Αμερικανοί ερευνητές ανακάλυψαν για πρώτη φορά πως η αντιρετροϊκή θεραπεία επηρεάζει τον τρόπο που ιός HIV διαδίδεται και δημιουργεί τη λοίμωξη στο γυναικείο αναπαραγωγικό σύστημα, όπως αναφέρει σχετικό άρθρο του επιστημονικού εντύπου Journal of Clinical Investigation.
Η ανακάλυψη αυτή θα επιφέρει σημαντική πρόοδο στην πρόληψη του ιού HIV, τον εμβολιασμό αλλά και στον σχεδιασμό των μελλοντικών κλινικών μελετών, καθώς μια πρόσφατη έρευνα έδειξε 93% προστασία έναντι της δευτερογενούς ετερόφυλης μετάδοσης όταν οι ερωτικοί σύντροφοι-φορείς λαμβάνουν έγκαιρα αντιρετροϊκή θεραπεία.
Η κολπική μετάδοση αναλογεί στην πλειοψηφία των νέων HIV λοιμώξεων, παγκοσμίως, ενώ σύμφωνα τα τελευταία στατιστικά 35 εκατομμύρια άτομα ζουν με τον ιό HIV και 2,1 εκατομμύρια διαγιγνώσκονται κάθε χρόνο με τη λοίμωξη.
«Προς έκπληξη όλων, δεν έχει σημασία πως μια γυναίκα εκτίθεται στον ιό, κολπικά ή πρωκτικά, ο HIV μετακινείται πολύ γρήγορα προς το γυναικείο αναπαραγωγικό σύστημα. Τα CD4 T-κύτταρα, που μολύνει ο HIV, επίσης μεταναστεύουν στο αναπαραγωγικό σύστημα της γυναίκας αμέσως μετά την έκθεση του οργανισμού στον ιό» εξηγεί ο Δρ Βικτορ Γκαρσία, καθηγητής Ιατρικής στο Κέντρο Έρευνας για το AIDS του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Υγείας και Μολυσματικών Νόσων του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνα.
Χρησιμοποιώντας εξανθρωπισμένα ζωικά μοντέλα, ο Δρ Γκαρσία και οι συνεργάτες του παρατήρησαν ότι τα CD8 κύτταρα δηλαδή αυτά που καταπολεμούν την λοίμωξη, εισέρχονται καθυστερημένα στο γυναικείο αναπαραγωγικό σύστημα. Αυτή η καθυστέρηση επιτρέπει στον HIV να εδραιωθεί όχι μόνο στο αναπαραγωγικό σύστημα αλλά και στις τραχηλο-κολπικές εκκρίσεις.
«Τα CD8 T-κύτταρα, που υποτίθεται ότι μας προστατεύουν, δεν φτάνουν εγκαίρως στο γυναικείο αναπαραγωγικό σύστημα. Και όταν σχεδιάζουμε υποψήφια εμβόλια κατά του HIV αυτό είναι κάτι που πρέπει να γνωρίζουμε» εξηγεί ο Δρ Γκαρσία.
Ωστόσο, όταν η αντιρετροϊκή θεραπεία λαμβάνεται τακτικά η πιθανότητα μετάδοσης μειώνεται αξιοσημείωτα. «Όταν χορηγήσαμε αντιρετροϊκή αγωγή στα πειραματόζωα, ο αριθμός των μολυσμένων κυττάρων στο γυναικείο αναπαραγωγικό σύστημα και τις τραχηλο-κολπικές εκκρίσεις μειώθηκε σημαντικά» προσθέτει η Δρ Αντζελα Γουαχλ συγγραφέας της μελέτης και επίκουρη καθηγήτρια Ιατρικής στο Τμήμα Μολυσματικών Νόσων της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου.
Επισημαίνει ωστόσο, ότι ακόμα και κατά την διάρκεια της αντιρετροϊκής αγωγής, παρατηρείται υπολειμματικός ιός στο γυναικείο αναπαραγωγικό σύστημα, όχι όμως αρκετός για να μεταδίδεται η λοίμωξη. Και τα υπολειμματικά αυτά κύτταρα παράγουν διαρκώς HIV RNA, κάτι που έχει μεγάλη σημασία για την κλινική έρευνα αφού δείχνει ότι το γυναικείο αναπαραγωγικό σύστημα μπορεί να αποτελεί μια πιθανή κρυψώνα για τον HIV κατά την αντιρετροϊκή αγωγή.