Σύμφωνα με τα συμπεράσματα νέας μελέτης, τα επίπεδα βιταμίνης D θα μπορούσαν ενδεχομένως να αποτελέσουν ένα σημαντικό εργαλείο για την πρόληψη του καρκίνου, αφού φαίνεται ότι ο κίνδυνος εμφάνισης της νόσου αυξάνεται καθώς μειώνεται η συγκέντρωση βιταμίνης D στο αίμα.
Για τους σκοπούς της μελέτης, που δημοσιεύεται στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό PLOS One, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια ανέλυσαν δεδομένα από δύο διαφορετικές μελέτες, στις οποίες συμμετείχαν συνολικά περίπου 2.500 γυναίκες. Βασικός στόχος της ερευνητικής ομάδας ήταν να προσδιορίσει τα επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα, πάνω από τα οποία παρατηρείται σημαντική μείωση του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου.
Τα τελευταία χρόνια υπάρχει διαφωνία μεταξύ των ερευνητών σχετικά με τα επιθυμητά επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα. Το 2010, το Αμερικανικό Ινστιτούτο Ιατρικής πρότεινε τα 20 ng/ml ως στόχο για τη διατήρηση της οστικής υγείας. Από τότε, διάφορες ερευνητικές ομάδες έχουν ισχυριστεί πως ο στόχος θα πρέπει να είναι τα 50 ng/ml.
Στην παρούσα μελέτη, φάνηκε πως οι γυναίκες με επίπεδα βιταμίνης D που έφταναν ή ξεπερνούσαν τα 40 ng/ml, είχαν 67% χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου, συγκριτικά με εκείνες των οποίων τα επίπεδα βιταμίνης D ήταν 20 ng/ml ή χαμηλότερα. Οι ερευνητές, δεν κατέληξαν σε κάποιο συμπέρασμα σχετικά με το ποια θα πρέπει να είναι η συστηνόμενη πρόσληψη βιταμίνης D ή εάν αυτή θα πρέπει να προέρχεται από αυξημένη ηλιακή έκθεση, τροποποίηση της διαιτητικής πρόσληψης ή λήψη συμπληρωμάτων.
Σε κάθε περίπτωση, σχολιάζουν πως για την αποτελεσματική διαχείριση των συνεχώς αυξανόμενων ποσοστών εμφάνισης καρκίνου, απαιτείται πρωτίστως πρωτογενής πρόληψη της νόσου, και όπως δείχνουν τα ευρήματα της μελέτης, η βελτίωση των επιπέδων βιταμίνης D θα μπορούσε ίσως να παίξει σημαντικό ρόλο σε αυτή την προσπάθεια.