Η ελληνική γλώσσα είναι πλούσια και γεμάτη με όμορφες και δύσκολες λέξεις.
Μια από τις πλέον σπάνιες και όμορφες είναι η λέξη «ασκαρδαμυκτί». Δεν την ακούμε συχνά αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί με ευκολία σε μια πρόταση.
Τι σημαίνει;
Ασκαρδαμυκτί κοιτάζουμε και βλέπουμε με τέτοιο τρόπο, χωρίς να ανοιγοκλείνουμε τα βλέφαρα των ματιών μας.
Πότε ενεργούμε ασκαρδαμυκτί;
Όταν προσηλώνουμε τα μάτια μας και είναι τόσο μεγάλη η έκπληξή μας ή η έντασή μας, ώστε δεν προλαβαίνουμε να ανοίξουμε ή να κλείσουμε τα βλέφαρα. Ασκαρδαμυκτί παρακολουθούμε από λατρεία ή από αγωνία μήπως χάσουμε κάτι.
Το επίρρημα αυτό έχει επίσης μεταφορική χρήση. Δηλώνει την παθητικότητα με την οποία αντιλαμβάνεται κάποιος γεγονότα ή καταστάσεις. Λέμε, για παράδειγμα, ότι υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι αρκούνται στο να παρατηρούν ασκαρδαμυκτί τα πράγματα γύρω τους. Εννοούμε με αυτό ότι παρασύρονται από τις καταστάσεις και δεν παίρνουν θέση για τα τεκταινόμενα.