Πολλοί το έχουν χαρακτηρίσει ως «ασθένεια του αιώνα», αφού συνεχώς προκύπτουν νέα ερευνητικά δεδομένα που αναδεικνύουν τις αρνητικές συνέπειές του για την υγεία.
Ο λόγος για το στρες, το οποίο βιώνει καθημερινά μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού, ειδικότερα στην περίοδο κρίσης που διανύουμε τα τελευταία χρόνια.
Το στρες αποτελεί στην ουσία μια κατάσταση που διαταράσσει την ομοιόσταση -ή αλλιώς την ισορροπία- του οργανισμού. Ως απόκριση σε αυτό, παρατηρείται ένα σύνολο μεταβολικών και συμπεριφορικών αλλαγών, τις οποίες χρησιμοποιεί ο οργανισμός προκειμένου να ανταπεξέλθει και να ανακτήσει την ισορροπία του.
Τις τελευταίες δεκαετίες πλήθος επιστημονικών μελετών έχει δείξει πως το στρες συνδέεται στενά με τη διατροφική συμπεριφορά, καθώς και ότι αποτελεί παράγοντα κινδύνου για την εμφάνισης παχυσαρκίας. Μάλιστα, έχει φανεί πως η σχέση του στρες με την παχυσαρκία είναι στην πραγματικότητα φαύλος κύκλος.
Οι μηχανισμοί μέσω των οποίων το στρες μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση παχυσαρκίας δεν έχουν ξεκαθαριστεί πλήρως, ενώ συνεχώς προκύπτουν νέα δεδομένα.
Ωστόσο, γνωρίζουμε πλέον πως το στρες μπορεί να επιδράσει αρνητικά στη διαιτητική συμπεριφορά του ατόμου, αυξάνοντας την επιθυμία κατανάλωσης ενεργειακά πυκνών τροφίμων με υψηλή περιεκτικότητα σε λίπος ή/και ζάχαρη.
Από την άλλη, έχει βρεθεί πως σε συνθήκες στρες, αυξάνεται η παραγωγή ορισμένων ορμονών, που με τη σειρά τους ευνοούν την εναπόθεση λίπους στο σώμα και ειδικότερα στην περιοχή της κοιλιάς.
Έτσι, τόσο η αναγνώριση των στρεσογόνων ερεθισμάτων και καταστάσεων που βιώνει ένα άτομο, όσο και η κατανόηση του πως αυτά είναι πιθανό να επηρεάζουν τη διατροφική του συμπεριφορά, αποτελούν πλέον σημαντικά βήματα στην προσπάθεια ρύθμισης του σωματικού βάρους.
Ακολούθως, η αποτελεσματική διαχείριση του στρες, σε συνδυασμό με την υιοθέτηση «υγιεινών» συνηθειών διατροφής και άσκησης, μπορούν να οδηγήσουν στο επιθυμητό αποτέλεσμα.