Θεωρώ πως η (Π.Ε.) αποτέλεσε έναν πολύ ουσιαστικό θεσμό ανανέωσης της σχολικής ζωής στις τελευταίες δεκαετίες. Δημιούργησε και δημιουργεί ένα νέο μορφωτικό υπόστρωμα πέραν της στενά χρησιμοθηρικής αντίληψης της γνώσης, της γνώσης που πλέκει το νήμα μιας μονοσήμαντης επαγγελματικής εξέλιξης.

Του

Ανέδειξε και αναδεικνύει ένα κριτικό και αμφισβητησιακό σύστημα αξιών απέναντι στον βιομηχανικό πολιτισμό, στον τεχνολογικό ευδαιμονισμό, στον καταναλωτισμό, όπως τουλάχιστον αυτά εμφανίζονται ως κρατούσες θεωρήσεις και πρακτικές μέσα στο εκπαιδευτικό σύστημα και στην κοινωνία γενικότερα.

Καλλιεργεί την αυτενέργεια, την πρωτοβουλία, την έρευνα, την ανησυχία στις σκέψεις και στη δράση των μαθητών. Αποτελεί ουσιαστικά ένα ριζοσπαστικό παιδαγωγικό ρεύμα, που επιζητεί πιο δημοκρατικό περιεχόμενο και μια οικολογική αντίληψη στους θεσμούς της εκπαίδευσης.

Βεβαίως, η Π.Ε. συναντά δυσκολίες. Εμφανίζει εγγενείς αδυναμίες. Σκοντάφτει σε αντιφάσεις και παλινωδίες. Συναντά αντιπάλους, επίσημους και μη. Δεν κατάφερε να γίνει πλειοψηφικό ρεύμα. Γνώρισε οροφές στο πεδίο αναφοράς της στο Λύκειο, αφού εδώ οι μαθητές μας ετεροκαθορίζονται από την κυρίαρχη λογική των εξετάσεων και της μετεξέλιξής τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Ωστόσο, στη σημερινή συγκυρία – και μετά το ξεπέρασμα της πανδημίας – η Π.Ε πρέπει να περάσει σε ένα ποιοτικό άλμα. Θεωρώ πως έχει διέλθει από την εφηβική της φάση, με τις όποιες ενδοσκοπήσεις και τις ατέλειωτες θεωρητικολογίες ως προς την ταυτότητά της.

Στις καινούργιες επιδιώξεις της πρέπει να σημειωθούν α) η διαρκής επέκταση της ποσοτικής της αναφοράς σε μαθητές και σε εκπαιδευτικούς, β) η θεσμική διεύρυνσή της διεκδικώντας το άρτιο σχήμα της από την πολιτεία, γ) η ισχυρή και οργανική σύνδεσή της με τα παράλληλα πολιτισμικά ρεύματα που αναπτύσσονται στο σχολείο (θέατρο, τέχνη, φιλαναγνωσία, αισθητική αγωγή, αγωγή υγείας κλπ), δ) η επιμελής και συγκροτημένη καλλιέργεια της κριτικής σκέψης και του στοχασμού συνδέοντας τους προβληματισμούς της με τα πρωτόλεια ερωτήματα των παιδιών και των εφήβων, με τις αγωνίες των νέων αλλά και με τις σχετικές διαχρονικές αναζητήσεις του ανθρώπου, ε) η ισχυροποίηση της δημοκρατικής πολιτικής και ιδεολογικής φυσιογνωμίας της.

Για να διεκδικήσουμε και για να κατακτήσουμε το όραμα της Π.Ε. δεν μπορεί παρά να αγωνιστούμε για τη μεγάλη εικόνα, για ένα νέο σχολείο του πολιτισμού και της παιδείας. Οφείλουμε εμείς οι εκπαιδευτικοί να αλλάξουμε τους εαυτούς μας. Να αποδράσουμε από τον εφησυχασμό της υπαλληλικής νοοτροπίας των τυπικών καθηκόντων και από τον κραταιά οριοθετημένο διδακτισμό, που αποβλέπει μονομερώς στη μεταβίβαση γνώσης στον μαθητή.

Τα τόσα και τόσα προβλήματα του σχολείου και των εκπαιδευτικών – που διαρκώς αυξάνονται αυτή την περίοδο – δεν πρέπει να γίνουν βρόχος στον αγώνα για αλλαγή παραδείγματος του σχολικού οικοσυστήματος. Η ανάδειξη του προοδευτικού σχολείου για το οποίο αγωνίζονται οι εκπαιδευτικοί διαχρονικά στη χώρας μας δίνει κοινωνική δυναμική και για τα προβλήματα, θεσμικά και λειτουργικά.

Οι εκπαιδευτικοί – που σηκώνουν το βάρος της ευθύνης της Π.Ε. – μαζί με τους εκπαιδευτικούς που συνδέουν τη σχολική τους ζωή με κάποια άλλη πολιτιστική πρωτοβουλία, μπορούν να γίνουν μαγιά για αλλαγή. Παράλληλα, είναι αναγκαίος ο μετασχηματισμός του συλλογικού εκπαιδευτικού κινήματος σε μορφωτικό ρεύμα, για να αγκαλιάσει ουσιαστικά τις δημιουργικές δυνάμεις της κοινωνίας. Άλλωστε, όπως τόνιζε ο Δημήτρης Γληνός, η μόρφωση δεν είναι ζήτημα γνώσης, είναι ζήτημα ζωής!