Ωστόσο, διαπίστωσαν επίσης, ότι οι διαιτητικές εκδοχές των αναψυκτικών δεν φαίνεται να έχουν ανάλογη αρνητική επίπτωση.
Οι επιστήμονες μελέτησαν στοιχεία που αφορούσαν 2.634 μεσήλικες άνδρες και γυναίκες, οι οποίοι είχαν δηλώσει την ποσότητα καφεϊνούχων ή σακχαρωδών ροφημάτων, όπως τα αναψυκτικά, ανθρακούχα και μη, σε ημερήσια βάση.
Οι συμμετέχοντες είχαν υποβληθεί σε και αξονική τομογραφία για την μέτρηση της ποσότητα του λίπους επί του ήπατος. Μερικοί εξ αυτών διαπιστώθηκε ότι έπασχαν από μη αλκοολική λιπώδη νόσο του ήπατος.
Ο συσχετισμός ίσχυε ακόμα και όταν συνεκτιμήθηκαν η ηλικία, το φύλο, ο δείκτης μάζας σώματος, η διατροφή και άλλες παράμετροι του τρόπου ζωής, όπως το κάπνισμα και το αλκοόλ.
«Η μελέτη παρέχει επιπλέον στοιχεία ότι τα πλούσια σε ζάχαρη ανθρακούχα και μη αναψυκτικά προδιαθέτουν στην εκδήλωση μη αλκοολικής λιπώδους ηπατοπάθειας και άλλων χρόνιων παθήσεων, όπως ο διαβήτης και η καρδιαγγειακή νόσος. Χρειάζονται ωστόσο περαιτέρω μελέτες για τη καλύτερη μελέτη του συσχετισμού, καθώς και της επίπτωσης στον οργανισμό από την κατανάλωση των διαιτητικών εκδοχών των αναψυκτικών», σχολιάζει ο συγγραφέας της μελέτης Δρ Τζιαντάο Μα.