Ο Σπαρτιάτης, από της γεννήσεώς του μέχρι και τη στιγμή του θανάτου, ήταν ταγμένος να υπηρετεί την Πολιτεία… Με γνώμονα αυτή την αρχή, η αγωγήτην οποία λάμβανε αποσκοπούσε στην προετοιμασία του γι’ αυτόν τον σκοπό.Δηλαδή την προετοιμασία του για πόλεμο.Αυτό ηταν η Σπαρτιατική αγωγή. Όταν ένα αγόρι ερχόταν στη ζωή, ο πατέρας του είχε την υποχρέωση να το στείλει για επιθεώρηση. Τα γηραιότερα μέλη της φυλής, διαπίστωναν την ευρωστία και την αρτιμέλεια του .παιδιού, επιτρέποντας στους γονείς του να το αναθρέψουν. Σε εναντία περίπτωση, το εγκατέλειπαν στον Καιάδα, επαφιέμενο στην τύχη. Το βάραθρο στο οποίο εγκαταλείπονταν τα μη αρτιμελή νεογέννητα, στον Ταΰγετο, λεγόταν “Αποθέτες”. Πρέπει δε να διευκρινιστεί ότι δεν θανατώνονταν, απλώς εγκαταλείπονταν ώστε είτε να πεθάνουν από έλλειψη φροντίδας, είτε να τα βρει κάποιος και να τα αναθρέψει, εκτός όμως του λακωνικού γένους.
Η ΕΠΙΘΕΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΝΕΟΓΕΝΝΗΤΩΝ
Η επιθεώρηση των νεογέννητων, γινόταν σε έναν χώρο ο οποίος ονομαζόταν “Λέσχη”. Επρόκειτο για την περιοχή όπου οι Σπαρτιάτες συγκεντρώνονταν προκειμένου να επιδοθούν στις στρατιωτικές και αθλητικές τους ενασχολήσεις. Η συγκατάθεση των επιθεωρούντων, ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για την ένταξη ενός παιδιού στη λακωνική φυλή. Όπως αναφέρει ο Πλούταρχος (Αγησίλαος, 12), ουδείς γονέας δεν εδικαιούτο να αναθρέψει το παιδί του, εάν δεν υπήρχε προηγουμένως έγκριση της Πολιτείας.
Εφ’ όσον το αγόρι αποδεικνυόταν ότι ήταν αρτιμελές, οι γονείς το ανέτρεφαν έως τα επτά του έτη. Ακολούθως εντασσόταν σε ένα σύστημα δημοσίας εκπαιδεύσεως, η οποία ήταν γνωστή ως “Αγωγή”. Έκτοτε, τα παιδιά ζούσαν σε ομάδες, οι οποίες διαρθρώνονταν σε ίλες και αγέλες και “βούες”. Στην ηλικία των είκοσι ετών, η εκπαίδευση κορυφωνόταν και οι νέοι αποκαλούνταν πλέον “είρενες”.
Η “ΑΓΩΓΗ”
Η σκληρή και συνεχής εκγύμναση, η λιτή διατροφή και ο λιτός ιματισμός, η διδαχή της καρτερικότητας και του σεβασμού, αποτελούσαν συστατικά στοιχεία της “αγωγής” των Λακώνων. Οι στόχοι της εκπαιδευτικής αυτής διαδικασίας δεν ήταν αμιγώς στρατιωτικοί, αλλά και ευρύτερα κοινωνικοί. Οι νέοι Σπαρτιάτες επιδίδονταν στην απόκτηση των αρετών, στην εμπέδωση δηλαδή της “αιδούς” (του σεβασμού) αλλά και της “πειθούς”, δηλαδή της υπακοής. Για την εμπέδωση της αγωγής, η Πολιτεία είχε ορίσει υπευθύνους οι οποίοι ονομάζονταν “Παιδονόμοι” και ασκούσαν ηθοπλαστικό, μορφωτικό και εποπτικό έργο επί των παίδων. Το αξίωμα αυτό καταλάμβαναν άτομα διακεκριμένα από ηθικής, πνευματικής και σωματικής απόψεως. Οι παιδονόμοι στο έργο που καλούνταν να επιτελέσουν, επικουρούνταν από τους “μαστιγοφόρους”, οι οποίοι ασκούσαν ρόλο φυλάκων και ελεγκτών της συμπεριφοράς των εκπαιδευομένων νέων. Σημαντικό ρόλο επίσης διαδραμάτιζαν οι είρενες, οι οποίοι ασκούσαν καθήκοντα βοηθού παιδονόμου. Ο αρχηγός όλων των ομάδων, μεριμνούσε για την στρατιωτική αγωγή, τις σωματικές ασκήσεις, τον χορό, τη μουσική και τη γραφή των νέων, εν ολίγοις μεριμνούσε για την σωματική, πνευματική και ηθική τους διάπλαση, με γνώμονα τις επιταγές της Πολιτείας.
ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΟΥ ΑΡΧΗΓΟΥ
Κάθε ίλη νέων, επέλεγε ως αρχηγό της τον, κατά γενική παραδοχή, άριστο μεταξύ των εκπαιδευομένων, ο οποίος επιφορτιζόταν με το έργο της οργανώσεως των αγώνων και των συσσιτίων. Προεξάρχουσα θέση στην ιεραρχία, έναντι των παιδονόμων, των μαστιγοφόρων και των ειρένων, κατείχαν οι Άρχοντες, οι οποίοι ήταν πολίτες Σπαρτιάτες, άνω των τριάντα ετών, με αντικείμενο των καθηκόντων τους την άσκηση γενικής εποπτείας και διοικητικού ελέγχου. Η νωχελικότητα, η φυγοπονία και η επίδειξη αδιαφορίας προς την πατρίδα, ήταν φαινόμενα άγνωστα στην αρχαία Σπάρτη, τα οποία και εάν ακόμη ενέσκηπταν, αντιμετωπίζονταν εν τη γενέσει τους με την στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων του αμφισβητία. Ένα μέτρο το οποίο εδραζόταν σε μία βάση απολύτως λογική, σύμφωνα με την οποία δεν ήταν ηθικό και δίκαιο να αποφαίνεται περί των ζητημάτων της Πολιτείας, κάποιος ο οποίος εμπράκτως την υπονομεύει ή στην καλύτερα των περιπτώσεων αδιαφορεί για την τύχη αυτής. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πόλη της Σπάρτης πάντοτε παρέμενε ατείχιστη, και αυτό προκειμένου να μην εφησυχάζονται οι πολίτες της, και να μην παραμελούν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις και το έργο της εκγυμνάσεως. Ο νέος εκείνος ο οποίος θα έφευγε από την Πολιτεία δίχως να έχει εκπληρώσει τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις και επέστρεφε αργότερα, θα αντιμετώπιζε την θανατική ποινή.
ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ
Στην Αρχαία Σπάρτη, η αγωνιστική αντίληψη της ζωής έβρισκε την αποθέωσή της μέσα από την αντίληψη ότι η υπηρεσία και η προσφορά προς την Πατρίδα, έχει ισόβια διάρκεια και δεν εξαντλείται σε μία τυπική θητεία, όπως συμβαίνει σήμερα. Οι άρρενες υποχρεούνταν να επιδίδονται σε στρατιωτική αγωγή, και να τίθενται σε στρατιωτική υπηρεσία έως και τα 60 τους έτη. Μέχρι αυτή την ηλικία, είχαν καθήκον να γυμνάζονται, και γενικά να τελούν σε καλή φυσική κατάσταση και ετοιμότητα, πρόθυμοι να αγωνισθούν “υπέρ βωμών και εστιών” μόλις κληθούν υπό τα όπλα. Τον πυρήνα του σπαρτιατικού στρατού, αποτελούσαν οι άρρενες μεταξύ 20 και 30 ετών. Από κάθε ομάδα, επιλέγονταν τρεις από αυτούς, στους οποίους και απονέμετο ο τίτλος του “υπαγρέτου”. Καθένας από αυτούς, είχε το δικαίωμα να επιλέξει εκατό άνδρες, τους οποίους και έθετε υπό τις διαταγές του. Έτσι συγκροτήθηκε ένα σώμα από τριακόσιους άνδρες, οι οποίοι αποτελούσαν την επίλεκτη δύναμη της στρατιωτικής μηχανής της Σπάρτης. Κατά τον 4ο π.Χ. αιώνα, το σώμα αυτό ήταν και έφιππο. Αυτό ακριβώς το σώμα του Λακωνικού στρατού, έμεινε θρυλικό στην ιστορική μνήμη με την επωνυμία “Οι Τριακόσιοι”, όταν υπό την αρχηγία του Βασιλιά Λεωνίδα, αντιτάχθηκαν στα περσικά στίφη, και μαζί με 700 Θεσπιείς, πολέμησαν “υπέρ βωμών και εστιών” και έπεσαν μέχρις εσχάτου, στην μάχη των Θερμοπυλών.