Οι γυναίκες που υποβάλλονται σε εξωσωματική γονιμοποίηση και άλλες τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής είναι πιθανότερο να αποκτήσουν παιδιά με συγκεκριμένη γενετικές ανωμαλίες, σύμφωνα με αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο JAMA Pediatrics.
Επιστημονική ομάδα των Κέντρων Πρόληψης και Ελέγχου Ασθενειών των ΗΠΑ, με επικεφαλής την Δρ Σεριν Μπουλετ, αξιολόγησαν δεδομένα που αφορούσαν περισσότερα από 4,6 εκατομμύρια βρέφη που είχαν γεννηθεί στην Φλόριντα την Μασαχουσέτη και το Μίσιγκαν την περίοδο 2000-2010.
Περίπου το 1,4% των παιδιών αυτών δηλαδή σχεδόν 65.000 είχαν προκύψει από υποβοηθούμενη αναπαραγωγή.
Συνολικά, για κάθε 10.000 βρέφη σχεδόν 59 εξ αυτών που είχαν προκύψει από τεχνική υποβοηθούμενης αναπαραγωγής είχαν τουλάχιστον μια μη γενετικής αιτιολογίας γεννητική ανωμαλία, συγκριτικά με 48 αυτών που είχαν προκύψει από φυσιολογική σύλληψη.
Οι περισσότερες γυναίκες που δεν έκαναν χρήση τεχνικής υποβοηθούμενης αναπαραγωγής ήταν κάτω από 30 ετών, ενώ η πλειοψηφία όσων είχαν χρησιμοποιήσει κάποια τέτοια μέθοδο ήταν τουλάχιστον 35 ετών.
Ακόμα και όταν οι ερευνητές συνεκτίμησαν την ηλικία της μητέρας και άλλα χαρακτηριστικά υγείας, τα νεογνά που είχαν γεννηθεί μετά από υποβοηθούμενη αναπαραγωγή είχαν 28% περισσότερες πιθανότητες να έχουν αυτές τα εκ γενετής ελλείμματα, συγκριτικά με βρέφη που είχαν συλληφθεί φυσιολογικά.
Ειδικότερα για τα βρέφη που είχαν συλληφθεί με εμβρυομεταφορά χωρίς να έχει προηγηθεί κατάψυξη σπέρματος και ωραρίου, ο κίνδυνος γενετικού ελαττώματος ήταν 53% μεγαλύτερος.
Για την υποομάδα των γυναικών που απέκτησαν παιδί μετά από υποβοηθούμενη εκκόλαψη (δηλαδή όταν δημιουργείται μία οπή στη διαφανή ζώνη του εμβρύου για να βοηθήσει στην εμφύτευσή του στο ενδομήτριο) ο κίνδυνος ήταν 55% υψηλότερος.
Οι ερευνητές εξηγούν ότι τα στοιχεία είναι προκαταρκτικά και χρειάζονται προσεκτική ερμηνεία, ενώ τα αποτελέσματα μπορεί να αποδοθούν εν μέρει στην προχωρημένη μητρική ηλικία και σε άλλους παράγοντες υγείας που είχαν οδηγήσει τις γυναίκες στην επιλογή της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Τέλος, ρόλο παίζει και το γεγονός ότι οι κυήσεις που προκύπτουν από υποβοηθούμενη αναπαραγωγή τίθενται υπό στενότερη ιατρική παρακολούθηση, συντελώντας σε εντοπισμό περισσότερων τυχόν προβλημάτων υγείας.