Ακόμη κι αν έχουν περάσει τρεις μήνες από τότε που αρρώστησαν με κορονοϊό, πολλοί ασθενείς συνεχίζουν να έχουν συμπτώματα, επιβεβαιώνουν δύο νέες επιστημονικές μελέτες, μία ισπανική και μία αμερικανική. Όσο πιο σοβαρή ήταν η αρχική λοίμωξη, ιδίως εάν υπήρχε μεγάλη δυσκολία αναπνοής, τόσο πιθανότερο είναι τα κατοπινά προβλήματα να επιμείνουν για καιρό.
Η ισπανική έρευνα μελέτησε 108 ασθενείς με κορονοϊό, με μέση ηλικία 56 ετών, από τους οποίους οι 44 είχαν αρρωστήσει σοβαρά προ καιρού. Τρεις μήνες μετά την αρχική διάγνωση της νόσου, τρεις στους τέσσερις ασθενείς (76%) συνέχιζαν να αναφέρουν τουλάχιστον ένα πρόβλημα στον οργανισμό τους, με το 40% να έχει τουλάχιστον τρία διαφορετικά επίμονα συμπτώματα.
Τα συχνότερα παράπονα ήταν δύσπνοια, σωματική αδυναμία, βήχας, πόνοι στο στήθος, ταχυπαλμία, καθώς επίσης ψυχικά και νοητικά προβλήματα. Όλοι οι ασθενείς βρέθηκαν -με τεστ- ότι είχαν αναπτύξει αντισώματα έναντι του κορονοϊού τρεις μήνες μετά από την αρχική λοίμωξη.
Η αμερικανική μελέτη σε 233 ασθενείς με κορονοϊό, από τους οποίους οκτώ είχαν σοβαρή κλινική εικόνα όταν αρρώστησαν, διαπίστωσε ότι ο ένας στους τέσσερις (24%) είχε τουλάχιστον ένα σύμπτωμα μετά από τρεις μήνες, ενώ το 43% είχαν συμπτώματα για πάνω από έναν μήνα. Τα προβλήματα ήταν περισσότερα σε όσους ασθενείς είχαν τα σοβαρότερα συμπτώματα κατά την αρχική λοίμωξη (το 60% είχαν προβλήματα επί ένα μήνα και το 41% επί τρεις μήνες).
Όμως, ακόμη και ασθενείς με ήπια αρχικά συμπτώματα ή και ασυμπτωματικοί είχαν σε ποσοστό 14% επιπλοκές μετά από έναν μήνα ή μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Τα συχνότερα επίμονα συμπτώματα που αναφέρονταν ήταν μειωμένη όσφρηση και γεύση (ανοσμία και αγευσία), δυσκολία συγκέντρωσης, δύσπνοια, απώλεια μνήμης, νοητική σύγχυση, πονοκέφαλοι, ταχυπαλμία, πόνοι στο στήθος και ζαλάδες.
Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση μίας 55χρονης Αμερικανίδας από το Μπρούκλιν, η οποία, πριν αρρωστήσει με κορονοϊό και εμφανίσει έντονη δύσπνοια (χωρίς να εισαχθεί σε νοσοκομείο), ήταν υγιής, ενεργητική και αθλητική, αλλά τώρα, μετά από έξι μήνες, νιώθει να εξαντλείται ακόμη και με μία μικρή βόλτα, σύμφωνα με τους «Τάιμς της Νέας Υόρκης». Συνεχίζει να νιώθει, όπως λέει, «ένα μεγάλο βάρος σαν τσιμέντο» να πλακώνει το στήθος της, έχει κρυάδες, βήχα, πονόλαιμο, ξηροστομία, καρδιακή αρρυθμία, στρες κ.ά. Επιπλέον, βρέθηκε μετά τη λοίμωξη με τον κορονοϊό να έχει προβλήματα που δεν είχε πριν, όπως προδιαβήτη, υψηλή χοληστερίνη και υψηλή αρτηριακή πίεση.
Οι γιατροί δεν είναι ακόμη βέβαιοι εάν η Covid-19 μπορεί να προκαλέσει -ως παρενέργεια σε βάθος χρόνου- διαβήτη και άλλες μεταβολικές διαταραχές ή καρδιαγγειακές, νευρολογικές και ψυχικές παθήσεις (υπάρχουν πάντως τέτοιες ενδείξεις). Προς το παρόν, πολλά πράγματα παραμένουν άγνωστα για τις πιθανές μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της νόσου. Αυτό που οι επιστήμονες ήδη ξέρουν είναι ότι δεν χρειάζεται κάποιος να είχε αρρωστήσει σοβαρά με Covid-19 για να βιώσει στη συνέχεια συμπτώματα που επιμένουν για μήνες (και ίσως για χρόνια, κάτι που θα φανεί στο μέλλον).
Οι δύο έρευνες παρουσιάστηκαν με προδημοσίευση στην ιατρική βάση medRxiv (δεν έχουν υπάρξει ακόμη κανονικές επιστημονικές δημοσιεύσεις), σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters
ΑΠΕ ΜΠΕ