Η δοκιμή εμβολίου κατά της ελονοσίας έδωσε στην παγκόσμια επιστημονική – κι όχι μόνο – κοινότητα νέες ελπίδες, καθώς πέτυχε προστασία έως 100% από τη λοίμωξη.
Οι ερευνητές του γερμανικού Πανεπιστημίου του Τίμπινγκεν και της εταιρείας βιοτεχνολογίας Sanaria Inc, με επικεφαλής τον καθηγητή Πέτερ Κρέμσνερ, δοκίμασαν το πειραματικό εμβόλιο -με την ονομασία Sanaria PfSPZ-CVac- σε 67 υγιείς εθελοντές και διαπίστωσαν ότι δεν έχει σοβαρές παρενέργειες. Χρειάζεται όμως περαιτέρω βελτίωση του εμβολίου, προτού ληφθεί οριστική απόφαση κατά πόσο είναι όντως κατάλληλο προκειμένου να χρησιμοποιηθεί σε ένα ευρύ πρόγραμμα εμβολιασμών για την πρόληψη της ελονοσίας.
Το νέο εμβόλιο είναι πιο δραστικό, καθώς χρησιμοποιεί ζώντα και πλήρως ενεργά παράσιτα, σε συνδυασμό μαζί με ένα φάρμακο κατά της ελονοσίας (τη χλωροκίνη) για να τα καταπολεμά. Οι ερευνητές χορήγησαν στους εθελοντές διάφορες δόσεις του νέου εμβολίου και, στη συνέχεια, οι 67 συμμετέχοντες μολύνθηκαν με το ίδιο στέλεχος της ελονοσίας που χρησιμοποιείτο στο εμβόλιο.
Στις μεγαλύτερες δόσεις σε εννέα άτομα, με συχνότητα μία δόση ανά τέσσερις εβδομάδες, το εμβόλιο πέτυχε προστασία έως 100% για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δέκα εβδομάδων μετά την τρίτη και τελευταία δόση. Το εμβόλιο με την ίδια δόση, αλλά χορηγούμενο σε πιο συχνά διαστήματα (μία δόση ανά πενθήμερο), παρείχε προστασία 63% σε πέντε από τα οκτώ άτομα που δόθηκε.
Οι επιστήμονες θα κάνουν τα επόμενα χρόνια νέες μεγαλύτερες κλινικές δοκιμές στην Αφρική για να δουν πόσο αποτελεσματικό είναι το εμβόλιο σε διαφορετικούς πληθυσμούς και σε διαφορετικές μορφές (στελέχη) της ελονοσίας, καθώς και πόσο μπορεί να διαρκεί η προστασία του.
Τα διάφορα παράσιτα της ελονοσίας μεταδίδονται από το τσίμπημα του θηλυκών κουνουπιών του είδους Anopheles. Το παράσιτο Plasmodium falciparum ευθύνεται για τις περισσότερες λοιμώξεις της νόσου και σχεδόν για όλους τους θανάτους διεθνώς.
Μετά τη λοίμωξη, το παράσιτο αναπαράγεται στο ήπαρ του ασθενούς, όπου όμως το φάρμακο χλωροκίνη αδυνατεί να δράσει. Η ελονοσία εκδηλώνεται όταν το παράσιτο φεύγει από το ήπαρ και εισέρχεται στο αίμα μέσω του οποίου εξαπλώνεται.
Πρόκειται για μία από τις πιο θανατηφόρες νόσους στον κόσμο, καθώς, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, περίπου 214 εκατομμύρια άνθρωποι μολύνονται ετησίως και σχεδόν 440.000 πεθαίνουν. Περίπου το 90% των θανάτων συμβαίνουν στην Αφρική και σχεδόν τα τρία τέταρτα των θυμάτων είναι παιδιά κάτω των πέντε ετών.