Η στιγμή που ένα παιδί θα μείνει μόνο του στο σπίτι για πρώτη φορά είναι μια απόφαση που γεννά ερωτήματα και ανησυχίες στους γονείς. Δεν υπάρχει ένας αυστηρός κανόνας που να καθορίζει την κατάλληλη ηλικία, αφού κάθε παιδί είναι διαφορετικό και έχει τον δικό του ρυθμό ανάπτυξης. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένες βασικές αρχές που μπορούν να βοηθήσουν τους γονείς να κρίνουν πότε είναι η σωστή στιγμή.
Σε πολλές χώρες, η νομοθεσία δεν ορίζει μια συγκεκριμένη ηλικία για το πότε ένα παιδί μπορεί να μείνει μόνο του. Παρόλα αυτά, οι ειδικοί συμφωνούν πως τα περισσότερα παιδιά κάτω των 10-12 ετών δεν είναι ακόμα έτοιμα να διαχειριστούν μόνα τους πιθανές δυσκολίες. Στην Ελλάδα, δεν υπάρχει σαφής νομοθετική ρύθμιση, αλλά η ευθύνη της προστασίας και της ασφάλειας του παιδιού βαραίνει πάντα τους γονείς.
Δείτε εδώ Πόσο Χαρτζιλίκι να δώσω στο παιδί μου: Ποιά είναι η σωστή ποσότητα ανά ηλικία;
Πέρα από την ηλικία, είναι σημαντικό να ληφθεί υπόψη η ωριμότητα και η προσωπικότητα του παιδιού. Ορισμένα παιδιά νιώθουν άνετα όταν μένουν μόνα τους και μπορούν να διαχειριστούν μια τέτοια εμπειρία με υπευθυνότητα, ενώ άλλα μπορεί να φοβούνται ή να αγχώνονται. Ένα παιδί που μπορεί να ακολουθεί κανόνες, να διατηρεί την ψυχραιμία του και να γνωρίζει βασικά θέματα ασφάλειας, όπως το να μην ανοίγει την πόρτα σε αγνώστους ή να καλέσει κάποιον ενήλικα αν χρειαστεί, είναι σαφώς πιο έτοιμο να μείνει μόνο του για λίγο.
Ένα βασικό κριτήριο είναι και η διάρκεια της απουσίας των γονιών. Ένα μικρό παιδί μπορεί να μείνει μόνο του για λίγα λεπτά, αλλά όχι για ώρες. Αντίθετα, ένα μεγαλύτερο παιδί μπορεί να διαχειριστεί μεγαλύτερα διαστήματα, αρκεί να υπάρχει επικοινωνία και μια αίσθηση ασφάλειας. Επίσης, η ύπαρξη κάποιου κοντινού προσώπου, όπως ένας γείτονας ή ένας συγγενής, που μπορεί να επέμβει αν χρειαστεί, είναι ένας σημαντικός παράγοντας που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη.
Οι ειδικοί προτείνουν μια σταδιακή προσέγγιση ανάλογα με την ηλικία του παιδιού. Ένα παιδί κάτω των επτά ετών δεν θα πρέπει να μένει καθόλου μόνο του, ακόμα και για πολύ μικρό χρονικό διάστημα, καθώς δεν έχει ακόμα την ικανότητα να διαχειριστεί απρόβλεπτες καταστάσεις.
Μεταξύ επτά και δέκα ετών, μπορεί να μείνει μόνο του για λίγα λεπτά, αλλά πάντα με την προϋπόθεση ότι αισθάνεται άνετα και υπάρχει εύκολη πρόσβαση σε βοήθεια. Από δέκα έως δώδεκα ετών, ένα παιδί μπορεί να μείνει μόνο του για μία ή δύο ώρες, αρκεί να γνωρίζει πώς να χειριστεί βασικές καταστάσεις και να έχει σαφείς οδηγίες από τους γονείς του.
Στην εφηβεία, από δώδεκα έως δεκατέσσερα έτη, τα παιδιά μπορούν να μένουν μόνα τους για μεγαλύτερα διαστήματα, αλλά είναι σημαντικό να υπάρχει επικοινωνία και ανοιχτή συζήτηση για το τι επιτρέπεται και τι όχι. Μετά τα δεκαπέντε, τα περισσότερα παιδιά έχουν πλέον την απαραίτητη ωριμότητα για να μείνουν μόνα τους ακόμα και για αρκετές ώρες ή ένα βράδυ, αρκεί να νιώθουν ασφαλή.
Δείτε επίσης Γονείς και τεχνολογία: Πώς να κατανοήσετε τον ψηφιακό κόσμο των παιδιών σας
Για να γίνει η μετάβαση πιο ομαλή, οι γονείς μπορούν να βοηθήσουν το παιδί τους να προετοιμαστεί σωστά. Είναι σημαντικό να του εξηγήσουν βασικούς κανόνες ασφαλείας, όπως το να μην ανοίγει την πόρτα σε κανέναν, να αποφεύγει επικίνδυνες ηλεκτρικές συσκευές και να γνωρίζει τι πρέπει να κάνει σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Μια καλή πρακτική είναι να δοκιμάσουν σταδιακά την εμπειρία, αφήνοντάς το μόνο του για πολύ μικρά χρονικά διαστήματα και ελέγχοντας πώς νιώθει και πώς ανταποκρίνεται. Παράλληλα, η επικοινωνία είναι καθοριστική. Ένα τηλέφωνο ή ένα μήνυμα στη διάρκεια της απουσίας των γονιών μπορεί να προσφέρει στο παιδί την αίσθηση ότι δεν είναι εντελώς μόνο του και ότι μπορεί να ζητήσει βοήθεια αν χρειαστεί.
Τελικά, ο τελικός υπεύθυνος για να αποφασίσει αν το παιδί του μπορεί να μείνει μόνο του στο σπίτι είναι ο ίδιος ο γονιός. Εκείνος γνωρίζει καλύτερα τον χαρακτήρα του, τη συμπεριφορά του και το επίπεδο υπευθυνότητας που έχει αναπτύξει. Δεν υπάρχουν καθολικά όρια στο συγκεκριμένο θέμα, αφού κάθε παιδί είναι διαφορετικό και ωριμάζει με τον δικό του ρυθμό.
Δείτε ακόμη Πόσο χρόνο πρέπει να διαβάζει το παιδί μου; Κατευθυντήριες γραμμές ανά ηλικία
Αυτό που παίζει καθοριστικό ρόλο είναι το κατά πόσο το παιδί έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη του γονέα μέσα από τη συμπεριφορά και τις αντιδράσεις του σε καθημερινές καταστάσεις. Αν ο γονέας νιώθει σίγουρος ότι το παιδί του μπορεί να διαχειριστεί την απουσία του χωρίς να εκτεθεί σε κινδύνους, τότε αυτή η μετάβαση μπορεί να γίνει με ασφάλεια και ηρεμία.
Κάθε παιδί είναι μοναδικό και γι’ αυτό η απόφαση για το πότε μπορεί να μείνει μόνο του στο σπίτι θα πρέπει να βασίζεται στην προσωπικότητά του, την ωριμότητά του και το επίπεδο άνεσης που νιώθει. Δεν υπάρχει σωστό ή λάθος, αλλά ένας συνδυασμός παραγόντων που καθορίζουν πότε είναι η κατάλληλη στιγμή. Οι γονείς, παρατηρώντας το παιδί τους και έχοντας ανοιχτό διάλογο μαζί του, μπορούν να κάνουν αυτή τη μετάβαση με τρόπο που να το κάνει να νιώθει ασφαλές και προστατευμένο.