Μάλιστα, στις παραγωγικές ηλικίες των 25 – 44 ετών το ποσοστό των καπνιστών φθάνει το 64,2% στους άντρες, το 37,0% στις γυναίκες και το 50,7% στο γενικό πληθυσμό. Σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, οι Ελληνίδες αναδείχθηκαν για το έτος 2007 φανατικές καπνίστριες, με ποσοστό 31,3%.
Οι καπνιστές παθαίνουν 4-5 φορές συχνότερα οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου σε σχέση με τους μη καπνιστές, ενώ σε προοπτική δεκαετίας, ο αντίστοιχος κίνδυνος είναι διπλάσιος στους καπνιστές άνω των 50 ετών και πενταπλάσιος στις ηλικίες κάτω των 50. Επίσης, οι καπνιστές έχουν τριπλάσιες πιθανότητες να μη φτάσουν τα 70 χρόνια σε σχέση με τους μη καπνιστές.
Η νικοτίνη αποτελεί μια από τις πλέον τοξικές ουσίες, με πολλαπλές ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως η απελευθέρωση κατεχολαμινών, η οποία έχει σαν αποτέλεσμα την αύξηση της καρδιακής συχνότητας και την παροδική αύξηση της αρτηριακής πίεσης, η αγγειοσύσπαση στεφανιαίων και περιφερικών αγγείων, η αντίσταση στην ινσουλίνη, η δυσμενής επίδραση στα λιπίδια, η δυσλειτουργία του ενδοθηλίου, η επιτάχυνση της αρτηριοσκλήρωσης, η στυτική δυσλειτουργία, η τερατογένεση του εμβρύου, καθώς και, μέσω της αναστολής της απόπτωσης και της επιτάχυνσης της αγγειογένεσης, η προώθηση της ανάπτυξης και της διασποράς του καρκίνου.
Ένα τσιγάρο περιέχει 10-15 mg νικοτίνης και με το κάπνισμα απελευθερώνεται στον οργανισμό περίπου 1,0 mg νικοτίνης. Οι κίνδυνοι από το κάπνισμα αυξάνονται όσο μικραίνει η ηλικία έναρξης και όσο αυξάνεται η συνολική διάρκεια και ο μέσος αριθμός των τσιγάρων που καταναλώνονται. Έτσι, οι άνδρες μόνιμοι καπνιστές αναμένεται να έχουν απώλεια 13,2 ετών διάρκειας ζωής και οι γυναίκες μόνιμες καπνίστριες απώλεια 14,5 ετών.
Παράλληλα, βαρύτατες είναι και οι επιπτώσεις του παθητικού καπνίσματος, καθώς η έκθεση στον καπνό έχει ως αποτέλεσμα ο παθητικός καπνιστής να εισπνέει πάνω από 4.000 χημικές ουσίες, από τις οποίες τουλάχιστον 250 είναι επιβλαβείς και περισσότερες από 50 καρκινογόνες. Σύμφωνα με στοιχεία από μελέτες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, το παθητικό κάπνισμα ευθύνεται για 600.000 θανάτους ετησίως, οι 379.000 από τους οποίους οφείλονται σε ισχαιμική καρδιακή νόσο.
Στην Ελλάδα, σε παθητικό κάπνισμα εκτίθενται το 52,3% των ενηλίκων στους χώρους εργασίας, το 72,2% στα εστιατόρια, το 65,7% στο σπίτι και το 90% των νέων επίσης στο σπίτι.
«Το παθητικό κάπνισμα προκαλεί μόνιμη βλάβη στη δομή και στο πάχος των αρτηριών των παιδιών, γεγονός που σημαίνει ότι αυξάνεται ο κίνδυνος να πάθουν έμφραγμα ή εγκεφαλικό σε κάποια στιγμή της ενήλικης ζωής τους. Επίσης όταν καπνίζουν και οι δύο γονείς, είναι πιθανότερο τα παιδιά τους να γίνουν και οι ίδιοι καπνιστές, σε σχέση με όσα δεν έχουν γονείς καπνιστές.
Ιδιαίτερης σημασίας είναι και οι επιπτώσεις του παθητικού καπνίσματος στις γυναίκες που κυοφορούν, καθώς εξαιτίας του ενδέχεται να παρουσιαστούν προβλήματα στην ομαλή ανάπτυξη του εμβρύου, όπως αυξημένη συχνότητα αποκόλλησης πλακούντα, πρόδρομος πλακούντας, αιμορραγίες και πρόωρη ρήξη θυλακίου.
