Λιγότεροι από ένας στους δέκα συχνοί καρκίνοι, όπως αυτοί του μαστού και του πνεύμονα, είναι κληρονομικοί, σε αντίθεση με ό,τι πιστεύει ο περισσότερος κόσμος, αναφέρουν Αμερικανοί επιστήμονες.
Αναλύοντας το γενετικό υλικό χιλιάδων δειγμάτων από καρκινικούς όγκους, οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι μόλις το 9% των καρκίνων του μαστού φέρουν μεταλλάξεις οι οποίες θα μπορούσαν να περάσουν από μητέρα σε παιδί.
Το ίδιο συμβαίνει στο μόλις 8% των καρκίνων του προστάτη, το 8% των κρουσμάτων πλακώδους καρκινώματος πνεύμονα, το 7% των αδενοκαρκινωμάτων του πνεύμονα, το 11% των καρκίνων του στομάχου και το 19% των καρκίνων των ωοθηκών.
Στον καρκίνο του νεφρού, κληρονομικότητα φαίνεται ότι υπάρχει μόνο στο 5% των κρουσμάτων, ενώ από 8% είναι η κληρονομικότητα στα γλοιώματα (σ.σ. καρκίνοι του εγκεφάλου) και στους καρκίνους κεφαλής & τραχήλου, 7% στους καρκίνους του ενδομητρίου, και από 4% στα γλοιοβλαστώματα και την οξεία μυελοειδή λευχαιμία.
Η σχετική μελέτη, που δημοσιεύεται στο τρέχον τεύχος της επιθεωρήσεως «Nature Communications», αποκαλύπτει επίσης ποια γονίδια είναι υπαίτια για τις κληρονομούμενες μορφές των παραπάνω καρκίνων.
Μεταξύ αυτών συμπεριλαμβάνονται τα φημισμένα γονίδια του καρκίνου του μαστού, τα BRCA1 και BRCA2, τα οποία παίζουν ρόλο και σε άλλες μορφές καρκίνου.
Στις μορφές αυτές συμπεριλαμβάνονται οι καρκίνοι των ωοθηκών, του στομάχου και του προστάτη.
Τα συγκεκριμένα γονίδια έγιναν παγκοσμίως γνωστά από την αμερικανίδα ηθοποιό Αντζελίνα Τζολί, η οποία προ ετών είχε ανακοινώσει ότι αφαίρεσε προληπτικά τους μαστούς και τις ωοθήκες της, διότι εξαιτίας τους είχε 87% πιθανότητες να παρουσιάσει καρκίνο του μαστού (οκταπλάσιες απ’ ό,τι η μέση γυναίκα) και 50% πιθανότητες να εκδηλώσει καρκίνο των ωοθηκών.
«Σε γενικές γραμμές γνωρίζαμε ότι σε ορισμένα κρούσματα καρκίνου του μαστού και των ωοθηκών υπάρχει ισχυρή κληρονομική συνιστώσα, και πως αυτό συμβαίνει σπανιότερα σε καρκίνους όπως η οξεία μυελοειδής λευχαιμία και ο καρκίνος του πνεύμονα», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια δρ Λι Ντινγκ, αναπληρώτρια καθηγήτρια Ογκολογίας & Γενετικής στο πανεπιστήμιο.
«Για πρώτη φορά, όμως, μπορέσαμε να απομονώσουμε τις μεταλλαγές που είναι υπεύθυνες για την επιρρέπεια στον καρκίνο».
Η νέα μελέτη βασίσθηκε στην ανάλυση του γενετικού υλικού σε περισσότερα από 4.000 δείγματα από καρκινικούς όγκους.