Δεν είχα σκοπό να γράψω ούτε να αναφερθώ στο πρόβλημα που με οδήγησε το βράδυ της Κυριακής στο Νοσοκομείο με ασθενοφόρο. Είμαι, όμως, αναγκασμένη μετά το τελευταίο Δελτίο Τύπου που εξέδωσε την Πέμπτη το Υπουργείο Υγείας για τη συνάντηση που είχαν οι νέοι διοικητές τόσο με τον Υπουργό όσο με τον αναπληρωτή του, στο οποίο ούτε λίγο ούτε πολύ καταγγέλλει μερίδα του Τύπου ότι παρουσιάζει διαφορετική εικόνα των Νοσοκομείων απ’ αυτή που οι ίδιοι έχουν, να ανφερθώ στο προσωπικό γεγονός.
Ας τα πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Το απόγευμα της Κυριακής έπεσα θύμα τροχαίου. Στο αυτοκίνητο ήταν μαζί μου ο σύζυγός μου και ο γιος μου. Σωθήκαμε κυρίως επειδή φορούσαμε ζώνη ασφαλείας. Ήμασταν όμως και τυχεροί. Το τροχαίο ήταν γερό και κλήθηκε το ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ το οποίο ανταποκρίθηκε άμεσα. Ζήτησα να μας μεταφέρει,ει δυνατόν, σε Νοσοκομείο όπου μπορεί παρασχεθεί βοήθεια και στους τρεις μας, δηλαδή σε δύο ενήλικες και ένα ανήλικο παιδί, δεδομένου ότι – ευτυχώς – είχαμε όλοι τις αισθήσεις μας και όχι σοβαρούς τραυματισμούς (τουλάχιστον αυτό φαινόταν). Σημειωτέον, ότι ο γιος μου είχε υποστεί – δικαιολογημένα – τεράστιο σοκ και δεν ήθελε επ΄ουδενί να μας αποχωριστεί.
Το πλήρωμα του ασθενοφόρου – εξαιρετικό, εμψυχωτικό, ψύχραιμο, ευγενέστατο (δεν μπορώ να εκφράσω με λόγια το μέγεθος της καλοσύνης τους και του επαγγελματισμού τους – ήξεραν μεταξύ άλλων πώς να μιλήσουν και να καθησυχάσουν ένα επτάχρονο παιδί), αμέσως έκανε τις απαιτούμενες ενέργειες για να μεταφερθούμε σε Νοσοκομείο που μπορούσε να εξυπηρετήσει και τους τρεις μας. Ενημερώθηκε ότι το Νοσοκομείο αυτό ήταν το Τζάνειο το οποίο εφημέρευε και είχε και παιδοχειρουργό. Έτσι, κατευθυνθήκαμε προς το Τζάνειο του Πειραιά. Φθάνοντας εκεί, πήγαμε κατευθείαν στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών όπου μας είπαν ότι δεν μπορεί να εξεταστεί σε αυτό το χώρο παιδί διότι δεν υπάρχει η ανάλογη ιατρική ειδικότητα. Οι δύο εργαζόμενοι του ΕΚΑΒ εξήγησαν ότι επικοινώνησαν με το Κέντρο και πως η ενημέρωση που είχαν ήταν ότι υπάρχει παιδοχειρουργός στο Νοσοκομείο για να υποβληθεί το παιδί στις απαραίτητες εξετάσεις.
Οι άνθρωποι που εργάζονταν στα επείγοντα σήκωσαν τα χέρια ψηλά και τους είπαν να πάνε σε άλλον όροφο. Μπρος το φορείο, πίσω εμείς, αρχίζουμε να ψάχνουμε… Μην τα πολυλογώ, δεν βρήκαμε άκρη και οδηγηθήκαμε ξανά στα επείγοντα όπου οι γιατροί μας είπαν υπευθύνως ότι δεν υπάρχει παιδοχειρουργός στο Νοσοκομείο εδώ και τρία χρόνια. Εν ολίγοις, το παιδί δεν μπορούσε να μείνει. Δεν μπορούσε όμως και το ασθενοφόρο να το μεταφέρει στο «Αγλαΐα Κυριακού», το οποίο εφημέρευε, χωρίς εντολή παιδιάτρου. Έτσι, αρχίσαμε να ψάχνουμε παιδίατρο. Ευτυχώς, βρέθηκε ο παιδίατρος – ευγενέστατος κι αυτός – ο οποίος έδωσε εντολή να μπει ορός στο παιδί και υπέγραψε το χαρτί για να μεταφερθεί στο νοσοκομείο Παίδων «Αγλαΐα Κυριακού». Επιλέξαμε δηλαδή να πάμε στο «Αγλαΐα Κυριακού», δίνοντας βεβαίως προτεραιότητα στο παιδί μας, και να μην εξεταστούμε επαρκώς εμείς. Οι γιατροί πρόλαβαν μόνο να μας τοποθετήσουν από ένα κολάρο για προστασία του αυχένα.