Το παθητικό κάπνισμα έχει αποδειχθεί ότι συντελεί σε γέννηση νεογνών χαμηλού σωματικού βάρους, σχετίζεται με το σύνδρομο αιφνιδίου θανάτου στα βρέφη και με προβλήματα συμπεριφοράς στην παιδική ηλικία», εξηγεί ο πρόεδρος της ΕΚΕ, συντονιστής διευθυντής του Καρδιολογικού Τμήματος του «Τζάνειου» Νοσοκομείου, Στέφανος Φούσας.
Για το λόγο αυτό όπως εξηγεί ο κ. Φούσας, «η Ελληνική Καρδιολογική Εταιρεία εδώ και αρκετά χρόνια αναλαμβάνει σε ετήσια βάση σημαντικές πρωτοβουλίες για τη μείωση της νοσηρότητας και θνητότητας από τα καρδιαγγειακά νοσήματα στον ελληνικό πληθυσμό, καθώς και για την ευρύτερη πρόληψή τους.
Η Εταιρεία έχει αποφασίσει να σταθεί έμπρακτα στο πλευρό της κοινωνίας και των πολιτών και να συμβάλλει με όλες της τις δυνάμεις στην πρόληψη υγείας. Στο πλαίσιο αυτό, στις 27 Μαΐου 2015 διοργανώνουμε μια μεγάλη εκδήλωση για τη διακοπή του καπνίσματος στους δημόσιους χώρους, η οποία έχει πολλαπλούς στόχους: να ευαισθητοποιήσουμε τους πολίτες και να απαιτήσουμε την εφαρμογή του αντικαπνιστικού νόμου από την Πολιτεία».
Ο σύμβουλος του ΔΣ της ΕΚΕ, καρδιολόγος Ευάγγελος Μάτσακας προσθέτει ότι, «παρά τα αποδεδειγμένα οφέλη από τη διακοπή του καπνίσματος στην υγεία του πληθυσμού, εν τούτοις στη χώρα μας η αντικαπνιστική εκστρατεία δε φαίνεται να επιτυγχάνει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα και αυτό, πιθανώς, οφείλεται στην ανεπαρκή ενημέρωση του πληθυσμού για τους κινδύνους από το κάπνισμα και στον εθισμό που προκαλεί η νικοτίνη, στη μη ικανοποιητική συμμόρφωση με τους αντικαπνιστικούς νόμους (νόμοι 3868/2010 και 3918/2011), στην ανεπαρκή ενημέρωση για τις επιπτώσεις του παθητικού καπνίσματος και στη χαμηλή φορολογία των προϊόντων καπνού».
Η διακοπή του καπνίσματος συνοδεύεται άμεσα από μείωση της καρδιακής συχνότητας και της αρτηριακής πίεσης και αύξηση της θερμοκρασίας των άκρων, εντός 48 ωρών από βελτίωση της όσφρησης και της γεύσης και μείωση του κινδύνου καρδιακού επεισοδίου, ο οποίος εντός 1 – 3 ετών μειώνεται κατά 50%, και, τέλος, εντός 10- 15 ετών ο κίνδυνος στεφανιαίας νόσου, θανάτου και καρκίνου καθίσταται παρόμοιος με αυτόν των μη καπνιστών.
Σχολιάζοντας ο κ. Μάτσακας τη ραγδαία αύξηση των ηλεκτρονικών τσιγάρων στη χώρα μας, τονίζει ότι ενώ προωθούνται ως υγιεινότερη επιλογή των συμβατικών «η σύσταση του διαλύματος δεν είναι επακριβώς γνωστή, δεδομένου ότι υπάρχει ποικιλία κατασκευαστών (συνήθως στην Κίνα), ο ατμός από τη χρήση του ηλεκτρονικού τσιγάρου περιέχει την ίδια ποσότητα νικοτίνης με 1 τσιγάρο και λιγότερες, μεν, τοξικές ουσίες από τον καπνό του τσιγάρου, αλλά υψηλότερες από το σπρέι νικοτίνης.
Επιπλέον μέχρι σήμερα δεν υπάρχουν τεκμηριωμένα στοιχεία για την επίδραση των ηλεκτρονικών τσιγάρων στη υγεία των χρηστών, φαίνεται, όμως, ότι υπάρχει επιβάρυνση της λειτουργίας του αναπνευστικού συστήματος, πιθανή καρκινογόνος δράση και πιθανότητα εγκαύματος ή έκρηξης, ενώ δεν είναι γνωστή η επίδρασή του και στις έγκυες γυναίκες».