Η παχυσαρκία στην ηλικία 35-65 ετών αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης άνοιας κατά περίπου 30%
Η παχυσαρκία κατά την ηλικία των 35-65 ετών συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης άνοιας αργότερα στη ζωή, καθώς σύμφωνα με έρευνες μπορεί να αυξήσει την πιθανότητα εμφάνισης της νόσου έως και κατά 30%. Από την άλλη πλευρά, η Μεσογειακή διατροφή, με τα πλούσια αντιοξειδωτικά που περιέχει, όπως φρούτα και λαχανικά, φαίνεται να λειτουργεί προστατευτικά, μειώνοντας τον κίνδυνο άνοιας έως και κατά 23%. Όπως αναφέρει σε συνέντευξή του στο Πρακτορείο FM ο διαιτολόγος-διατροφολόγος Νικόλας Παρασκευής, η συγκεκριμένη διατροφή βοηθά στη διατήρηση της μνήμης και των γνωστικών λειτουργιών, προστατεύοντας τα εγκεφαλικά κύτταρα από τις βλάβες που σχετίζονται με τη νόσο Αλτσχάιμερ.
Ερωτηθείς για τη σχέση απώλειας βάρους και άνοιας, ο κ. Παρασκευής εξηγεί ότι η απώλεια κιλών σε μέση ηλικία (40-60 ετών) μπορεί να ενισχύσει τη μνήμη και την ικανότητα συγκέντρωσης. Μάλιστα, σε άτομα με δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) άνω του 25, η απώλεια μόλις 2 κιλών έχει αποδειχθεί ωφέλιμη, αν και οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις δεν έχουν ακόμη διερευνηθεί επαρκώς. Ωστόσο, ο ειδικός επισημαίνει ότι η απώλεια βάρους μπορεί να είναι και σύμπτωμα της άνοιας, ειδικά στα προχωρημένα στάδια της, όπου η μειωμένη όρεξη και οι δυσκολίες στη σίτιση είναι συνήθεις.
Για τους ασθενείς με άνοια, η διατροφή παίζει σημαντικό ρόλο στη γενική τους υγεία. Έρευνες δείχνουν ότι υψηλότερος δείκτης μάζας σώματος συνδέεται με καλύτερη πρόγνωση. Σοβαρές ελλείψεις σε θρεπτικά συστατικά όπως η βιταμίνη Β12, το φολικό οξύ και η θειαμίνη μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά τις γνωστικές λειτουργίες, ενώ και πιο ήπιες ελλείψεις είναι πιθανό να συμβάλλουν στην επιδείνωσή τους. Παρά την έλλειψη αποδείξεων για τη σύνδεση συγκεκριμένων θρεπτικών συστατικών με την εξέλιξη της νόσου, η επαρκής διατροφική υποστήριξη θεωρείται κρίσιμη για τη διατήρηση της ποιότητας ζωής των ασθενών.
Αναφερόμενος στα ω-3 λιπαρά οξέα, ο κ. Παρασκευής σημειώνει ότι, αν και αποτελούν βασικό συστατικό για την υγεία του εγκεφάλου, οι μελέτες για τη χρήση τους ως συμπληρώματα σε άτομα με άνοια δεν έχουν δείξει σημαντικά αποτελέσματα στη γνωστική λειτουργία. Τα ω-3 φαίνεται να βοηθούν κυρίως στα πρώιμα στάδια της γνωστικής εξασθένησης, όμως η χρήση τους για την πρόληψη ή τη θεραπεία της άνοιας δεν συστήνεται, εκτός αν υπάρχει τεκμηριωμένη έλλειψη.
Η κάλυψη των διατροφικών αναγκών των ατόμων με άνοια απαιτεί τακτική παρακολούθηση για τον εντοπισμό του κινδύνου υποσιτισμού. Ο τακτικός έλεγχος βάρους, καθώς και η αξιολόγηση της πρόσληψης τροφής, είναι απαραίτητοι, ιδιαίτερα καθώς η απώλεια βάρους αποτελεί συχνό σύμπτωμα υποσιτισμού. Στις προχωρημένες φάσεις της άνοιας, όμως, η έμφαση πρέπει να δίνεται στην ποιότητα ζωής και στην εξατομικευμένη φροντίδα, ώστε τα γεύματα να είναι ευχάριστα, εύπεπτα και προσαρμοσμένα στις προτιμήσεις των ασθενών.
Ο κ. Παρασκευής υπογραμμίζει ότι η πρόληψη της άνοιας μπορεί να επιτευχθεί μέσω της διαχείρισης 12 παραγόντων κινδύνου, όπως η παχυσαρκία, η κατάθλιψη, η κοινωνική απομόνωση, το κάπνισμα, η υψηλή χοληστερόλη και η έλλειψη σωματικής δραστηριότητας. Σύμφωνα με την Επιτροπή του Lancet, η τροποποίηση αυτών των παραγόντων θα μπορούσε να αποτρέψει ή να καθυστερήσει περίπου το 40% των περιπτώσεων άνοιας, αναδεικνύοντας τη σημασία μιας ολιστικής προσέγγισης στη διατήρηση της εγκεφαλικής υγείας.