Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Γκέτεμποργκ και του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Σαλγκρένσκα, με επικεφαλής τη γυναικολόγο Γιοχάνα Βίικ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό «PLoS Medicine», ανέλυσαν στοιχεία για 1,04 εκατομμύρια τοκετούς.
Οι γυναίκες που έχουν μολυνθεί -λίγο πριν ή κατά τη διάρκεια της κύησης– και είναι πλέον φορείς του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων(HPV), αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο για πρόωρο τοκετό, αλλά επίσης για επιπλοκές, ακόμη και θανατηφόρες για το μωρό, σύμφωνα με μια νέα σουηδική επιστημονική μελέτη.
Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Γκέτεμποργκ και του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Σαλγκρένσκα, με επικεφαλής τη γυναικολόγο Γιοχάνα Βίικ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό «PLoS Medicine», ανέλυσαν στοιχεία για 1,04 εκατομμύρια τοκετούς. Οι 23.185 περιπτώσεις αφορούσαν έγκυες γυναίκες που είχαν κάνει θεραπεία λόγω προηγούμενης λοίμωξης από HPV και των συνεπακόλουθων κυτταρικών ανωμαλιών, ενώ οι 11.727 είχαν διαγνωσθεί με HPV λίγο πριν ή κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, χωρίς να έχουν κάνει θεραπεία.
Διαπιστώθηκε ότι μεταξύ των γυναικών χωρίς HPV το 4,6% γέννησαν πρόωρα, ενώ μεταξύ όσων είχαν θετικό τεστ για τον εν λόγω ιό, πρόωρος τοκετός υπήρξε σχεδόν στο 6% των εγκύων. Η γέννα πριν την 37η εβδομάδα θεωρείται πρόωρη και πριν την 32η πολύ πρόωρη.
«Η αύξηση του κινδύνου για πρόωρο τοκετό είναι μικρή για κάθε μεμονωμένη γυναίκα με HPV. Όμως τα ευρήματα μας δείχνουν ότι οι νέοι άνθρωποι πρέπει να εμβολιάζονται κατά του HPV», δήλωσε η Βίικ. Όπως είπε, ο εμβολιασμός όχι μόνο μπορεί να αποτρέψει ένα καρκίνο σχετιζόμενο με τον ιό HPV, αλλά επίσης να έχει θετικό αποτέλεσμα για την έκβαση της κύησης, όσον αφορά τη διάρκεια της, αλλά και την αποφυγή επιπλοκών για το μωρό και τη μητέρα.
Η αναπληρώτρια καθηγήτρια μαιευτικής-γυναικολογίας Βερένα Σένγκπιλ της ιατρικής Ακαδημίας Σαλγκρένσκα του Γκέτεμποργκ δήλωσε ότι «δεν μπορούμε ακόμη να απαντήσουμε αξιόπιστα το ερώτημα κατά είναι ο ίδιος ο ιός HPV που προκαλεί τον πρόωρο τοκετό και τις επιπλοκές στη γέννα. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε, είναι να δείξουμε ότι υπάρχει μια στατιστική συσχέτιση».