Μια μελέτη του 1995 που θεωρήθηκε «ορόσημο» είχε δείξει ότι τα παιδιά οικογενειών υψηλότερου οικονομικού και μορφωτικού επιπέδου ακούνε περί τις 30 εκατομμύρια περισσότερες λέξεις κατά τα τρία πρώτα χρόνια ζωής τους σε σύγκριση με εκείνα οικογενειών με χαμηλότερο οικονομικό και μορφωτικό επίπεδο. Αυτό το «χάσμα των 30 εκατομμυρίων» λέξεων συνδέεται με σημαντικές διαφορές στις επιδόσεις των παιδιών σε τεστ λεξιλογίου, στη γλωσσική ανάπτυξη και στην κατανόηση κειμένων.
Τώρα ειδικοί στη γνωστική επιστήμη του ΜΙΤ ανακάλυψαν ότι η συζήτηση ανάμεσα σε έναν ενήλικο και ένα παιδί φαίνεται να αλλάζει τον παιδικό εγκέφαλο και είναι πιο σημαντική για την ανάπτυξη της γλώσσας παρά το «χάσμα των λέξεων». Μελέτη που διεξήγαγαν σε παιδιά τεσσάρων έως έξι ετών έδειξε ότι οι διαφορές στον αριθμό των «εναλλαγών» στη συζήτηση μεταξύ γονέα και παιδιού ήταν οι κύριες υπεύθυνες για πολλές από τις διαφορές στη φυσιολογία του εγκεφάλου και στις γλωσσικές δεξιότητες που εντοπίστηκαν μεταξύ των παιδιών. Το εύρημα αυτό μάλιστα φάνηκε να ισχύει ανεξαρτήτως του μορφωτικού και οικονομικού επιπέδου των γονέων.
Σημαντική γονεϊκή επίδραση στην ανάπτυξη του παιδικού εγκεφάλου
Τα αποτελέσματα αυτά μαρτυρούν ότι οι γονείς μπορούν να έχουν πολύ μεγάλη επίδραση στη γλωσσική ανάπτυξη και στην ανάπτυξη του εγκεφάλου των παιδιών τους, απλώς μέσω της συζήτησης μαζί τους.
«Το σημαντικό είναι όχι απλώς να μιλάτε στο παιδί σας αλλά να μιλάτε με το παιδί σας. Μην του γεμίζετε απλώς το κεφάλι με λέξεις αλλά κάντε συζήτηση μαζί του» αναφέρει η Ρέιτσελ Ρόμεο, τελειόφοιτη του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και του ΜΙΤ και κύρια συγγραφέας της νέας μελέτης η οποία δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο «Psychological Science».
Οι ερευνητές εντόπισαν τις διαφορές στην απόκριση του εγκεφάλου των παιδιών ενόσω συζητούσαν με τους γονείς τους με χρήση λειτουργικής μαγνητικής τομογραφίας (fMRI). Οπως φάνηκε, στα παιδιά που συζητούσαν περισσότερο με τους γονείς τους η περιοχή του Broca η οποία εμπλέκεται στην παραγωγή του λόγου και στην επεξεργασία της γλώσσας ήταν πολύ πιο ενεργή.
«Το πραγματικά καινούργιο εύρημα της μελέτης μας είναι ότι παρέχει τις πρώτες ενδείξεις σχετικά με το ότι η συζήτηση μέσα στην οικογένεια συνδέεται με την ανάπτυξη του εγκεφάλου των παιδιών. Είναι σχεδόν μαγικό το πώς η συζήτηση με τους γονείς επηρεάζει τη βιολογική ανάπτυξη του εγκεφάλου» σημειώνει ο Τζον Γκαμπριέλι, καθηγητής Γνωστικής Επιστήμης, μέλος του Ινστιτούτου McGovern για την Ερευνα στον Εγκέφαλο του ΜΙΤ και κύριος συγγραφέας της μελέτης.
Εξάσκηση των επικοινωνιακών δεξιοτήτων
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι η συζήτηση στην οποία συμμετέχουν ενεργά και οι δύο πλευρές δίνει στα παιδιά μεγαλύτερες ευκαιρίες να εξασκήσουν τις επικοινωνιακές δεξιότητές τους, συμπεριλαμβανομένης της ικανότητας να κατανοούν τι προσπαθεί να τους πει ο συνομιλητής τους και να αποκρίνονται με τον κατάλληλο τρόπο.
Οι επιστήμονες του ΜΙΤ ελπίζουν ότι τα ευρήματά τους θα ενθαρρύνουν τους γονείς να συζητούν περισσότερο με τα παιδιά τους. Παρότι η συγκεκριμένη μελέτη διεξήχθη σε παιδιά ηλικίας τεσσάρων έως έξι ετών, εκτιμούν ότι η «συζήτηση» μπορεί να γίνει και με πολύ μικρότερα παιδιά. Ακόμη και αν τα παιδιά δεν έχουν κατακτήσει τη γλώσσα οι γονείς μπορούν να ανταλλάσσουν μαζί τους ήχους ή γκριμάτσες.
Η ερευνητική ομάδα σχεδιάζει τώρα να μελετήσει την επίδραση πιθανών παρεμβάσεων οι οποίες μπορεί να ενσωματώσουν πιο πολλή συζήτηση στη ζωή των μικρών παιδιών. Τέτοιες παρεμβάσεις θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν τεχνολογική… χείρα βοηθείας όπως προγράμματα σε υπολογιστή που μπορούν να «συζητήσουν» ή ηλεκτρονική υπενθύμιση προς τους γονείς ώστε να μην ξεχνούν τη συζήτηση με τα τέκνα τους.
Βέβαια, θα σχολιάσουμε εμείς, υπάρχει και το πιο απλό που δεν απαιτεί την αρωγή της τεχνολογίας. Αφιερώστε χωρίς… υπενθύμιση λίγο χρόνο μέσα στην ημέρα σας, όποιο μορφωτικό ή οικονομικό επίπεδο και αν έχετε, για να κάνετε την πιο εποικοδομητική συζήτηση, αυτή με τα παιδιά σας…