2) Αν έχετε κάποιο συγγενή με καρκίνο του μαστού δε σημαίνει ότι απαραίτητα θα εμφανίσετε τη νόσο. Σίγουρα οι γυναίκες με θετικό οικογενειακό ιστορικό ανήκουν στην ομάδα υψηλού κινδύνου, αλλά οι περισσότερες με καρκίνο του μαστού δεν αναφέρουν θετικό ιστορικό στην οικογένειά τους. Η κληρονομικότητα ευθύνεται μόνο για το 5-10% των περιπτώσεων καρκίνου του μαστού.
3) Αν ο γενετικός έλεγχος δείξει ότι έχετε τις μεταλλάξεις στα υπεύθυνα γονίδια BRCA1 ή BRCA2 δε σημαίνει ότι απαραίτητα θα εμφανίσετε καρκίνο του μαστού. Οι γυναίκες με τις συγκεκριμένες μεταλλάξεις έχουν 5πλάσιο κίνδυνο να αναπτύξουν τη νόσο συγκριτικά με τις γυναίκες που δεν τις έχουν.
Παρόλα αυτά και οι γυναίκες υψηλού κινδύνου μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο για καρκίνο του μαστού είτε με τη λήψη φαρμάκων είτε με την προφυλακτική μαστεκτομή.
4) Ο καρκίνος του μαστού μπορεί να εκδηλωθεί και με άλλα συμπτώματα και όχι μόνο σαν ογκίδιο στο στήθος. Οι γυναίκες πρέπει να αυτοεξετάζονται και να αναφέρουν στο γιατρό τους οποιαδήποτε αλλαγή όπως:
υγρό από τη θηλή, πόνος, ερυθρότητα ή πάχυνση της θηλής ή του δέρματος του μαστού, διόγκωση όλου ή μέρους του μαστού, ερεθισμός του δέρματος ή παραμόρφωση, εισολκή της θηλής (κατάσταση όπου η θηλή αντί να προβάλλει προς τα έξω είναι στραμμένη προς τα μέσα) και διόγκωση των λεμφαδένων της μασχάλης (ψηλαφητά εξογκώματα στην περιοχή της μασχάλης).
5) Μόνο ένα μικρό ποσοστό των όγκων στο στήθος είναι καρκίνος. Περίπου το 80% των όγκων του μαστού είναι καλοήθεις παθήσεις, όπως είναι οι κύστες.
Παρόλα αυτά οι γυναίκες πρέπει να αυτοεξετάζονται και να συμβουλεύονται το γιατρό τους αν διαπιστώσουν κάποιο οζίδιο ή οποιοδήποτε αλλαγή στο στήθος τους.
6) Η παχυσαρκία αυξάνει τον κίνδυνο για καρκίνο του μαστού. Όταν μία γυναίκα πάρει πολλά κιλά μετά την εμμηνόπαυση έχει μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσει καρκίνο του μαστού. Πριν την εμμηνόπαυση το μεγαλύτερο μέρος των οιστρογόνων παράγεται από τις ωοθήκες και μία μικρή μόνο ποσότητα παράγεται από το λίπος.
Μετά την εμμηνόπαυση οι ωοθήκες σταματούν να παράγουν οιστρογόνα και έτσι το λίπος αναλαμβάνει το κύριο έργο παραγωγής τους. Οι υπέρβαρες και παχύσαρκες γυναίκες έχουν περισσότερο λίπος με αποτέλεσμα να έχουν υψηλότερα επίπεδα οιστρογόνων, τα οποία αυξάνουν τον κίνδυνο για καρκίνο του μαστού.
7) Το μέγεθος του στήθους δεν επηρεάζει τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου. Πολλές γυναίκες θεωρούν πως επειδή έχουν μικρό στήθος έχουν λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν καρκίνο του μαστού, το οποίο δεν ισχύει. Στις γυναίκες με μεγάλο στήθος μπορεί να είναι πιο δύσκολη η αυτοεξέταση και η κλινική εξέταση από το γιατρό, αλλά όλες θα πρέπει να ακολουθούν τις οδηγίες του προληπτικού ελέγχου.
8) Αν τα αποτελέσματα της μαστογραφίας είναι αρνητικά, δηλαδή δεν εντοπίστηκε κάποια αλλοίωση, δε σημαίνει ότι θα πρέπει να σταματήσετε την αυτοεξέταση. Παρά τη μεγάλη σημασία της μαστογραφίας στην έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του μαστού, υπάρχει ένα μικρό ποσοστό (10-20%) όπου η συγκεκριμένη εξέταση δε θα εντοπίσει τη βλάβη.
Για το λόγο αυτό οι γυναίκες θα πρέπει να αυτοεξετάζονται και να αναφέρουν στο γιατρό τους οποιαδήποτε αλλαγή παρατηρήσουν.
9) Οι ετήσιες μαστογραφίες δεν αυξάνουν τον κίνδυνο για καρκίνο του μαστού. Παρόλο που κατά τη διάρκεια της μαστογραφίας εκτίθεστε σε ακτινοβολία το ποσοστό αυτό είναι πολύ μικρό συγκριτικά με τα οφέλη της εξέτασης.
Οι μαστογραφίες απαιτούν πολύ μικρές δόσεις ακτινοβολίας και ο κίνδυνος βλάβης από την έκθεση είναι εξαιρετικά χαμηλός. Οι γυναίκες θα πρέπει να κάνουν κάθε χρόνο μαστογραφία από την ηλικία των 40 ετών.
10) Τα ενθέματα σιλικόνης δεν αυξάνουν τον κίνδυνο για καρκίνο του μαστού. Παρόλα αυτά τα ενθέματα σιλικόνης, ανεξάρτητα από το μέγεθός τους, περιορίζουν τη διαγνωστική ακρίβεια της μαστογραφίας διότι καλύπτουν ένα μεγάλο τμήμα των μαστών. Για την καλύτερη απεικόνιση του μαστού θα χρειαστούν επιπλέον λήψεις με ή χωρίς παρεκτόπιση των ενθεμάτων.