Οι γυναίκες που πάσχουν από καρκίνο μαστού έχουν καλύτερες πιθανότητες επιβίωσης αν υποβληθούν άμεσα σε χειρουργική επέμβαση και χημειοθεραπεία, αποφαίνονται αμερικανοί ερευνητές.
Συνήθως, οι περισσότερες γυναίκες με καρκίνο του μαστού υποβάλλονται πρώτα σε κάποια χειρουργική επέμβαση (μαστεκτομή ή ογκεκτομή) και στη συνέχεια υποβάλλονται σε χημειοθεραπεία για την καταστροφή των εναπομεινάντων καρκινικών κυττάρων και τη μείωση της πιθανότητας υποτροπής.
Επιστημονική ομάδα του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, με επικεφαλής τον Δρ Ερικ Γουάινερ, θέλησε να δει πως ο χρόνος που μεσολαβεί ανάμεσα στη διάγνωση και το χειρουργείο επηρεάζει την επιβίωση.
Όπως αναφέρεται στο επιστημονικό έντυπο JAMA Oncology, οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία από δύο μεγάλες αμερικανικές μελέτες, στις οποίες είχαν συμμετάσχει περίπου 200.000 γυναίκες.
Το δείγμα χωρίστηκε σε ομάδες ανάλογα με το πόσο περίμεναν να χειρουργηθούν: 30 ημέρες ή λιγότερο, 31-60 ημέρες, 61-90 ημέρες, 91-120 ημέρες και 121-180 ημέρες. Η πλειοψηφία (78%) στην μια μελέτη και το 70% στην άλλη, είχε χειρουργηθεί εντός 30 ημερών από τη διάγνωση.
Για κάθε επιπλέον διάστημα αναμονής, ο κίνδυνος θανάτου αυξανόταν από 9% έως 10%. Ο αυξημένος κίνδυνος ήταν πιο εμφανής στις γυναίκες με τα πρωιμότερα στάδια καρκίνου του μαστού.
Στο δεύτερο σκέλος της μελέτης, οι επιστήμονες εξέτασαν την κατάσταση των γυναικών ανάλογα με το πόσο περίμεναν μετά το χειρουργείο για να ξεκινήσουν χημειοθεραπεία. Ανέλυσαν στοιχεία από 25.00 ασθενείς με διηθητικό καρκίνο μαστού.
Επίσης, οι ασθενείς είχαν χωριστεί σε ομάδες ανάλογα με την αναμονή. Τα ποσοστά επιβίωσης δεν επηρεάστηκαν όταν η χημειοθεραπεία είχε καθυστερήσει για έως και τρεις μήνες μετά την επέμβαση.
Αλλά όταν η καθυστέρηση είχε ξεπεράσει το τρίμηνο, τότε ο κίνδυνος θανάτου αυξανόταν κατά 34%, και κατά 27% οι πιθανότητες θανάτου εξαιτίας του καρκίνου. Ο επιπρόσθετος κίνδυνος ήταν ακόμα μεγαλύτερος για τις γυναίκες με τριπλά αρνητικό καρκίνο μαστού, την επιθετικότερη μορφή της νόσου, που δεν ανταποκρίνεται συνήθως στα διαθέσιμα θεραπευτικά σχήματα.
Οι λόγοι για τους οποίους είχαν καθυστερήσει να υποβληθούν σε χημειοθεραπεία περιλάμβαναν μεταξύ άλλων, το χαμηλό κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, την μαστική αναδόμηση και την έλλειψη ασφαλιστικής κάλυψης.