Στο «Αγλαΐα Κυριακού» πήγαμε στα επείγοντα με το φορείο. Αφού οδηγήθηκε το παιδί για κλινική εξέταση, αποδεσμεύτηκαν και οι δύο εργαζόμενοι του ΕΚΑΒ οι οποίοι μέχρι εκείνη την ώρα εκτελούσαν αναγκαστικά και χρέη τραυματιοφορέων. Ευτυχώς, τα τραύματα δεν ήταν σοβαρά και μία βοηθός νοσηλευτή έβαλε το παιδί σε καροτσάκι.
Είναι περιττό να πω ότι το καροτσάκι το σπρώχναμε εμείς οι γονείς, οι οποίοι ήμασταν εξίσου τραυματισμένοι (έντονος πόνος στο θώρακα και τον αυχένα, οίδημα στα χέρια και στα πόδια, μώλωπες στο πρόσωπο κ.ο.κ.) ελλείψει εργαζομένων. Όλοι έτρεχαν σαν τους παλαβούς.
Είναι επίσης περιττό να πω ότι εμείς πηγαινοφέρναμε τα δοχεία με το αίμα που είχαν πάρει από το παιδί για να υποβληθεί σε εργαστηριακές εξετάσεις, τις ακτινογραφίες κλπ.
Και μέσα σε όλα, έπρεπε να πληρώσω 55 ευρώ στο ταμείο του Νοσοκομείου για τις εξετάσεις, διότι το Ταμείο των Δημοσιογράφων (ΕΔΟΕΑΠ) δεν έχει σύμβαση ούτε με τα Δημόσια Νοσοκομεία για εξετάσεις που γίνονται εκτός νοσηλείας ακόμη και στα επείγοντα. Ευτυχώς, είχα μαζί μου ακριβώς αυτό το ποσό και μπόρεσα να πληρώσω τις εξετάσεις. «Δεν πειράζει», σκεφτόμουν, «φτάνει που ζούμε».
Εν συνεχεία, ο γιατρός έδωσε εντολή εισαγωγής του παιδιού στο Νοσοκομείο τουλάχιστον ένα 24ωρο για παρακολούθηση. Το καρότσι στον τέταρτο όροφο του Νοσοκομείου (ο τρίτος που είναι οι χειρουργικές κλινικές ήταν γεμάτος και μας ¨φιλοξένησαν¨ οι ορθοπεδικές) το σπρώξαμε εμείς, οι τραυματισμένοι γονείς, και το ξανακατεβάσαμε εμείς στα επείγοντα μετά από έκκληση των ευγενέστατων πλην όμως ελάχιστων εργαζομένων. Η κίνηση ήταν μεγάλη, οι εργαζόμενοι φοβερά εξυπηρετικοί και καλοσυνάτοι αλλά «τρεις και ο κούκος» και τα καρότσια μετρημένα…
Δεν χρειάζεται να πω ότι το τετράκλινο δωμάτιο στο οποίο οδηγηθήκαμε μόνο για νοσηλεία παιδιών δεν είναι (δεν ξέρω αν έχει ανακαινιστεί ποτέ), οι δε τουαλέτες – εκτός θαλάμου νοσηλείας – δεν χαρακτηρίζονται. Αν μη τι άλλο, ήταν καθαρές, όπως και όλοι οι χώροι. Δεν χρειάζεται να πω ότι στις τουαλέτες δεν υπήρχε χαρτί υγείας και πετσετάκια για τα χέρια, ότι στα κρεβάτια δεν υπήρχαν μαξιλάρια (έφερναν όλοι από το σπίτι τους)…
Αυτή είναι μία μικρή περιγραφή ενός 24ωρου νοσηλείας σε Δημόσιο Νοσοκομείο.
Είπε χθες ο Υπουργός Υγείας ότι τόσο ο ίδιος όσο και ο αναπληρωτής του κάνουν συνεχώς επισκέψεις στα νοσοκομεία της χώρας και η επαφή με τους εργαζόμενους τους δίνει μια εικόνα πολύ διαφορετική από αυτή που παρουσιάζει μερίδα των ΜΜΕ.
Δεν διαφωνώ. Η αληθινή εικόνα είναι σίγουρα πολύ χειρότερη.
Ελενα Φυντανίδου