος διαμορφώνει σχεδόν νομοτελειακά τη συνέχειά του. Άλλωστε, η διαμόρφωση ενός θετικού μαθησιακού αλλά και ανθρώπινου κλίματος μέσα στη σχολική αίθουσα είναι εφαλτήριο και πεδίο δυναμικής τόσο για την προαγωγή της διαπαιδαγώγησης όσο και για την καλλιέργεια της διδακτικής ύλης. Έβλεπες το καλό κλίμα στις μεταξύ των σχέσεις. Δεν υπήρχαν σκιές και τριβές. Καταλύτες σ’ αυτό το ξεχωριστό μικροπεριβάλλον ήταν κάποιοι μαθητές και πιο πολύ κάποιες μαθήτριες, που με την ίδια τη στάση τους και τη συμπεριφορά τους κέρδιζαν την εκτίμηση των άλλων και αποτελούσαν μια μορφή υποδείγματος!
Σε καμιά περίπτωση, όλη αυτή η περιγραφή δεν τείνει να προσδιορίσει μια ανέφελη και ιδανική εκδοχή της σχολικής τάξης. Όχι, υπήρχαν αντιπαραθέσεις αλλά ήταν πάντα γόνιμες. Υπήρξαν και κακές στιγμές. Μερικές φορές αφορούσαν και τη δική μου λειτουργία. Αλλά στις επόμενες φάσεις έκλειναν δημιουργικά οι διαφορές και η πορεία συνεχιζόταν με μεγαλύτερη δημιουργικότητα.
Βιάστηκα από τον πρώτο μήνα να προλάβω, να αναγγείλω στο Σύλλογο ότι αυτή η …γενιά είναι πολύ ξεχωριστή, ότι σαν φτάσουν στην Τρίτη τάξη θα δώσουν επιτυχίες στο σχολείο μας που θα φαντάζουν ιδανικές. Δεν παρέλειπα κάθε φορά που ήμουνα σ’ άλλες τάξεις να αναφέρομαι στην περίπτωση αυτής της «φουρνιάς» θέτοντας μάλιστα και έναν προβληματισμό. Όλοι αυτοί οι μαθητές και οι μαθήτριες ξεκινάνε από τις ίδιες γειτονιές, από τις ίδιες οικογένειες και επομένως είναι στις δυνατότητές σας να τους μοιάσετε.
Ήταν μια τάξη που με ενθουσίαζε και αυτό αποτελεί μια μαγιά για πιο ζωντανό και πιο απαιτητικό μάθημα. Άλλωστε, είχα και μια πρόκληση – που πάντα τη λάτρευα – να κάνω προεκτάσεις στα μαθήματα, προεκτάσεις επιστημονικές, παιδαγωγικές, πολιτισμικές, κοινωνικές. Αξιοποιούσα την εμπειρία μου και τα συνεχή διαβάσματά μου για να διαμορφώνω ένα σκηνικό πραγματικής γενικής παιδείας και ουσιαστικής μόρφωσης. Όσο μεγαλύτερες είναι οι απαιτήσεις μιας τάξης, τόσο πιο συστηματικός γίνεσαι στη διδασκαλία. Και μέσα σ’ αυτή την περιπέτεια της έντασης νιώθεις μια ξεχωριστή ομορφιά στην όλη εκτύλιξη της διδακτικής τέχνης.
Ήταν μια τάξη που διαμόρφωνε και ένα ζωηρό χρώμα
στη σχολική ζωή, στις γιορτές και στις εκδηλώσεις. Αλλά και στις εκδρομές που έκαναν – στις οποίες συμμετείχα με ζωηρή θέληση – εξασφάλιζαν προκαταβολικά την ομαλή εξέλιξη των πραγμάτων και την υπηρέτηση των στόχων των εκδρομών, μορφωτικών και ψυχαγωγικών, και ένιωθες ασφάλεια και ικανοποίηση.
Σε μια τέτοια τάξη, δεν θα μπορούσαν να μην υπάρχουν και οι κορυφαίες εκδοχές ήθους, γνώσης και χαρακτήρα. Εδώ υπήρχαν μαθητές και μαθήτριες «διαμάντια», ολοφώτεινα αστέρια στην αντίληψη και στη στάση ζωής. Και ακόμα, υπήρχαν εξαιρετικές περιπτώσεις μαθητών που θα μπορούσαν να εισαχθούν σε οποιαδήποτε σχολή υψηλής ζήτησης επιθυμούσαν με την ίδια αποτελεσματικότητα. Ήταν μαθητές και μαθήτριες του «απόλυτου άριστα», μαθητές ταλέντα και δημιουργοί ενός ξεχωριστού και όμορφου κόσμου, που κερδίζαμε πολλά ως εκπαιδευτικοί.
Υπήρχε και πριν από τρία χρόνια μια ανάλογη γενιά μαθητών. Και ξέραμε το πόσο άδειαζε το σχολείο σαν έφευγαν. Βιώναμε ένα αίσθημα απογοήτευσης και έπρεπε να κατακτάμε μια άλλη πραγματικότητα, που απαιτούσε πιο σκληρή δουλειά – και το πιο οδυνηρό ήταν που δεν θα σου έδινε τόσο γενναιόδωρα αποτελέσματα επιθυμητά. Και είναι εύκολο να καταφεύγεις σε επιχειρήματα του τύπου «έχουν πολλά κενά από το Γυμνάσιο ή και από το Δημοτικό», αλλά ξέρεις πολύ καλά ότι αυτά είναι προφάσεις εν αμαρτίαις, γιατί πολύ απλά ένας εκπαιδευτικός κρίνεται ακριβώς εκεί που οι μαθητές έχουν ελλείψεις – που οφείλεις να τις καλύψεις -, και όχι όπου η δυναμική των μαθητών σχεδόν από μόνη της οδηγεί την πορεία των ευνοϊκών εξελίξεων.
Υπάρχουν πολλές θεωρίες περί της μάθησης και περί της αγωγής. Θεωρώ όμως ότι η μελέτη και η έρευνα τέτοιων ξεχωριστών εκδοχών λυκειακής τάξης θα έδινε πιο απτά και πιο ισχυρά συμπεράσματα στα πεδία της γνωσιολογίας, της επιστήμης και της παιδαγωγικής.