Δυσοίωνο νέο αποτελεί η ανακοίνωση αμερικανών γιατρών ότι υπάρχει ασθενής όπου και το ισχυρότερο αντιβιοτικό είναι αναποτελεσματικό. Η είδηση έρχεται να επιβεβαιώσει τους φόβους των επιστημόνων ότι η ανθρωπότητα βρίσκεται ενώπιον μιας εποχής χωρίς επαρκή και κατάλληλα αντιβιοτικά.
Σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) των ΗΠΑ, πρόκειται για μια 49χρονη γυναίκα που μολύνθηκε με ένα στέλεχος του βακτηρίου E.coli, το οποίο αποδείχθηκε ανθεκτικό ακόμη και στην κολιστίνη, ένα ισχυρό αντιβιοτικό τελευταίας καταφυγής, το οποίο χορηγείται όταν όλα τα άλλααντιβιοτικά έχουν φανεί αναποτελεματικά. Ωστόσο, και η κολιστίνη απεδείχθη ανίκανη να εκκαθαρίσει τη λοίμωξη.
Προς το παρόν, παραμένει άγνωστο πώς η ασθενής -η οποία δεν είχε κάνει κάποιο ταξίδι το προηγούμενο πεντάμηνο- μολύνθηκε από το εν λόγω υπερ-ανθεκτικό μικρόβιο, το οποίο ανιχνεύθηκε στα ούρα της τον προηγούμενο μήνα. Το ίδιο μικρόβιο είχε εντοπισθεί αρχικά, στο τέλος του 2015, σε ένα μικρό αριθμό ζώων και ανθρώπων στην Κίνα και, στη συνέχεια, στην Ευρώπη.
Οι αμερικανικές αρχές εικάζουν ότι η γυναίκα μπορεί να το κόλλησε από τρόφιμο ή από κάποιον άλλο που ήταν μολυσμένος.
«Βασικά, αυτό σημαίνει ότι το τέλος του δρόμου για τα αντιβιοτικά δεν απέχει και πολύ. Μπορεί να βρεθούμε σε μια κατάσταση όπου θα έχουμε ασθενείς στις μονάδες εντατικής θεραπείας ή που θα παθαίνουν ουρολοιμώξεις, για τους οποίους δεν θα διαθέτουμε πλέον αντιβιοτικά», σχολιάζει ο διευθυντής των CDC Τομ Φρίντεν. «Για μερικούς ασθενείς ήδη δεν υπάρχουν αντιβιοτικά», προσθέτει.
Η περίπτωση της 49χρονης, η οποία στις 26 Απριλίου αναζήτησε βοήθεια σε μια στρατιωτική κλινική για ουρολοίμωξη, έγινε γνωστή μέσω δημοσίευσης στο Antimicrobial Agents and Chemotherapy της Αμερικανικής Εταιρείας Μικροβιολογίας.
Το ανθεκτικό στέλεχος του E coli περιέχει ένα γονίδιο, το mcr-1, το οποίο του παρέχει ανθεκτικότητα και έναντι της κολιστίνης. Το γεγονός ότι αυτό το γονίδιο μπορεί να μεταφερθεί σε άλλα βακτήρια και άρα έχει τη δυνατότητα να εξαπλωθεί γρήγορα, είναι «άκρως ανησυχητικό», επισημαίνει ο Δρ Πάτρικ ΜακΓκαν του Στρατιωτικού Ιντιστούτου Ερευνών Γουόλτερ Ριντ, επικεφαλής της σχετικής δημοσίευσης.
Μελέτες έχουν δείξει ότι το 30% έως 50% των αντιβιοτικών που χορηγούνται, είναι περιττά ή ακατάλληλα για την περίπτωση, συμβάλλοντας έτσι στην ανθεκτικότητα των μικροβίων.