Στη συνέχεια, οι ερευνητές υπολόγισαν τις πιθανότητες ανάπτυξης καρκίνου του θυρεοειδούς ή καλοηθών όγκων ως προς την κατανάλωση τσαγιού, συγκρίνοντας τα αποτελέσματα βάσει ημερήσιας και εβδομαδιαίας κατανάλωσης τσαγιού υπολογισμένης σε φλιτζάνια και διερεύνησαν κατά πόσο η συνήθεια αυτή είχε μεγαλύτερο αντίκτυπο σε διάστημα αρκετών ετών.
Μετά τον συνυπολογισμό της ηλικίας, του φύλου, και του δείκτη μάζας σώματος, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι, όσο η κατανάλωση ροφήματος χαμομηλιού αυξάνονταν, τόσο οι πιθανότητες ανάπτυξης κάθε είδους κακοήθειας του θυρεοειδούς μειωνόταν σημαντικά.
Οι άνθρωποι που έπιναν χαμομήλι δύο έως έξι φορές την εβδομάδα είχαν 70% λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσουν διαταραχές του θυρεοειδούς. Τριάντα χρόνια τακτικής κατανάλωσης μείωνε τον κίνδυνο κατά περίπου 80%.
Οι ερευνητές εξέτασαν, επίσης, τη σχέση μεταξύ καρκίνου του θυρεοειδούς αδένα και της κατανάλωσης δύο άλλων τύπων ροφήματος από βότανα που είναι δημοφιλή στην Ελλάδα – το φασκόμηλο και το τσάι του βουνού – και διαπίστωσαν ότι η κατανάλωσή τους μείωνε επίσης την πιθανότητα ανάπτυξης διαφόρων μορφών κακοήθειας, με τη διαφορά ότι ο συσχετισμός στην τελευταία περίπτωση αυτή δεν ήταν το ίδιο ισχυρός όσο στην περίπτωση κατανάλωσης ροφήματος χαμομηλιού.
«Αν και η μελέτη δεν αποδεικνύει ότι το χαμομήλι προλαμβάνει τον καρκίνο, ενισχύει στοιχεία που αφορούν στα πιθανά οφέλη της μεσογειακής δίαιτας στην υγεία. Η μεσογειακή δίαιτα περιλαμβάνει άπαχο ψάρι, φρέσκα λαχανικά και υγιεινά λίπη αλλά και ροφήματα», αναφέρει η Δρ Λινού, συν-συγγραφέας της μελέτης και επικεφαλής του Ινστιτούτου Prolepsis στην Ελλάδα.
«Το εύρημα αυτό δεν αποτελεί έκπληξη για μένα, καθώς πολλά χαρακτηριστικά της μεσογειακής διατροφής έχουν αποδειχθεί ότι θωρακίζουν τον οργανισμό ενάντια στον καρκίνο», συμπληρώνει η καθηγήτρια.
«Επειδή αυτή η έκθεση βασίζεται σε δεδομένα από τη δεκαετία του 1990, είναι πιθανό ο τρόπος ζωής να έχει αλλάξει από τότε, και τα αποτελέσματα να μην αντικατοπτρίζουν τις σημερινές τάσεις και συνήθειες ως προς την κατανάλωση τσαγιού», σχολιάζει η Δρ Σαμάνθα Χέλλερ, διατροφολόγος στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης.
«Το τσάι από χαμομήλι – που προέρχεται μόνο από το φυτό Camellia sinensis – δεν είναι ακριβώς τσάι. Τα τσάγια που αναφέρονται στη μελέτη στην πραγματικότητα αφεψήματα από φύλλα, ρίζες, φλοιούς, σπόρους ή άνθη άλλων φυτών», συμπληρώνει η Δρ Χέλλερ.
«Τα ροφήματα βοτάνων μπορεί να βοηθήσουν στην προστασία κατά του καρκίνου ή άλλων ασθενειών χάρις στα συστατικά που διακρίνονται για τις αντιοξειδωτικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητές τους, όπως οι πολυφαινόλες και τα φλαβονοειδή», συμπληρώνει ο Δρ Μπετουλ Χατιπογλου, ενδοκρινολόγος στην Κλινική Κλίβελαντ, στο Οχάιο.
«Είναι πιθανό τα άτομα που κατανάλωναν ροφήματα στη μελέτη να ήταν επίσης πιο δραστήρια και να έτρωγαν πιο υγιεινά», καταλήγει ο Δρ Χατιπογλου.