Σημαντικές είναι οι διαφορές μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, όσον αφορά τον αριθμό των δοτών για μεταμόσχευση νεφρών, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Ουρολογίας στο Μόναχο.
Σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Εταιρείας για τις Μεταμοσχεύσεις στην Ουρολογία (ESTU), η Ελλάδα κατατάσσεται ανάμεσα στις χώρες με τους λιγότερους δότες σε σχέση με τον πληθυσμό της (μόνο τέσσερις πτωματικοί δότες ανά εκατομμύριο κατοίκων).
Σε χειρότερη ακόμη θέση βρίσκεται η Ρωσία (3,3 δότες/εκατομμύριο πληθυσμού), ενώ αντίθετα μεγάλη προσφορά δωρητών καταγράφεται στην Ισπανία (35,7), στην Κροατία (35,1), στην Πορτογαλία (27,3), στη Γαλλία (25,3) και στην Ιταλία (22,7). Κάπου ενδιάμεσα βρίσκονται η Ολλανδία (16,8), η Πολωνία (15,5), η Ελβετία (14,3) και η Γερμανία (10,4).
Οι αποκλίσεις αυτές οφείλονται σε μια σειρά από νομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές διαφορές μεταξύ των χωρών. Η ανάγκη μεταμόσχευσης νεφρού προκύπτει, όταν τα όργανα του ασθενούς δεν μπορούν πλέον να επιτελέσουν τη λειτουργία τους λόγω διαβήτη, υψηλής αρτηριακής πίεσης, τραύματος, παρενεργειών φαρμάκων κ.α.
Η αιμοκάθαρση είναι μια αναγκαστική επιλογή, αλλά η καλύτερη λύση μακροπρόθεσμα είναι η μεταμόσχευση νέου νεφρού, συνήθως από πρόσφατα αποβιώσαντα (εγκεφαλικά νεκρό) δότη.
Στην Ευρώπη τα ποσοστά χρόνιας νεφροπάθειας κυμαίνονται από 3% έως 17% του πληθυσμού, ανάλογα με τη χώρα, και εμφανίζουν αυξητική τάση. Η ζήτηση για νεφρούς προς μεταμόσχευση σχεδόν πάντα υπερβαίνει την προσφορά.
Στις ευρωπαϊκές χώρες υπάρχει μια μεγάλη ποικιλία στο καθεστώς των μεταμοσχεύσεων και των δωρητών. Μερικές χώρες επιτρέπουν τη δωρεά νεφρού από εν ζωή δότη, ενώ άλλες επιτρέπουν δωρεά από δότη που έχει σταματήσει η καρδιά του.
Σε χώρες όπως η Ισπανία, όλοι οι κάτοικοι είναι δυνητικά δότες, εκτός και επιλέξουν ρητά το αντίθετο, ενώ αντίστροφα σε χώρες, όπως η Γερμανία κανείς δεν είναι δότης, εκτός και αν το επιλέξει και το δηλώσει ρητά.