Μία από τις συχνότερες διαταραχές του ύπνου είναι η αποφρακτική υπνική άπνοια.
Το έντονο ροχαλητό διακόπτεται και η αναπνοή σταματά για μεγάλο διάστημα (πάνω από 10 δευτερόλεπτα) για 5-7 φορές την ώρα ή περισσότερο από 30 φορές κάθε βράδυ.
Η αιτία της υπνικής άπνοιας είναι η απόφραξη του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος, που μπορεί να έχει πολλές αιτίες.
Οι συνηθέστερες είναι:
-H παχυσαρκία
-To κάπνισμα
-Τα ιδιαίτερα κρανιοπροσωπικά χαρακτηριστικά (μικρή γνάθος)
-Η σκολίωση του ρινικού διαφράγματος
Μακροπρόθεσμα, η άπνοια συνεπάγεται αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων.
-Έχει διαπιστωθεί ότι η συνεχής αύξηση των ενδοθωρακικών πιέσεων λόγω πνιγμονής και κοπιώδους αναπνευστικής προσπάθειας προκαλεί υπερτροφία των καρδιακών κοιλοτήτων και το επακόλουθο είναι οι καρδιακές αρρυθμίες.
-Επίσης φαίνεται πως αυξάνονται οι παράγοντες θρόμβωσης, οι δείκτες φλεγμονής και άλλοι δείκτες της καρδιαγγειακής υγείας.
-Επιπλέον, η άπνοια αυξάνει κατά 3 φορές την πιθανότητα εμφάνισης υπέρτασης μέσα σε 4-8 έτη, ανεξάρτητα από το σωματικό βάρος του πάσχοντος.
-Σε όσους πάσχουν από στεφανιαία νόσο, η νυχτερινή άπνοια αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιακού επεισοδίου.
Αϋπνία και υπέρταση
Ο ύπνος βοηθά στην εξισορρόπηση του οργανισμού και η έλλειψή του, οδηγεί σε αυξημένο, μόνιμο στρες που αυξάνει τις ποσότητες ουσιών οι οποίες αυξάνουν με τη σειρά τους τον κίνδυνο για υπέρταση και άλλα καρδιαγγειακά προβλήματα.
Έρευνα που διεξήχθη στο Κέντρο Μελέτης και Θεραπείας Ύπνου του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια, έδειξε πως η αϋπνία αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο υπέρτασης.
Οι ερευνητές επιστράτευσαν 1.741 εθελοντές οι οποίοι διανυκτέρευσαν για ένα βράδυ στο κέντρο τους, για να μετρήσουν πόσο ακριβώς κοιμόντουσαν. Το 8% είχαν αϋπνία, ενώ το 22% έπασχαν από άλλες διαταραχές ύπνου. Από το σύνολο των εθελοντών, το 50% κοιμήθηκαν 6 ή περισσότερες ώρες, το 25% κοιμήθηκαν 5-6 ώρες και οι υπόλοιποι λιγότερο από 5 ώρες.
Μεταξύ των πασχόντων από αϋπνία οι οποίοι κοιμόντουσαν λιγότερο από 5 ώρες, ο κίνδυνος υπέρτασης ήταν κατά 50% υψηλότερος απ’ ό,τι μεταξύ όσων δεν είχαν αϋπνία και κοιμήθηκαν πάνω από 6 ώρες. Ωστόσο, ο κίνδυνος υπέρτασης ήταν φυσιολογικός μεταξύ όσων έπασχαν από αϋπνία αλλά αυτή δεν τους εμπόδιζε να κοιμηθούν ένα 6ωρο ή περισσότερο.
Αυξημένο κίνδυνο υπέρτασης διέτρεχαν και οι εθελοντές με άλλες διαταραχές ύπνου, οι οποίοι δεν κατόρθωναν εξαιτίας τους να κοιμηθούν πάνω από 5 ώρες, αλλά η αύξηση αυτή ήταν πιο μικρή απ’ ό,τι για τους εθελοντές με αϋπνία.