Καθηγητές του Πανεπιστήμιου του Τελ Αβίβ, των τμημάτων της Βιοϊατρικής Τεχνολογίας και της Κυτταρικής και Αναπτυξιακής Βιολογίας, συνεργάστηκαν σε αυτή τη μελέτη για να αναλύσουν τη συσσώρευση λίπους σε κυτταρικό επίπεδο. Χρησιμοποιώντας τη λεγόμενη τεχνολογία «state-of-the-art» (είναι η τεχνολογία του υψηλότερου επιπέδου γενικής ανάπτυξης και επιτυγχάνεται σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή), ήταν σε θέση να ανακαλύψουν ότι η ειδική φύση της «κυτταρικής επέκτασης» είχε να κάνει άμεσα με την παραγωγή λίπους.
Μέσα από τη μελέτη έμαθαν ότι τα λιποκύτταρα που εκτίθενται σε συνεχείς, χρόνιες πιέσεις – όπως αυτό που συμβαίνει στους γλουτούς όταν καθόμαστε για πολλές ώρες- παρουσιάζουν ταχύτερη αύξηση των ειδικών μορίων που μεταφέρουν το λίπος. Αυτά τα μόρια ονομάζονται λιποσταγονίδια. Το πιο ενδιαφέρον σύμφωνα με τους ερευνητές, είναι ότι σε αντίθεση με τους μύες και τα οστά που γίνονται μηχανικά ασθενέστερα όταν αδρανούν, τα λιποκύτταρα διογκώνονται έως και 50%. Καθώς η δομή των κυττάρων μεταβάλλεται με τη συσσώρευση λιποσταγονιδίων, αλλάζει και ο μηχανισμός τους. Οι ερευνητές ήταν σε θέση να δουν την υλική σύνθεση των λιποκυττάρων με τη βοήθεια ενός μικροσκοπίου και παρατήρησαν ότι καθώς τα λιποκύτταρα επεκτείνονταν, άρχιζαν ταυτόχρονα να παραμορφώνονται. Η παραμόρφωση αυτή επηρέαζε τα γειτονικά κύτταρα αναγκάζοντάς τα να διαφοροποιήσουν τη σύνθεση και το σχήμα τους.
Ο καθηγητής Gefen τονίζει ότι αυτό δείχνει πως η παχυσαρκία δεν είναι απλά συνέπεια των τροφών (ποσότητας ή και ποιότητας) που καταναλώνουμε. Αυτό αποδεικνύει ότι η συσσώρευση λίπους έχει επίσης να κάνει με τους ιστούς που αντιμετωπίζουν συνεχή πίεση. Ένα παράδειγμα είναι η συνεχής πίεση από το αυξημένο βάρος κατά τη διάρκεια της καθιστικής ζωής. Ως εκ τούτου, αν μπορέσουμε να ρυθμίσουμε τον μηχανισμό των λιποκυττάρων, ίσως να μπορούσαμε να ρυθμίσουμε και την παραγωγή του λίπους μέσα σε αυτά.
Η έρευνα αυτή είναι υψίστης σημασίας για την κατανόηση της αιτιολογίας της παχυσαρκίας. Για μια πιο προσεκτική ματιά στον κυτταρικό μηχανισμό της παραγωγής λιπώδους ιστού, η ερευνητική ομάδα εργάζεται τώρα σε μια πλατφόρμα για την ανάπτυξη πιο αποτελεσματικών συστημάτων θεραπείας και τεχνολογιών που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν για την πρόληψη ή ακόμη και την ανατροπή της αύξησης αυτής.