Η λεγόμενη «μπλε διατροφική επανάσταση» μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην αντιμετώπιση του υποσιτισμού διεθνώς, καθώς και στη μείωση του περιβαλλοντικού «αποτυπώματος» του παγκόσμιου συστήματος.

Η ανθρωπότητα αναμένεται να τρώει σχεδόν διπλάσια ψάρια, θαλασσινά, φύκια και άλλα τρόφιμα από υδάτινα οικοσυστήματα έως το 2050 σε σχέση με σήμερα, σύμφωνα με τις πιο ολοκληρωμένες έως τώρα εκτιμήσεις των επιστημόνων σχετικά με τα λεγόμενα «μπλε» τρόφιμα, που έχουν σχέση με υδάτινα περιβάλλοντα κάθε είδους (θάλασσα, ποτάμια, λίμνες). Αυτό θα έχει θετικό αντίκτυπο τόσο στην ανθρώπινη υγεία λόγω καλύτερης διατροφής, όσο και στο περιβάλλον, αφού η παραγωγή τροφών ζωικής προέλευσης ευθύνεται για πολύ μεγαλύτερο ποσοστό «αερίων του θερμοκηπίου», που επιδεινώνουν την κλιματική αλλαγή.

Η λεγόμενη «μπλε διατροφική επανάσταση» μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην αντιμετώπιση του υποσιτισμού διεθνώς, καθώς και στη μείωση του περιβαλλοντικού «αποτυπώματος» του παγκόσμιου διατροφικού συστήματος. Ενδεικτικά, οι μυδοκαλλιέργειες και οι οστρακοκαλλιέργειες παράγουν τα λιγότερα «αέρια του θερμοκηπίου» από όλα τα τρόφιμα.

Οι βελτιώσεις στις υδατοκαλλιέργειες, οι χαμηλότερες τιμές των «μπλε» τροφίμων και οι αλλαγές στις προτιμήσεις των καταναλωτών, που απομακρύνονται σταδιακά από το κρέας των ζώων της κτηνοτροφίας, αναμένεται ότι θα αυξήσει σταθερά τη ζήτηση για θαλασσινές και άλλες τροφές του νερού. Η τάση αυτή, μεταξύ άλλων, αναμένεται να έχει θετική επίπτωση στην ανθρώπινη διατροφή από άποψη υγείας.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, μερικές «μπλε» τροφές είναι πιο θρεπτικές σε σχέση με κρέατα όπως το μοσχαρίσιο, το αρνίσιο, το χοιρινό ή των πουλερικών, όσον αφορά διάφορα συστατικά (ωμέγα-3, βιταμίνες Α και Β12, ασβέστιο, ιώδιο, σίδηρος, ψευδάργυρος κ.α.). Για παράδειγμα, η πέστροφα έχει περίπου 19 φορές περισσότερα ωμέγα-3 λιπαρά οξέα σε σχέση με το κοτόπουλο, ενώ τα όστρακα και τα μύδια έχουν 76 φορές περισσότερη βιταμίνη Β-12 και πενταπλάσιο σίδηρο. Οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι το διατροφικό όφελος από την αυξημένη κατανάλωση τροφίμων υδάτινης προέλευσης είναι για τις γυναίκες μεγαλύτερο από ό,τι για τους άνδρες.

Οι ειδικοί στον τομέα αυτό, οι οποίοι έκαναν πέντε σχετικές δημοσιεύσεις στα περιοδικά «Nature», «Nature Food» και «Nature Communications», στο πλαίσιο της μεγάλης διεθνούς επιστημονικής κοινοπραξίας «Αξιολόγησης των Μπλε Τροφίμων» (Blue Food Assessment – BFA) με τη συμμετοχή 100 επιστημόνων από 25 ερευνητικά ινστιτούτα και πανεπιστήμια, προβλέπουν ότι η παγκόσμια κατανάλωση αυτών των τροφών θα αυξηθεί από 80 εκατομμύρια τόνους σε σχεδόν 155 εκατ. τόνους μέσα στις επόμενες τρεις δεκαετίες, εφόσον η παραγωγή ανταποκριθεί για να καλύψει τη ζήτηση και έτσι δεν θα ανέβουν οι τιμές των ψαριών και άλλων θαλασσινών.

Η Κίνα αναμένεται να συνεχίσει να είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής ψαριών στον κόσμο, ενώ γενικότερα το μεγαλύτερο μερίδιο της αύξησης της ζήτησης για θαλασσινά θα προέλθει από την Ασία. Όμως διαφαίνεται μια γενικότερη παγκόσμια τάση υπέρ των «μπλε» τροφίμων ακόμη και στην υποσαχάρια Αφρική.

«Πρέπει να ενταθούν οι προσπάθειες για να βελτιωθεί η παραγωγή τροφών υδάτινης προέλευσης, έτσι ώστε η προσφορά να μπορέσει να καλύψει τη σαφή ζήτηση που βλέπουμε σε όλο τον κόσμο για φθηνά, θρεπτικά και βιώσιμα μπλε τρόφιμα. Αντίθετα με την παραγωγή εκτρεφόμενων ζώων όπως τα κοτόπουλα, υπάρχουν ακόμη σημαντικά περιθώρια για την επέκταση της παραγωγής των μπλε τροφίμων», δήλωσε η καθηγήτρια Ρόζαμοντ Νέιλορ του Πανεπιστημίου Στάνφορντ των ΗΠΑ.

Οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι η περιβαλλοντική βιωσιμότητα της νέας τάσης κατανάλωσης «μπλε» τροφών θα εξαρτηθεί από το ποια είδη ψαριών θα τρώγονται κυρίως, καθώς και από το πώς αυτά θα αλιεύονται και θα παράγονται στο μέλλον. Θεωρούν πάντως πιθανό ότι η μελλοντική ζήτηση θα καλύπτεται σχεδόν αποκλειστικά από υδατοκαλλιέργειες, οι οποίες γνωρίζουν μεγάλη ανάπτυξη ιδίως στην Ασία, και πολύ λιγότερο από την επέκταση της αλιείας, που έχει πολύ μικρότερα περιθώρια.

Επίσης οι ειδικοί αναμένουν αύξηση στις εισαγωγές-εξαγωγές προϊόντων υδατοκαλλιεργειών, κάτι που είναι ήδη πολύ ορατό ακόμη και στην Αφρική, η οποία πλέον εισάγει και καταναλώνει πολύ περισσότερα θαλασσινά. Οι επιστήμονες επίσης αναφέρουν ότι έχει υποεκτιμηθεί έως τώρα η ζήτηση για υδρόβια βρώσιμα φυτά, φύκια κ.α.

Συνολικά, περισσότερα από 2.500 είδη ψαριών, θαλασσινών, φυκών κ.α. αλιεύονται, συλλέγονται ή παράγονται με σκοπό την ανθρώπινη διατροφή σε όλο τον κόσμο, παρέχοντας εισόδημα σε περισσότερα από 100 εκατομμύρια ανθρώπων και τροφή σε πάνω από ένα δισεκατομμύριο.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025