Οι μαθησιακές δυσκολίες είναι ένας γενικός όρος ο οποίος αναφέρεται σε μία ανομοιογενή ομάδα διαταραχών που εκδηλώνονται με σημαντικές δυσκολίες στην πρόσκτηση και χρήση ικανοτήτων ακρόασης, ομιλίας, ανάγνωσης, γραφής, συλλογισμού ή μαθηματικών ικανοτήτων.

Δήμητρα Πήττα, Εκπαιδευτικός & Επιστήμονας Ψυχικής Υγείας

Οι διαταραχές αυτές είναι εγγενείς στο άτομο και αποδίδονται σε δυσλειτουργία του κεντρικού νευρικού συστήματος (Κ.Ν.Σ.). Αν και μία μαθησιακή δυσκολία μπορεί να εμφανίζεται μαζί με άλλες μειονεξίες (αισθητηριακή βλάβη, νοητική υστέρηση, κοινωνικές και συναισθηματικές διαταραχές) ή περιβαλλοντικές επιδράσεις (πολιτισμικές διαφορές, ανεπαρκής ή ακατάλληλη διδασκαλία, ψυχογενείς παράγοντες), εντούτοις δεν είναι το άμεσο αποτέλεσμα αυτών των καταστάσεων ή επιδράσεων. Τα παιδιά δηλαδή με μαθησιακές δυσκολίες, αποτελούν μία ανομοιογενή ομάδα στην οποία μπορούν να συμπεριληφθούν για παράδειγμα και τα παιδιά με ΔΕΠ-Υ, δυσλεξία ή ελάχιστη εγκεφαλική δυσλειτουργία.

Σύμφωνα με το διαγνωστικό και στατιστικό εγχειρίδιο ψυχικών διαταραχών (DSM),
οι μαθησιακές διαταραχές ταξινομούνται στις εξής κατηγορίες :
Διαταραχή της ανάγνωσης

Διαταραχή των μαθηματικών

Διαταραχή της γραπτής έκφρασης

Μαθησιακή διαταραχή μη προσδιοριζόμενη αλλιώς

*Για καθεμία από τις παραπάνω διαταραχές, θα μιλήσουμε εκτενώς σε επόμενα

άρθρα*

Τα συμπτώματα που μπορεί να περιλαμβάνουν οι μαθησιακές διαταραχές είναι :
 Στην προσχολική ηλικία

Προβλήματα με την προφορά των λέξεων, με την εύρεση της σωστής λέξης, με την εκμάθηση του αλφαβήτου, των αριθμών, των χρωμάτων, των σχημάτων, των ημερών της εβδομάδας. Επίσης, δυσκολίες στον έλεγχο των μολυβιών, των μαρκαδόρων, του ψαλιδιού ή του χρωματισμού εντός των γραμμών, ακόμα και δυσκολίες στο δέσιμο των παπουτσιών.

 Στην ηλικία 5-9 ετών
Προβλήματα με την εκμάθηση της σύνδεσης μεταξύ γραμμάτων και ήχων, με την ανάμειξη ήχων για τη δημιουργία λέξεων, με την εκμάθηση βασικών μαθηματικών εννοιών · επιπλέον, σύγχυση βασικών λέξεων κατά την ανάγνωση & αργή εκμάθηση δεξιοτήτων.

 Στην ηλικία 10-13 ετών
Δυσκολία στην κατανόηση της ανάγνωσης ή στις μαθηματικές δεξιότητες, πρόβλημα με τις ανοιχτές ερωτήσεις, απέχθεια για τη γραφή και την ανάγνωση, συλλαβισμός της ίδιας λέξης με διαφορετικό τρόπο στο ίδιο κείμενο/έγγραφο, αποφυγή ανάγνωσης δυνατά σε κοινό όπως επίσης και αποφυγή συζητήσεων στην τάξη και έκφρασης των σκέψεών του, κακή γραφή και έλλειψη οργανωτικών δεξιοτήτων (ακατάστατο δωμάτιο, αποδιοργανωμένο γραφείο κλπ).

