Η καφεΐνη ενοχλεί τους πρωϊνούς τύπους, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.
Οι ερευνητές λένε πως η παρούσα μελέτη είναι η πρώτη που εξετάζει τις επιδράσεις της καφεΐνης σε συνάρτηση με τον «χρονότυπο» – την ταξινόμηση των ανθρώπων, δηλαδή, αναλόγως με τις ώρες της ημέρας που βρίσκονται στη μέγιστη εγρήγορση και δραστηριότητα.
Γι’ αυτό τον λόγο θεωρούν τα ευρήματά τους ως προκαταρκτικά και λένε πως απαιτούν επιβεβαίωση από νέες, μεγαλύτερες μελέτες.
Η παρούσα μελέτη πραγματοποιήθηκε σε 50 φοιτητές, οι οποίοι κατέγραφαν επί μία εβδομάδα την κατανάλωση καφεΐνης και τις συνήθειες ύπνου τους. Όλοι φορούσαν επίσης ειδικές συσκευές στον καρπό, οι οποίες κατέγραφαν τις κινήσεις τους, ώστε να διαπιστωθεί εάν ξυπνούσαν το βράδυ.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της εβδομάδας, εξάλλου, οι ερευνητές έπαιρναν από τους φοιτητές δείγματα σιέλου για να μετρούν τα επίπεδα της καφεΐνης στον οργανισμό τους.
Επειδή οι εθελοντές ήταν φοιτητές, είχαν τέτοια έλλειψη ύπνου ώστε για τους περισσότερους δεν είχε καμία σημασία η ποσότητα της καφεΐνης στο αίμα τους: κάθε φορά που έπεφταν στο κρεβάτι, κοιμόντουσαν αμέσως, δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Τζέιμι Ζάιτσερ, επίκουρος καθηγητής Ψυχιατρικής & Συμπεριφορικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ.
Εντούτοις, στους πρωινούς τύπους, δηλαδή όσους είχαν την συνήθεια να ξυπνούν νωρίς το πρωί, παρατηρήθηκε ότι όση περισσότερη καφεΐνη έπιναν, τόσο πιθανότερο ήταν να μην κοιμηθούν ήσυχα το βράδυ, αλλά να ξυπνούν σε τακτά χρονικά διαστήματα.
Ανάλογη συσχέτιση δεν παρατηρήθηκε στους νυχτερινούς τύπους, δηλαδή σε όσους έμπαιναν τις πρώτες πρωινές ώρες για ύπνο και έτσι ξυπνούσαν πολύ αργά το πρωί ή και το μεσημέρι ακόμα.
Η ποσότητα της καφεΐνης στον οργανισμό των εθελοντών παρουσίαζε μεγάλες διακυμάνσεις, καθώς σε άλλους η καφεΐνη αποβαλλόταν μέσα σε λίγες ώρες από την κατανάλωση και σε άλλους παρέμενε επί πολλές ώρες μετά – με την καφεΐνη που καταναλωνόταν το απόγευμα να ανιχνεύεται ακόμα και πολύ αργά το βράδυ.
Επόμενος στόχος των ερευνητών είναι να διαπιστώσουν εάν η καφεΐνη επηρεάζει με αντίστοιχο τρόπο και τους μη φοιτητές.
Η μελέτη δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Sleep Medicine».