Η έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση συνδέεται με σημαντικά αυξημένο κίνδυνο υψηλής αρτηριακής πίεσης, σύμφωνα με κινεζική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Hypertension.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον επιδημιολόγο Τάου Λίου του Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας της Γκουαντόνγκ, αξιολόγησαν όλα τα έως τώρα ευρήματα από προηγούμενες σχετικές έρευνες παγκοσμίως. Από τις περίπου 5.700 μελέτες σχετικά με τη ρύπανση του αέρα, οι 17 -που αφορούσαν συνολικά πάνω από 300.000 άτομα- εστίαζαν στις επιπτώσεις της στην αρτηριακή πίεση του αίματος.
Η μετα-ανάλυση δείχνει ότι ο αυξημένος κίνδυνος αφορά τόσο την μεσοπρόθεσμη, όσο και την μακροχρόνια έκθεση στους ρυπαντές της ατμόσφαιρας. Ο εμπλεκόμενος βιολογικός μηχανισμός αφορά πιθανώς τη φλεγμονή και το οξειδωτικό στρες που προκαλεί η ρύπανση στις αρτηρίες.
«Ακόμη και ένα πολύ χαμηλό επίπεδο ατμοσφαιρικής ρύπανσης μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο υπέρτασης», υπογραμμίζει ο Δρ Λίου, επισημαίνοντας όμως ότι η νέα μελέτη διαπίστωσε μεν μια σαφή συσχέτιση μεταξύ ρύπανσης-υπέρτασης, όχι όμως μια άμεση σχέση αιτίας-αποτελέσματος.
Η υπέρταση φαίνεται κατ’ εξοχήν να επηρεάζεται βραχυπρόθεσμα από το διοξείδιο του θείου (προέρχεται κυρίως από τις καύσεις) και τα μικροσωματίδια (ΡΜ2,5). Μακροπρόθεσμα η υπέρταση επιδεινώνεται από το διοξείδιο του αζώτου (προέρχεται κυρίως από τις εξατμίσεις και τα εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής) και τα σωματίδια ΡΜ10.
Για το όζον και το μονοξείδιο του άνθρακα, οι ερευνητές διευκρινίζουν ότι κατ’ αρχήν δεν προκύπτει κάποια συσχέτιση με την υπέρταση, αλλά το ζήτημα χρειάζεται περαιτέρω μελέτη.
Ως υπέρταση ορίσθηκε η συστολική πίεση πάνω από 140 mm Hg και η διαστολική πάνω από 90 mm Hg. Η υπέρταση αποτελεί σημαντικό παράγοντα καρδιαγγειακών επεισοδίων.