 

Οι μαθησιακές δυσκολίες, φαίνεται να είναι αποτέλεσμα κάποιας νευρολογικής διαταραχής, η οποία σχετίζεται με κληρονομικούς παράγοντες, όμως δεν είναι δυνατόν να ανιχνευτεί με τα μέσα που διαθέτουμε σήμερα. Είναι πιθανόν, δηλαδή, να κληρονομούνται τα ελλείμματα που αφορούν στον τρόπο λειτουργίας ορισμένων περιοχών του εγκεφάλου και τα οποία δημιουργούν στο παιδί δυσκολίες στη διάκριση των ήχων και των γραπτών συμβόλων. Ορισμένοι ερευνητές υποθέτουν ότι τα προβλήματα συμπεριφοράς μπορεί επίσης να οδηγούν σε μαθησιακές δυσκολίες· δηλαδή θεωρούν πως, τα πρώιμα αναπτυξιακά ελλείμματα είναι πιθανό να ευθύνονται για τα προβλήματα συμπεριφοράς και στη συνέχεια αυτά τα προβλήματα να παρεμποδίζουν την ίδια τη διαδικασία της μάθησης. Επομένως, η πρώιμη εμφάνιση αυτών των προβλημάτων φαίνεται να επιδρά αρνητικά στην ανάπτυξη βασικών δεξιοτήτων που είναι όμως άκρως απαραίτητες για τη μάθηση.

Οι τεχνικές που συνήθως χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση των μαθησιακών δυσκολιών στηρίζονται σε ψυχοκοινωνικές και εκπαιδευτικές μεθόδους, παρά τις ενδείξεις ότι η αιτιολογία τους είναι οργανική. Σαν πρώτο βήμα, ο ειδικός πρέπει να προσδιορίσει το μαθησιακό επίπεδο στο οποίο το παιδί καταφέρνει να ανταποκριθεί χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες, εν συνεχεία να του προσφέρει συνεχή ανατροφοδότηση
και τελικά να αυξάνει προοδευτικά με μικρά βήματα τις απαιτήσεις του εκάστοτε θεραπευτικού προγράμματος. Συμπληρωματικά, είναι καλό να επικεντρωθεί στην ανάπτυξη του αυτοελέγχου και της αυτοκαθοδήγησης του παιδιού καθώς επίσης και στη βελτίωση της αυτοεκτίμησης του. Τέλος, είναι σημαντικό ειδικός να έχει τη συνεργασία τόσο των γονέων όσο και των εκπαιδευτικών και των «σημαντικών άλλων» του παιδιού και να τους εντάξει στο θεραπευτικό του πρόγραμμα . Κλείνοντας, είναι πιθανό σε μερικά χρόνια να ανακαλυφθούν νέες θεραπευτικές προσεγγίσεις για τις διαταραχές επικοινωνίας και μάθησης. Σήμερα όμως, με βάση τις υπάρχουσες έρευνες, τα προβλήματα ομιλίας και οι μαθησιακές δυσκολίες δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με ιατρικές και φαρμακευτικές παρεμβάσεις -εκτός από περιπτώσεις όπου τα προβλήματα αυτά είναι αποτέλεσμα των διαταραχών προσοχής και υπερκινητικότητας.

Αξίζει να θυμόμαστε πως, το σημαντικότερο βήμα για την αντιμετώπιση του εκάστοτε προβλήματος είναι πάντα η αναγνώριση της ύπαρξης του.

Πηγές
Potential causes of Developmental Language Disorder, dldandme.org
Diagnostic and statistical manual of mental disorders (4 th ed), American Psychiatric Association
Language and Language disorders, Goldstein
Learning disabilities and Disorders, helpguide.org
Ψυχοπαθολογία παιδιών και εφήβων, Κακούρος Μανιαδάκη

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025