Με οδηγό τον φωτογραφικό φακό του LIFE, οι ΕΙΚΟΝΕΣ μπαίνουν στις τάξεις με τους πρώτους μαθητές της μεταπολεμικής Ελλάδας. Αυτής του εμφυλίου, της βοήθειας της «Ούντρα», των εθελοντών δασκάλων και των γκρεμισμένων σχολείων. Της Ελλάδας που τα παιδιά των «πλουσίων» δεν ξεχώριζαν στην τάξη από το τι μάρκα παπούτσια φορούσαν, αλλά από το ότι φορούσαν.

ΕΘΝΟΣ  ΚΩΣΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
Tο φθινόπωρο του ‘40 ήταν συνώνυμο με τη βαρυχειμωνιά των ελληνικών σχολείων. Οι Γερμανοί έκαναν επίταξη σε 8.345 σχολεία για τις ανάγκες τους, ενώ στα λιγοστά που έμειναν ελεύθερα η σχολική χρονιά δεν κράτησε πάνω από τρεις μήνες. Την επόμενη χρονιά η κατάσταση ήταν ακόμη χειρότερη. Το σχολικό «έτος» 1941-42 διήρκεσε 20 ημέρες.
Η λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μπορεί να σήμαινε για τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης την επιστροφή στους κανονικούς ρυθμούς? για την Ελλάδα, όμως, η κατάσταση παρέμεινε ίδια λόγω του ξεσπάσματος του Εμφυλίου. Περίπου 1.700 σχολεία θα καταστραφούν, ενώ πολλά παιδιά θα στρατολογηθούν.
Ο αστικός κρατικός μηχανισμός ήταν ανύπαρκτος. Στις πρωτοβουλίες για την ανασύνταξή του, ενεργό ρόλο είχαν πλέον οι Αγγλοι σύμμαχοι. Για το εκπαιδευτικό σύστημα που θα έπρεπε να ακολουθηθεί, ο ΜακΜίλαν (υπουργός για θέματα Μεσογείου της κυβέρνησης Τσόρτσιλ και μετέπειτα πρωθυπουργός της Μ. Βρετανίας) είχε συμβουλεύσει τον Πλαστήρα τον Μάρτιο του 1945 να επιλέξει η χώρα μας «τον δρόμο της καμήλας», δηλαδή να πηγαίνει σταθερά ευθεία, χωρίς να παρεκκλίνει ούτε προς τα δεξιά ούτε προς τα αριστερά. Με δύο λόγια, να μην επιτρέψει πολιτικές σκοπιμότητες να εισέλθουν στον χώρο του σχολείου.
Σε επίπεδο πραγματικότητας, η κατάσταση ήταν κωμικοτραγική. Ελλείψει Δημοσίου δεν υπήρχαν μισθοί για να πληρωθούν δάσκαλοι. Την πρωτοβουλία για τη λειτουργία των πρώτων σχολείων την πήραν συνταξιούχοι και αδιόριστοι εκπαιδευτικοί, οι οποίοι έναντι ενός πιάτου φαγητού από γονείς αναλάμβαναν να μάθουν γράμματα τα παιδιά (σ.σ. ο αναλφαβητισμός κινούνταν στα επίπεδα του 50%), τα οποία είχαν να πάνε σχολείο πριν από την Κατοχή.
Τους χειμερινούς μήνες, οι μαθητές υποχρεούνταν να φέρουν μαζί με το τετράδιό τους ?βιβλία δεν είχαν τυπωθεί λόγω έλλειψης υποδομών? και ένα κούτσουρο για τη σόμπα ή και το φαγητό του δασκάλου αν ήταν η σειρά της οικογένειάς τους να φροντίσει για τη σίτισή του. Τα παιδιά των πιο φτωχών οικογενειών θα έτρωγαν στο σχολείο από τη βοήθεια της UNNRA (ή Ούντρα για τους πολλούς), της Οργάνωσης Βοήθειας και Αποκατάστασης των Ηνωμένων Εθνών.
Οι άτακτοι μαθητές υποχρεώνονταν να πάνε ώς το δέντρο της αυλής για να κόψουν τη βίτσα, το κλαδί του δέντρου που χρησιμοποιούνταν για την τιμωρία τους, ενώ οι ακόμη πιο «θορυβώδεις» έμεναν για αρκετές ώρες μόνοι τους στο σχολείο μετά το τελευταίο κουδούνι. Η σύγκριση με το σήμερα φαντάζει σαν να υπάρχει χάσμα αιώνων, αν και η εποχή δεν είναι και τόσο μακρινή. Κάποιοι στην οικογένειά μας την έχουν ζήσει και μας την αφηγούνται· σαν παραμύθι ή έναν εφιάλτη που είχε, τελικά, αίσιο τέλος.