Ζελατίνη, που παράγεται από δέρμα γαϊδάρου, το ετζιάο, αποτελεί βασικό συστατικό παραδοσιακών κινεζικών φαρμάκων, που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία μιας σειράς ασθενειών, από κρυολογήματα ως αϋπνία.
Ωστόσο, καθώς η Κίνα απομακρύνεται από την παραδοσιακή γεωργία προς τη βιομηχανία, ο πληθυσμός των γαϊδάρων βρίσκεται σε παρακμή, έχοντας μειωθεί από 11 σε 6 εκατομμύρια τα τελευταία 20 χρόνια. Η Κίνα τώρα αναζητά στην Αφρική την ενίσχυση των αποθεμάτων της, εισάγοντας χιλιάδες γαϊδούρια από χώρες σε όλη την ήπειρο.
Ο Νίγηρας πρόσφατα έγινε το τελευταίο αφρικανικό κράτος που απαγορεύει τις εξαγωγές γαϊδάρων, μετά από μεγάλη αύξηση των πωλήσεων στην Κίνα.
Οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι ανέφεραν ότι 80.000 ζώα είχαν πωληθεί μόνο φέτος, ενώ το 2015 άλλα 27.000, και προειδοποιούν ότι ο πληθυσμός των ζώων θα εξοντωθεί αν συνεχιστούν οι τρέχουσες τάσεις.
Τον Αύγουστο, η Μπουρκίνα Φάσο έθεσε την ίδια απαγόρευση, μετά τη σφαγή 45.000 γαϊδουριών μέσα σε έξι μήνες, από ένα συνολικό πληθυσμό 1,4 εκατομμυρίων.
Η εξαγωγή γαϊδάρων φέρνει εισροή ξένων κεφαλαίων αλλά αποδεκατίζει τον πληθυσμό των ζώων και προκαλεί άλλα περιβαλλοντικά και οικονομικά προβλήματα.
Η εξάπλωση των σφαγείων δημιούργησε αντιδράσεις σε ορισμένα χωριά, όπου σημειώθηκαν επεισόδια ως διαμαρτυρία για το αίμα και τα εντόσθια που διαρρέουν στο νερό.
Στο Νίγηρα και την Μπουρκίνα Φάσο η αυξανόμενη αξία των γαϊδάρων δημιούργησε πληθωριστικές επιπτώσεις σε άλλους τομείς. Η τιμή των άλλων ζώων αυξήθηκε, όχι επειδή υπήρχε ζήτηση για αυτά, αλλά λόγω των γαϊδάρων, προκαλώντας ανισορροπία στην οικονομία.
Τα προβλήματα αυτά προέκυψαν από την έλλειψη ρυθμιστικών πλαισίων στις χώρες εξαγωγών, και την τεράστια κλίμακα της ζήτησης από την Κίνα, όπως έχει γίνει με άλλες πρώτες ύλες και φυσικούς πόρους, αλλά και λαθραία προϊόντα όπως το ελεφαντόδοντο.
Ωστόσο τώρα οι μεγάλες οικονομίες της ηπείρου, όπως η Κένυα και η Νότια Αφρική, αναβαθμίζουν τις εγκαταστάσεις τους για να ανταποκριθούν στην κινεζική ζήτηση, και η μαύρη αγορά ήδη ανθεί σε όλη την ήπειρο.